Οι νέοι σήμερα μετά βίας καταφέρνουν να συμβαδίσουν με το αυξανόμενο κόστος ζωής. Και πώς το αντιμετωπίζουν; Δουλεύοντας περισσότερο.
Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα νέας μελέτης της πλατφόρμας Academized, η οποία συνδέει φοιτητές με εξωτερικούς συνεργάτες. Σύμφωνα με την έκθεση, περισσότεροι από τους μισούς millennials – που αποτελούν τη μεγαλύτερη μερίδα του σύγχρονου εργατικού δυναμικού – κάνουν περισσότερες από μια δουλειές για να εξασφαλίσουν επιπλέον εισόδημα. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι ότι σχεδόν ένας στους τέσσερις έχει τρεις δουλειές, ενώ ένας στους τρεις έχει τέσσερις ή και περισσότερες πηγές εισοδήματος πέρα από την κύρια εργασία του.
Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «πολυεργασία» (polyworking), και οι λόγοι πίσω από την αύξησή του ποικίλουν.
Είναι οι λόγοι μόνο οικονομικοί;
Ο πληθωρισμός και οι καθηλωμένοι μισθοί παραμένουν βασικοί παράγοντες. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι οι αυξήσεις στους μισθούς επιβραδύνονται και, με τον πληθωρισμό να παραμένει γύρω στο 3%, η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων παραμένει στάσιμη. Αν προστεθούν και πιθανές νέες αυξήσεις στις τιμές – είτε λόγω φορολογικών πολιτικών είτε λόγω εξωτερικών παραγόντων – η ανάγκη για επιπλέον εισόδημα γίνεται πιο επιτακτική.
Ωστόσο, οι λόγοι που οδηγούν πολλούς millennials στην πολυεργασία δεν είναι μόνο οικονομικοί. Σύμφωνα με την έρευνα, πολλοί επιδιώκουν να αποταμιεύσουν, να κυνηγήσουν προσωπικά ενδιαφέροντα ή να αποκτήσουν δεξιότητες που θα τους βοηθήσουν στην καριέρα τους. Επιπλέον, οι εναλλακτικές πηγές εισοδήματος λειτουργούν και ως «μαξιλάρι ασφαλείας», σε περίπτωση που κάτι στραβώσει με την κύρια δουλειά – με τα επιπλέον έσοδα να κυμαίνονται από 12.000 έως και 45.000 δολάρια τον χρόνο για περίπου 5 με 20 ώρες εργασίας την εβδομάδα.
Δεν λείπουν όμως και οι επικριτές. Η συγγραφέας Nadya Williams, σε άρθρο της στο Institute for Family Studies, εκφράζει ανησυχίες για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις αυτής της τάσης. «Το να χρειάζεται κανείς δεύτερη δουλειά – και να εργάζεται πάνω από 40 ώρες την εβδομάδα απλώς για να πληρώσει τους λογαριασμούς – δεν είναι κάτι θετικό για την κοινωνία μας», γράφει. «Δουλεύουμε περισσότερες ώρες απ’ ό,τι οι γονείς ή οι παππούδες μας, και αυτό έχει κόστος στον προσωπικό και οικογενειακό μας χρόνο. Μας εξαντλεί σωματικά και ψυχικά. Είναι μια πορεία μακριά από – και όχι προς – την ανθρώπινη ευημερία».
Θα μπορούσε να πει κανείς πως η λύση θα ήταν απλή: καλύτερες αμοιβές. Αλλά η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Οι επιχειρήσεις πληρώνουν ό,τι αντέχει η αγορά, και παρά τη σχετική ισχύ της αγοράς εργασίας, οι μισθολογικές αυξήσεις έχουν σταθεροποιηθεί μετά τα υψηλά της περιόδου μετά την πανδημία. Πολλοί εργαζόμενοι, λοιπόν, έχουν μπροστά τους ένα δίλημμα: πολυεργασία ή όχι;
Ορισμένοι επιλέγουν να μην μπουν σε αυτόν τον δρόμο. Είναι ικανοποιημένοι με το εισόδημά τους, την ισορροπία εργασίας και προσωπικής ζωής, ή τις ευκαιρίες που βλέπουν στον χώρο εργασίας τους.
Άλλοι, όμως, βλέπουν την πολυεργασία ως μια μορφή επιχειρηματικότητας. Το φαινόμενο συνδέεται άμεσα με τη ραγδαία άνοδο νέων startups τα τελευταία χρόνια. Μπορεί ένα side project να αφαιρεί χρόνο από την προσωπική ζωή, αλλά μπορεί να βοηθήσει στην αποταμίευση για σπουδές, για συνταξιοδότηση ή απλώς για να νιώσει κανείς πιο ασφαλής. Αν μάλιστα το επιπλέον έργο είναι δημιουργικό και προσφέρει προσωπική ικανοποίηση, μπορεί να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση και την αίσθηση σκοπού, όπως γράφει ο Guardian.
Το να εστιάζουμε στο αν η πολυεργασία είναι θετική ή αρνητική ίσως χάνει τη μεγαλύτερη εικόνα: είναι η νέα πραγματικότητα. Η εποχή που κάποιος εργαζόταν 9 με 5 και αυτό αρκούσε για να ζει άνετα έχει περάσει. Σήμερα, για να ανταποκριθεί κανείς στις απαιτήσεις της ζωής – από streaming συνδρομές και γυμναστήρια μέχρι φροντιστήρια και διακοπές – οι επιλογές είναι δύο: περιορισμός εξόδων ή αύξηση εισοδήματος. Και για πολλούς, η δεύτερη λύση είναι μονόδρομος.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα
Η κατάσταση δεν είναι πολύ διαφορετική. Με τον πληθωρισμό να επιβαρύνει βασικά αγαθά και το κόστος στέγασης να αυξάνεται, όλο και περισσότεροι νέοι Έλληνες στρέφονται σε συμπληρωματικές μορφές απασχόλησης: freelancing, delivery, δημιουργία περιεχομένου, τουριστικά επαγγέλματα ή εποχιακή εργασία.
Παράλληλα, η εργασία μέσω ψηφιακών πλατφορμών (gig economy) εξαπλώνεται, με τα οφέλη αλλά και τις επισφάλειες που τη συνοδεύουν. Η πολυεργασία, λοιπόν, δεν είναι μια τάση που αφορά μόνο το εξωτερικό – είναι ήδη μέρος της ελληνικής καθημερινότητας.
Στην Ελλάδα, το 40% των Gen Z και το 48% των Millennials θεωρούν το κόστος ζωής ως την κορυφαία ανησυχία τους. Επιπλέον, οι νέοι αυτοί αναζητούν εργασίες με σκοπό και δεν διστάζουν να απορρίψουν θέσεις που δεν ευθυγραμμίζονται με τις αξίες τους.
*Από την Αλεξάνδρα Τάνκα