Γύρω στο απογευματάκι, μετά από το μεσημεριανό φαγητό μπορεί να μας έρθει υπνηλία, ίσως τα βλέφαρά μας να κλείνουν και να χάνουμε τη δυνατότητά μας να συγκεντρωθούμε σε ό,τι κάνουμε. Αν είμαστε σε περιβάλλον που μας το επιτρέπει, όπως για παράδειγμα στο σπίτι μας, τότε μπορούμε να πάρουμε έναν υπνάκο! Αυτός ο ύπνος, όμως, μας κάνει πράγματι καλό;

Ένας μισάωρος μεσημεριανός ύπνος συνήθως μας ξεκουράζει. Ξυπνάμε ανανεωμένοι και έτοιμοι να συνεχίσουμε τη μέρα μας, με περισσότερη ενέργεια. Όμως, το βράδυ της ίδιας μέρας είναι πιθανόν να μην καταφέρουμε να κοιμηθούμε, αλλά να στριφογυρίζουμε γεμάτοι υπερένταση στο κρεβάτι μας.

Αν δεν έχουμε πιει αργά καφέ, μπορεί να αναρωτιόμαστε γιατί να συμβαίνει αυτό. Και όμως ο λόγος μπορεί να είναι η μεσημεριανή αυτή ξεκούραση που μας είχε φανεί τόσο αναζωογονητική τη στιγμή που τη χρειαζόμασταν.

Οι μεσημεριανές σιέστες έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνουν τη διάθεση, ενισχύουν την εγρήγορση, τη μνήμη και την παραγωγικότητα, ωστόσο ενδέχεται να έχουν και μερικά αρνητικά αποτελέσματα. Βέβαια, το πώς επιδρούν στον οργανισμό έχει σχέση και με τη διάρκειά τους.

Τι λένε οι έρευνες για τον μεσημεριανό ύπνο

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2015 στο επιστημονικό περιοδικό PLOS One, μία σύντομη μεσημεριανή σιέστα, ιδανικά ακολουθούμενη από έκθεση σε έντονο φως, μπορεί να βοηθήσει στην καταπολέμηση της κούρασης και να βελτιώσει τις γνωστικές λειτουργίες, χωρίς να επηρεάσει τον βραδινό ύπνο.

Όταν παίρνουμε έναν γρήγορο υπνάκο, επιτρέπουμε στον εγκέφαλό μας να ξεκουραστεί χωρίς να μπει σε βαθύ ύπνο, διευκολύνοντας έτσι το ξύπνημα που συνοδεύεται από αίσθημα ανανέωσης. Αντίθετα, μια υπερβολικά μεγάλη μεσημεριανή σιέστα, μπορεί να οδηγήσει σε ένα κακό ξύπνημα.

Ενδέχεται, δηλαδή, αν κοιμηθούμε για περισσότερη ώρα, να ξυπνήσουμε ακόμη πιο κουρασμένοι από πριν, να είμαστε αποπροσανατολισμένοι ή να δυσκολευτούμε πολύ για να αποκοιμηθούμε αργότερα το βράδυ.

Όταν ένας μεσημεριανός ύπνος ξεπερνά τα 30 λεπτά, ο εγκέφαλος περνά σε ένα βαθύτερο στάδιο ύπνου, στον λεγόμενο «ύπνο αργών κυμάτων», καθιστώντας πολύ πιο δύσκολο το ξύπνημα.

Σύμφωνα με σχετική έρευνα του 2016, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Sleep Medicine Reviews, όταν ξυπνάμε μετά από έναν πολύ βαθύ ύπνο, είναι πιθανό να μην καταφέρουμε να επανέλθουμε γρήγορα στην πραγματικότητα.

Μπορεί αυτό να μας κρατήσει σε κατάσταση αποπροσανατολισμού για περισσότερο από μία ώρα μετά και βέβαια ενδέχεται να έχει και σοβαρές επιπτώσεις, αν σε αυτό το διάστημα προσπαθήσουμε να εκτελέσουμε κρίσιμες εργασίες, να πάρουμε σημαντικές αποφάσεις ή να καταπιαστούμε με κάποια χειρωνακτική δουλειά, που απαιτεί πολλή προσοχή και ακρίβεια, όπως για παράδειγμα ο χειρισμός μηχανημάτων.

Το βιολογικό μας ρολόι και ο μεσημεριανός ύπνος

Το κλειδί για να έχουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα βρίσκεται στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το σώμα ρυθμίζει τον ύπνο και την εγρήγορση.

Οι περισσότεροι άνθρωποι βιώνουν μια φυσική μείωση της εγρήγορσής τους νωρίς το απόγευμα, συνήθως μεταξύ 1 μ.μ. και 4 μ.μ.

Αυτό δεν οφείλεται μόνο σε ένα βαρύ γεύμα, αλλά στο εσωτερικό μας βιολογικό ρολόι, που δημιουργεί κύκλους εγρήγορσης και κούρασης κατά τη διάρκεια της ημέρας. Σε αυτό οφείλεται και η νύστα που νιώθουμε, μετά το μεσημεριανό μας φαγητό.

Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να πέφτουμε για έναν μεσημεριανό ύπνο, αλλά να βάζουμε ένα ξυπνητήρι στο μισάωρο, ώστε να μην έχουμε ανεπιθύμητες συνέπειες!