«Ό,τι δεν με σκοτώνει, με κάνει πιο δυνατό», έγραψε ο Γερμανός φιλόσοφος Φρίντριχ Νίτσε τον 19ο αιώνα. Παραλλαγές αυτής της ρήσης υπάρχουν σε λογοτεχνικά, πνευματικά αλλά και ψυχολογικά κείμενα. Σχετική έρευνα υποδεικνύει ότι τουλάχιστον το μισό των ατόμων που βιώνουν τραυματικές εμπειρίες, όχι μόνο αναρρώνουν από το τραύμα, αλλά αναπτύσσουν και μεγαλύτερη εκτίμηση για τη ζωή, πιο ισχυρές σχέσεις και συναισθηματική δύναμη, ένα φαινόμενο που οι ερευνητές αποκαλούν «μετατραυματική ανάπτυξη».

Η ιδέα ότι τα άσχημα γεγονότα μπορεί συχνά να οδηγήσουν σε καλά αποτελέσματα είναι ελκυστική, ιδιαίτερα στην εποχή μας. Αλλά, σε παλαιότερο συνέδριο της Ένωσης για την Ψυχολογική Επιστήμη στο Σικάγο, κάποιοι ερευνητές χαρακτήρισαν τα ευρήματα της μετατραυματικής ανάπτυξης ως «κυρίως ψευδή«. Οι μελέτες ανάπτυξης πάσχουν από σοβαρές μεθοδολογικές αδυναμίες, υποστήριξαν. Σύμφωνα με τους ίδιους, το κίνητρο για τη μελέτη του τραύματος υπό όρους ανάπτυξης πηγάζει από τον δυτικό τρόπο σκέψης που τείνει να εκτιμά τα θετικά συναισθήματα και να υποτιμά ή να αποφεύγει τα αρνητικά. Αυτό μπορεί να ασκήσει πίεση στα άτομα μετά το τραύμα και να αρνηθούν ή να καταπνίξουν τα αρνητικά τους συναισθήματα, κάτι που θα μπορούσε να έχει βλαβερές συνέπειες.

Παλαιότερα, οι ψυχολόγοι μπορεί να αντιμετώπιζαν τη δυσκολία ενός ατόμου να ανακάμψει από τραυματικά γεγονότα ως προσωπική αποτυχία, αλλά η έρευνα για τους βετεράνους του Πολέμου του Βιετνάμ και άλλους επιζώντες από τραύματα άρχισε να αλλάζει αυτόν τον τρόπο σκέψης. Το 1980, η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία δημιούργησε μια κατηγορία για το μετατραυματικό στρες στο εγχειρίδιο των ψυχικών διαταραχών. Αυτοί που αγωνίζονται με τη διαταραχή μπορεί να βιώσουν αναδρομές, εφιάλτες και έντονη ανησυχία. Αλλά μόνο περίπου το 1/5 των ανθρώπων που βιώνουν τραύμα αναπτύσσουν μετατραυματικό στρες, συνειδητοποίησαν οι ψυχολόγοι.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι ψυχολόγοι Ρίτσαρντ Τεντέσκι και Λόρενς Καλχούν, και οι δύο τότε στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στο Σάρλοτ, έγραψαν στο περιοδικό Journal of Traumatic Stress ότι η εστίαση στην ταλαιπωρία επισκίαζε το καλό που μπορεί να προκύψει από το τραύμα. Ανέπτυξαν μάλιστα το γνωστό «κατάλογο ανάπτυξης», που αξιολογεί τα θετικά αποτελέσματα που αναφέρουν οι άνθρωποι μετά από την εμπειρία ενός τραυματικού γεγονότος. Ωστόσο, κάποιοι ερευνητές άρχισαν σύντομα να αμφισβητούν την ικανότητα των ανθρώπων να απαντούν με ακρίβεια στην έρευνα ανάπτυξης.

