Oι δημογραφικές αλλαγές που προκαλούνται από τη γήρανση του πληθυσμού στην Ευρώπη εδραιώνονται όλο και περισσότερο.
Καθώς τα αγαπημένα πρόσωπα γερνούν ή αντιμετωπίζουν μακροχρόνιες ασθένειες και αναπηρίες, η ζήτηση για φροντίδα αυξάνεται κατακόρυφα.
Όμως το εργατικό δυναμικό δεν συμβαδίζει.
Ένας στους πέντε Ευρωπαίους είναι ήδη 65 ετών ή μεγαλύτερος, και μέχρι το 2050, ο αριθμός αυτός θα φτάσει το 30%.
Αυτή η δημογραφική αλλαγή θα οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης για εργαζόμενους στον τομέα της φροντίδας κατά 23,5%. Αλλά από πού θα έρθουν αυτοί οι εργαζόμενοι;
Αυτή τη στιγμή, οι αριθμοί δεν βγαίνουν.
Ο γηράσκων Ευρωπαίος πληθυσμός
Ο τομέας της μακροχρόνιας φροντίδας στην Ευρώπη απασχολεί περίπου 6,3 εκατομμύρια άτομα, ωστόσο υπάρχει ήδη τεράστια έλλειψη φροντιστών.
Εκατομμύρια οικογένειες αναλαμβάνουν δράση, με 44 εκατομμύρια Ευρωπαίους – κυρίως γυναίκες – να παρέχουν άμισθη, άτυπη φροντίδα σε ηλικιωμένους συγγενείς.
Το βάρος αυτό δεν αναγνωρίζεται επαρκώς ούτε είναι βιώσιμο.
Η πρόσφατη έρευνά που παρατίθεται στο The Conversation δείχνει το βαθμό στον οποίο οι μετανάστες εργαζόμενοι γεφυρώνουν αυτό το κενό.
Τι λένε οι αριθμοί
Σε ολόκληρη την ΕΕ, σχεδόν το 10% των εργαζομένων στη μακροχρόνια φροντίδα είναι αλλοδαπής καταγωγής. Ορισμένοι προέρχονται από την ΕΕ, αλλά πολλοί έρχονται από τη Νότια Αμερική (20%), την Αφρική (12%) και την Ασία (10%).
Μόλις φτάσουν στην Ευρώπη, καλύπτουν ένα κρίσιμο κενό στο σύστημα φροντίδας, αναλαμβάνοντας εργασίες που οι ντόπιοι εργαζόμενοι δεν θέλουν ή δεν μπορούν να κάνουν.
Παρά τον ουσιαστικό τους ρόλο, οι μετανάστες εργαζόμενοι στη φροντίδα συχνά υφίστανται κακή μεταχείριση.
Πολλοί εργάζονται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, κερδίζοντας χαμηλότερους μισθούς από τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους και αντιμετωπίζοντας συνθήκες εκμετάλλευσης.
Ορισμένοι εργάζονται σε αδήλωτες θέσεις εργασίας, χωρίς νομική προστασία, καθιστώντας τους ευάλωτους.
Στη Νορβηγία, οι μετανάστες φροντιστές τείνουν να λαμβάνουν θέσεις εργασίας χαμηλότερου επιπέδου, ακόμη και όταν τα προσόντα τους είναι ίδια ή ανώτερα από εκείνα των ντόπιων συναδέλφων τους.
Σε ορισμένες χώρες της ΕΕ, οι περιοριστικές μεταναστευτικές πολιτικές δυσχεραίνουν τα πράγματα για τους μετανάστες εργαζόμενους στον τομέα της φροντίδας.
Στην Κύπρο και τη Μάλτα, για παράδειγμα, οι μετανάστες εργαζόμενοι στον τομέα της φροντίδας με προσωρινή βίζα δεν έχουν πρόσβαση σε κοινωνικές παροχές, ακόμη και μετά από χρόνια υπηρεσίας.
Πολλοί παλεύουν επίσης με γλωσσικούς φραγμούς, γεγονός που δυσχεραίνει τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους ή την αναγνώριση των προσόντων τους.
Ελλείψεις εργατικού δυναμικού
Σχεδόν όλες οι χώρες της ΕΕ αντιμετωπίζουν κρίσιμες ελλείψεις εργατικού δυναμικού στον τομέα.
Το πρόβλημα είναι χειρότερο στις χώρες της ΕΕ με χαμηλότερο εισόδημα, όπου η προσέλκυση και η διατήρηση εργαζομένων στη φροντίδα είναι πιο δύσκολη.
Οι χαμηλοί μισθοί και οι δύσκολες συνθήκες εργασίας καθιστούν αυτές τις θέσεις εργασίας μη ελκυστικές για τους ντόπιους, ωθώντας πολλούς να αναζητήσουν εργασία σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης με καλύτερες αμοιβές.
Οι ανισότητες είναι έντονες.
Στις Κάτω Χώρες, οι εργαζόμενοι κερδίζουν το 96% του εθνικού μέσου ωρομισθίου.
