Σε αντίθεση με τη θεϊκή παρουσία του Ιησού Χριστού που από τότε που ο κόσμος του Χριστιανισμού τον όρισε και αποδέχθηκε ως θεάνθρωπο δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, η ανθρώπινη πλευρά του, μοιραία ενεπλάκη με τις ανθρώπινες αδυναμίες και μάλιστα εσκεμμένα από τη Θεϊκή βούληση: για τη σωτηρία. Ανάμεσα στους πολλούς ανθρώπους τους οποίους συναναστράφηκε ο Χριστός, είναι μια εταίρα, η Μαρία Μαγδαληνή και ένας από τους μαθητές του, ο Ιούδας Ισκαριώτης, ο οποίος, όπως γνωρίζουμε, τον πρόδωσε. Μπορεί μεν ο Θεός να απέχει από τέτοιες εμπλοκές, όμως ο Ανθρωπος είναι εκείνος που τις υφίσταται.

Η πορνεία λιθοβολείται από την κοινωνία των φανατικών της εποχής του Χριστού και η προδοσία πληρώνεται με τριάκοντα αργύρια. Αυτά ήταν τα δεδομένα της κοινωνίας που αποφάσισε ότι ο (Ανθρωπος) Ιησούς Χριστός έπρεπε να σταυρωθεί. Φτιαγμένοι από σάρκα και οστά, γεμάτοι πάθη και αδυναμίες, ο Ιούδας Ισκαριώτης και η Μαρία Μαγδαληνή είναι δύο από τους μη «εξαϋλωμένους» ήρωες του Θείου Δράματος. Και είναι αυτά τα πάθη και αυτές οι αδυναμίες που συνέβαλαν στην κορύφωση του δράματος με τη σταύρωση του Ιησού Χριστού.

Το Θείο Δράμα έχει υπάρξει πηγή έμπνευσης στον κόσμο του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, όμως στον κόσμο του θεάματος τα πράγματα λειτουργούν με τους δικούς τους όρους και κανόνες. Οι κινηματογραφιστές επιλέγουν τμήματα της Αγίας Γραφής για να τα μετατρέψουν σε σενάρια με συγκεκριμένες ιστορίες και συγκεκριμένους ήρωες και όπως πολύ καλά γνωρίζουμε οι απαιτήσεις της σόου μπίζνες θέτουν τους δικούς τους άγραφους νόμους και συχνά υπάρχει μια διαφορετική ματιά που χωρίς ακριβώς να παραποιεί τα γεγονότα, τα θέτει κάτω από ένα «άλλο πρίσμα», κάτι που προσθέτει ενδιαφέρον σε αυτά τα εγχειρήματα.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο λοιπόν που ανέκαθεν ο Ιησούς Χριστός ανήκε στους πιο «επικίνδυνους» ήρωες του οπτικοακουστικού θεάματος. Προφήτης, Μεσσίας, ο Υιός του Θεού – μεγάλοι όροι και δύσκολο το έργο του ηθοποιού που αποφασίζει να τον ενσαρκώσει, παγιδευμένου εξαρχής σε μια πληθώρα δραματικών αντιφάσεων. Ποιος μπορεί να πείσει εύκολα πως είναι άνθρωπος και ταυτόχρονα Θεός; Ευγενικός αλλά δυναμικός. Χαρισματικός μα τρωτός.

Διόλου παράξενο που ενώ οι περισσότεροι από τους ηθοποιούς που ανέλαβαν να φορέσουν τον βαρύ χιτώνα του Ιησού, ενώ είναι εξαιρετικοί, δεν κατάφεραν να μεταφέρουν στην οθόνη τη χρυσή τομή που ενώνει το θείο με το ανθρώπινο στοιχείο. Και δεν απέβαλαν ποτέ τη βαριά σκιά του «ήρωα» – αρκεί να θυμηθούμε τις περιπτώσεις των Ρόμπερτ Πάουελ («Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ»), Τζέφρεϊ Χάντερ («Ο Βασιλιάς των Βασιλέων») και σχετικά προσφάτως του Τζιμ Καβίζελ («Τα πάθη του Χριστού»).