Θυμόμαστε πώς νιώθαμε στο παρελθόν;

Σε μια πλέον θεμελιώδη μελέτη στο Psychological Science, οι ερευνητές εξέτασαν περίπου 1.500 προπτυχιακούς φοιτητές και τους παρακολούθησαν για οκτώ εβδομάδες. Μία φορά στην αρχή της μελέτης και μία στο τέλος, οι φοιτητές απάντησαν σε έρευνες για κάθε μία από τις πέντε κατηγορίες ανάπτυξης που καλύπτονταν από το «κατάλογο ανάπτυξης», μαζί με μια τροποποιημένη εκδοχή του καταλόγου.

Σε αντίθεση με τον κατάλογο των Τεντέσκι και Καλχούν, που ζητούσε από τους συμμετέχοντες να συγκρίνουν την παρούσα κατάσταση του μυαλού τους με το παρελθόν, οι επιστήμονες ζητούσαν από τους συμμετέχοντες να αναλογιστούν μόνο το παρόν.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου των οκτώ εβδομάδων, 122 φοιτητές ανέφεραν ότι βίωσαν ένα τραυματικό γεγονός που τους προκάλεσε υψηλά επίπεδα στρες. Αυτοί οι φοιτητές συμπλήρωσαν επίσης τον τυπικό κατάλογο ανάπτυξης στο τέλος των οκτώ εβδομάδων. Οι ερευνητές δεν βρήκαν καμία συσχέτιση μεταξύ των υψηλών βαθμολογιών ανάπτυξης στον τυπικό κατάλογο και των πραγματικών βαθμολογιών ανάπτυξης στον τροποποιημένο κατάλογο και τις πέντε έρευνες που σχετίζονται με την ευημερία.

Αυτή η ασυμφωνία συμβαίνει επειδή οι άνθρωποι δεν τα πάμε πολύ καλά στο να θυμόμαστε πώς νιώθαμε στο παρελθόν, υποστήριξαν οι επικεφαλείς συγγραφείς.

Από την άλλη πλευρά, το τραύμα ενδέχεται να «χωρίζει» τη ζωή ενός ατόμου σε «πριν» και «μετά», κάνοντάς το πιο εφικτό για πολλούς ανθρώπους να διακρίνουν τις αλλαγές με την πάροδο του χρόνου. Επιπλέον, η ανάπτυξη απαιτεί χρόνο. Αλλά πόσο; Κι αν περάσει αρκετός χρόνος, πώς μπορεί κάποιος να ξέρει αν η ανάπτυξη προέρχεται από το τραύμα και όχι από κάποια άλλη συνθήκη της ζωής, όπως η μετακόμιση σε άλλη πόλη ή η απόκτηση παιδιών;

Ο Τεντέσκι και οι συνάδελφοί του ανέπτυξαν αργότερα έναν νέο κατάλογο ανάπτυξης που λαμβάνει επίσης υπόψη τις αρνητικές αλλαγές μετά το τραύμα. Αλλά δεν έχει χρησιμοποιηθεί τόσο ευρέως στην έρευνα για τη μετατραυματική ανάπτυξη όσο ο αρχικός.

Η αντίδραση στο τραύμα είναι περίπλοκη

Τελικά, ίσως η πιο συμπονετική απάντηση στον πόνο είναι να επικυρώσουμε τα συναισθήματα των ατόμων. Το πώς αντιδρούν οι άνθρωποι στις αντιξοότητες είναι περίπλοκο. Κάποιοι μπορεί να αλλάξουν με θετικούς τρόπους. Άλλοι με αρνητικούς και ορισμένοι, ίσως καθόλου…

Κλείνοντας, αξίζει να αναφερθεί μία σχετικά μελέτη που υποστήριξε ότι οι αντιξοότητες συνήθως δεν επηρεάζουν την πνευματικότητα, το νόημα της ζωής ή την προσωπικότητα των ανθρώπων σε σημαντικό βαθμό, αλλά υπάρχει τουλάχιστον μια θετική αλλαγή: οι καλύτερες σχέσεις. Αυτό που δεν μας σκοτώνει μπορεί να μην μας κάνει πιο δυνατούς ως άτομα, αλλά μας κάνει πιο δυνατούς σχεσιακά. Εμβαθύνει και ενισχύει τους δεσμούς μας με φίλους και μέλη της οικογένειας. Έτσι, κατά κάποιο τρόπο, ο Νίτσε μπορεί να είχε τελικά και δίκιο.