Στη Βουλγαρία, το ποσοστό αυτό είναι μόλις 62%.
Πολλά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής υποφέρουν επίσης από έλλειψη υπηρεσιών κατ’ οίκον φροντίδας, αναγκάζοντας τις οικογένειες να βασίζονται σε υποχρηματοδοτούμενα γηροκομεία.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εισήγαγε το πακέτο δεξιοτήτων και ταλέντων το 2022, για να βελτιώσει τις συνθήκες και τις διαδικασίες νόμιμης μετανάστευσης για τους εργαζόμενους σε τομείς με ελλείψεις.
Αυτό περιελάμβανε μια πρόταση για τη δεξαμενή ταλέντων της ΕΕ – μια ψηφιακή πλατφόρμαγια να συνδέσει εργοδότες στην ΕΕ με ειδικευμένους εργαζόμενους από χώρες εκτός ΕΕ.
Η επιτροπή πολιτικών ελευθεριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε το σχέδιο τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους, ανοίγοντας τον δρόμο για μια νέα προσέγγιση στη διεθνή πρόσληψη προσωπικού.
Εάν εφαρμοστεί σωστά, η πρωτοβουλία αυτή θα μπορούσε να συμβάλει στην κάλυψη του ευρωπαϊκού κενού σε εργατικό δυναμικό στον τομέα της περίθαλψης και να παράσχει μια νόμιμη, δομημένη οδό για την ένταξη ειδικευμένων μεταναστών στον τομέα.
Όμως, η αντίσταση στη μετανάστευση παραμένει ένα τεράστιο εμπόδιο.
Αντι-μεταναστευτικό συναίσθημα και ρατσισμός
Οι Ευρωπαίοι θέλουν οι ηλικιωμένοι συγγενείς τους να λαμβάνουν ποιοτική φροντίδα, αλλά πολλοί δεν είναι πρόθυμοι να δεχτούν ότι οι ξένοι εργαζόμενοι είναι ένας από τους τρόπους για να συμβεί αυτό.
Η έρευνα δείχνει ότι οι δυτικοευρωπαίοι Millennials (γεννημένοι 1982-1991) είναι πλέον πιο αντι-μεταναστευτικοί από εκείνους που γεννήθηκαν μεταξύ 1952-1961.
Η ΕΕ αναγνωρίζει την ανάγκη για αλλοδαπούς εργαζόμενους, αλλά οι πολιτικοί διστάζουν να προβάλουν την υπόθεση δημοσίως.
Η στάση της κοινής γνώμης απέναντι στη μετανάστευση παραμένει βαθιά διχασμένη, ενώ συχνά προτιμώνται μετανάστες από άλλες χώρες της ΕΕ ή από την Ουκρανία, μετά την εισβολή της Ρωσίας το 2022.
Η εξάρτηση της ΕΕ από τους μετανάστες εργάτες φροντίδας θα αυξηθεί τις επόμενες δεκαετίες.
Ποια είναι η λύση;
Ωστόσο, η απλή πρόσληψη περισσότερων αλλοδαπών εργαζομένων δεν αποτελεί βιώσιμη λύση αν δεν αλλάξει το ίδιο το σύστημα.
Διάφορα μέτρα θα μπορούσαν να βοηθήσουν να διασφαλιστεί ότι οι μετανάστες εργαζόμενοι θα τυγχάνουν δίκαιης μεταχείρισης.
- Πρώτον, η καθιέρωση μιας ειδικής θεώρησης για τη φροντίδα για τους εργαζομένους από τρίτες χώρες θα τους εξασφάλιζε νομικό καθεστώς και εργασιακή ασφάλεια.
- Απαιτείται ισχυρότερη νομική προστασία από τις συμβάσεις εκμετάλλευσης και τους άδικους μισθούς.
- Και η διευκόλυνση της αναγνώρισης αλλοδαπών προσόντων θα επέτρεπε στους ειδικευμένους εργαζόμενους να αναλάβουν ρόλους που ανταποκρίνονται καλύτερα στην εμπειρία τους.
- Οι δικαιότεροι μισθοί και οι συνθήκες εργασίας είναι ουσιώδεις για την προσέλκυση και τη διατήρηση τόσο των μεταναστών όσο και των ντόπιων εργαζομένων.
- Η διεθνής συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει ηθικές, ρυθμιζόμενες μεταναστευτικές οδούς.
Το συμπέρασμα είναι το εξής: Ο πληθυσμός της Ευρώπης γερνάει, και χωρίς τους μετανάστες εργαζόμενους, εκατομμύρια οικογένειες θα δυσκολευτούν να βρουν φροντίδα για τους αγαπημένους τους.
Η Ευρώπη πρέπει να στηρίξει και να προστατεύσει τους εργαζόμενους, τόσο τους μετανάστες όσο και τους ντόπιους, στο σύστημα φροντίδας για το δικό της καλό.
Από την Σιμόνη Σωτηρέλη Παπαδοπούλου