Από την άλλη μεριά, το όνομα και μόνο του Ιούδα, φέρνει στον νου λέξεις όπως προδότης, καταδότης, σπιούνος, φιλάργυρος. Εκ πρώτης όψεως, εδώ, το έργο του ηθοποιού o οποίος έχει κληθεί να ενσαρκώσει τον Ιούδα δείχνει μάλλον εύκολο γιατί σε αυτή την περίπτωση απουσιάζουν οι «παγίδες» και οι ελευθερίες του ηθοποιού δείχνουν να είναι περισσότερες. Σε γενικές γραμμές ό,τι σχετίζεται με τον Ιούδα είναι πολύ απλό. Ακολούθησε τον Ιησού, τον πρόδωσε στους Ρωμαίους και στη συνέχεια, μετανιωμένος, κρεμάστηκε. Να όμως, που χωρίς να ξεφύγει από τα βασικά χαρακτηριστικά του Ιούδα, ο κινηματογραφικός Ιούδας εμφανίζεται συχνά παραλλαγμένος και σε ορισμένες περιπτώσεις, ριζοσπάστης.

«Τελευταίος πειρασμός»

Στην ιστορία του κινηματογράφου δεν υπάρχει καμία ταινία άλλη από τον «Τελευταίο πειρασμό» (The last temptation, 1988) του Μάρτιν Σκορσέζε που να προκάλεσε τόσο μεγάλη θύελλα διαμαρτυριών την εποχή της πρώτης προβολής της. Στα χέρια του καθολικού σκηνοθέτη, το μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη μετατράπηκε σε χειροβομβίδα και το μόνο που είχε να κάνει ο Σκορσέζε ήταν να τραβήξει την περόνη. Να γυρίσει την ταινία. Και το έκανε. Με τη βαριά μπρουκλινέζικη προφορά του Χάρβεϊ Καϊτέλ, ο Ιούδας του «Πειρασμού», όχι μόνον δεν έχει την εικόνα του προδότη, αλλά δείχνει δυναμικότερος ηγέτης απ’ ό,τι ο Ιησούς του Γουίλεμ Νταφόε. Πολλάκις ο Ιησούς του «Πειρασμού» στρέφεται με αγωνία προς τον Ιούδα και αναρωτιέται τι να κάνει και πώς. Για τον Ιούδα του Σκορσέζε σημασία έχει ο αγώνας για την απελευθέρωση της Ιουδαίας! «Εγώ παλεύω!» φωνάζει στον Ναζωραίο. «Εσύ συνεργάζεσαι!».

«Βασιλέας των Βασιλέων»

Στην απέναντι όχθη, στον «Βασιλέα των Βασιλέων» (King of Kings, 1961), ο αμερικανός ηθοποιός Ριπ Τορν έπαιξε έναν «επιμελημένα μοχθηρό» Ιούδα. Ο κλασικός «κακός» που φαίνεται από μακριά και που η κακία του ήρωα είναι ολοφάνερα σχηματική. Ακόμα και τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του έχουν κάτι το επιτηδευμένο και γελοίο, με το περουκίνι, το βλοσυρό ύφος, την αργόσυρτη (τεξανική προφορά). Ο Ιούδας του Τορν είναι εκείνος που πιθανόν θέλει η Εκκλησία. Πίστευε και μη ερεύνα: Ο Ιούδας ήταν το μαύρο πρόβατο. Τελεία και παύλα.

«Ιησούς από τη Ναζαρέτ»

Το ερευνητικό και διεισδυτικό βλέμμα του Ιαν ΜακΣέιν στη μίνι σειρά του Φράνκο Τζεφιρέλι «Ιησούς από τη Ναζαρέτ» (Jesus of Nazareth, 1977), ήταν το εργαλείο του βρετανού ηθοποιού να πλάσει τον Ιούδα έτσι όπως ο περισσότερος κόσμος θα τον θέλαμε. Ο Ιούδας του λέει λίγα, ακούει πολλά και με τις κεραίες του διαρκώς τεντωμένες βλέπει περισσότερα. Είναι έξυπνος και με συγκεκριμένα σχέδια στο μυαλό του. Τα μάτια του εξερευνούν με βουλιμία τον χώρο και τους ανθρώπους, αναζητώντας την κατάλληλη ευκαιρία για να αρπάξουν. Αυτά τα μάτια έπλασαν τον πιο εφιαλτικά μουλωχτό Ιούδα της οθόνης! Ο οποίος, παραδόξως, είναι και ο πιο όμορφος.

«Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο»

Λίγα χρόνια αργότερα, στο «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» (Il Vangelo Secondo Matteo, 1966) του ιταλού σκηνοθέτη Πιέρ Πάολο Παζολίνι, την πιο «πολιτική» και συγχρόνως ασκητική ταινία για τα Πάθη του Χριστού, όλα είναι «γυμνά». Ο ισπανός (ερασιτέχνης) ηθοποιός Ενρίκε Ιραζόκι ως Ιησούς έχει αυθεντικά ασκητική παρουσία, σκουρόχρωμα χαρακτηριστικά και κάτι το βαθιά ανθρώπινο. Και ο Ιούδας του Οτέλο Σεστίλ εμφανίζεται αμακιγιάριστος, αξύριστος, αβέβαιος και όχι ιδιαίτερα έξυπνος. Δεν θυμίζει τόσο φιλάργυρο καταδότη, όσο έναν βαθιά διχασμένο άνθρωπο, παρασυρμένο από το δέλεαρ του εύκολου χρήματος που θα σημάνει και τη δική του καταστροφή.

«Godspell»

Μέσα στο πάνελ των πολλών προσώπων του Ιούδα Ισκαριώτη, θα βρούμε και τον γοητευτικό χίπι: την ίδια χρονιά με την ταινία «Jesus Christ Superstar», το 1973, ένα άλλο μιούζικαλ ονόματι «Godspell» κάνει την εμφάνισή του στις αίθουσες. Μια ελεύθερη, μοντέρνα διασκευή των Παθών του Χριστού, τοποθετημένη στη Νέα Υόρκη της εποχής της ταινίας. Το πρόβλημα με το «Godspell» όμως ήταν ότι δεν είχε καμία σχέση με τον Χριστιανισμό. Ενώ το σχέδιο ήταν μια στυλιζαρισμένη μιούζικαλ βερσιόν του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, το αποτέλεσμα δεν ξέφευγε από την υπεραπλούστευση και το δίχως νόημα κιτς. Ο Ντέιβιντ Χάσκελ έπαιξε έναν Ιούδα που ως μορφή θύμιζε περισσότερο τον Ιησού, ενώ ο Βίκτορ Γκάρμπερ, με άφρο κόμμωση και φανελάκι… Σούπερμαν δεν παρέπεμπε σε… τίποτε.

«Jesus Christ Superstar»

Το 1973 ο προτεστάντης σκηνοθέτης Νόρμαν Τζούισον θα γυρίσει την παροιμιώδη πλέον μιούζικαλ βερσιόν των Παθών του Χριστού «Jesus Christ Superstar», στην οποία το ένα «αντί» ακολουθούσε το άλλο. Μια από τις καινοτομίες ήταν το χρώμα του δέρματος του Ιούδα, τον οποίο εδώ ενσαρκώνει μαύρος ηθοποιός, ο Καρλ Αντερσον. Η προκλητική επιλογή – όπως άλλωστε όλη η ταινία – εξόργισε στην εποχή της, καθώς πολλοί θεώρησαν ότι έτσι υποβιβάζεται το μαύρο στοιχείο.

«Πόντιος Πιλάτος»

Και θα κλείσουμε αυτή την αναδρομή στα πολλά πρόσωπα του Ιούδα Ισκαριώτη με την αρκετά ενδιαφέρουσα περίπτωση Ιούδα της ξεχασμένης ταινίας «Πόντιος Πιλάτος» (Ponzio Pilato, 1962), η οποία όπως φαίνεται και από τον τίτλο της εστιάζει στο πρόσωπο του δικαστή του Ιησού τον οποίο υποδύεται ο γάλλος ηθοποιός Ζαν Μαρέ. Είναι όμως ενδιαφέρουσα γιατί εδώ, ο ηθοποιός Τζον Ντριου Μπάριμορ που ενσαρκώνει τον Ιούδα, υποδύεται και τον… Ιησού! Παρότι το αποτέλεσμα είναι φαιδρό, ο λόγος για τον οποίο έγινε αυτό ήταν συγχρόνως πρωτότυπος αλλά και εξωφρενικός! Οι σκηνοθέτες Ερβινγκ Ράπερ και Τζιάν Πάολο Καλεγκάρι θέλησαν να ταυτίσουν την εικόνα του δασκάλου και του «κακού» μαθητή, υπονοώντας τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Premium έκδοση ΤΑ ΝΕΑ

*Από τον Γιάννη Ζουμπουλάκη