Η επιστημονική έρευνα έχει αποκαλύψει στο παρελθόν πως οι γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν τη νόσο που κλέβει τη μνήμη. Ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει μόνο επειδή ζουν περισσότερο και η ηλικία είναι ο μεγαλύτερος παράγοντας κινδύνου για τη νόσο, όπως έχουν υποστηρίξει οι επιστήμονες. Σύμφωνα με πρόσφατα ευρήματα, οι γυναίκες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν Αλτσχάιμερ επειδή τείνουν να συσσωρεύουν υψηλότερα επίπεδα μιας τοξικής πρωτεΐνης στον εγκέφαλο σε σύγκριση με τους άνδρες.

Πρόκειται για την πρωτεΐνη tau, η οποία σε συνδυασμό με την συσσώρευση της πρωτεΐνης β-αμυλοειδούς, συνδέεται με τον μηχανισμό που κρύβεται πίσω από τα συμπτώματα του Αλτσχάιμερ, την κύρια αιτία άνοιας.  Πιο συγκεκριμένα, η β-αμυλοειδής σχηματίζει αυτό που είναι γνωστό ως πλάκα στον εγκέφαλο και η tau δημιουργεί «μπερδέματα» εντός των εγκεφαλικών κυττάρων.

Η ομάδα από το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ στη Βοστώνη δήλωσε ότι τα ευρήματα μπορούν να επηρεάσουν τις κλινικές δοκιμές για νέα φάρμακα κατά του Αλτσχάιμερ.

Αλτσχάιμερ και γυναίκες- Η νέα έρευνα

Για τις ανάγκες της έρευνας, οι επιστήμονες αξιολόγησαν έξι μελέτες που αφορούσαν 1.376 άτομα με μέση ηλικία τα 72 έτη. Από τους συμμετέχοντες, οι 401 βρέθηκαν να έχουν υψηλότερα επίπεδα αμυλοειδούς. Η ανάλυση αυτής της ομάδας έδειξε ότι οι γυναίκες με υψηλότερα επίπεδα αμυλοειδούς συσσωρεύουν ταχύτερα την πρωτεΐνη tau από τους άνδρες, σε περιοχές του εγκεφάλου, όπως ο κατώτερος κροταφικός φλοιός και οι πλευρικές οπτικές περιοχές. Αυτές οι περιοχές του εγκεφάλου εμπλέκονται στην επεξεργασία οπτικών πληροφοριών και στη μνήμη, πράγμα που σημαίνει ότι αυτές οι γυναίκες είχαν αυξημένο κίνδυνο για Αλτσχάιμερ.

Οι συγγραφείς υποστήριξαν ότι οι ορμονικές αλλαγές που σχετίζονται με την εμμηνόπαυση– η επιταχυνόμενη παραγωγή της ωοθυλακιοτροπικής ορμόνης και η δραματική απώλεια οιστρογόνων και προγεστερόνης- μπορεί να προκαλούν αυτά τα μεγαλύτερα επίπεδα ταυ στις γυναίκες. Αλτσχάιμερ

Ενώ ξεχωριστές έρευνες έχουν δείξει ότι αυτό ισχύει, οι επιστήμονες προειδοποίησαν ότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες. Οι ίδιοι ανέφεραν στο περιοδικό JAMA Neurology ότι τα ευρήματά τους υποδεικνύουν ότι δεν είναι μόνο το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής που αφήνει τις γυναίκες εκτεθειμένες σε αυξημένο κίνδυνο για τη νόσο, αλλά και αυτή η αλληλεπίδραση των πρωτεϊνών.

Κλειδί η έγκαιρη ανίχνευση για την επιτυχημένη θεραπεία

Χρόνια προτού εμφανιστούν οι συσσωρεύσεις της πρωτεΐνης tau στις εγκεφαλικές τομογραφίες ασθενών με νόσο Αλτσχάιμερ, ένα τεστ βιοδεικτών που αναπτύχθηκε στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ ίσως να μπορεί να ανιχνεύσει μικρές ποσότητες της συγκεκριμένης πρωτεΐνης και των παθολογικών μορφών της, οι οποίες μπορεί να βρεθούν στον εγκέφαλο, στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό και ενδεχομένως στο αίμα, υποστηρίζει άλλη, πρόσφατη έρευνα.

Σύμφωνα με την μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Nature Medicine, η εξέταση βιοδεικτών εγκεφαλονωτιαίου υγρού συσχετίζεται με τη σοβαρότητα της γνωστικής  εξασθένισης, ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της ανίχνευσης αμυλοειδούς στον εγκέφαλο, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για ταχύτερη διάγνωση και παρέμβαση σε πρώιμο στάδιο της νόσου.

Δεδομένου ότι η παθολογία του αμυλοειδούς βήτα συχνά προηγείται των ανωμαλιών της πρωτεΐνης tau στους ασθενείς με Αλτσχάιμερ, οι περισσότερες προσπάθειες των ειδικών έχουν επικεντρωθεί στην έγκαιρη ανίχνευση των αλλαγών του αμυλοειδούς βήτα.

Ωστόσο, η συσσώρευση της πρωτεΐνης tau σε καλά οργανωμένες δομές που αναφέρονται από τους παθολόγους ως «νευροϊνιδιακές δεσμίδες» είναι ένα πιο καθοριστικό γεγονός για τη νόσο Αλτσχάιμερ, καθώς συνδέεται πιο έντονα με τις γνωστικές αλλαγές που παρατηρούνται στους ασθενείς.

«Η έγκαιρη ανίχνευση είναι το κλειδί για πιο επιτυχημένες θεραπείες για τη νόσο του Αλτσχάιμερ, δεδομένου ότι οι δοκιμές δείχνουν ότι οι ασθενείς με ελάχιστα έως καθόλου μετρήσιμα αδιάλυτα συσσωματώματα tau είναι πιο πιθανό να επωφεληθούν από τις νέες θεραπείες από ό,τι εκείνοι με σημαντικό βαθμό συσσώρευσης tau στον εγκέφαλο» δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας Δρ Thomas Karikari, επίκουρος καθηγητής ψυχιατρικής στο πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ.