Περισσότερα από τα δύο τρίτα των Αμερικανών που εργάζονται μετά την ηλικία των 50 ετών υποστηρίζουν ότι η δουλειά ενισχύει την σωματική και ψυχική τους υγεία αλλά και την ευημερία τους συνολικά, σύμφωνα με την Εθνική δημοσκόπηση για την υγιή γήρανση του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
Πώς μπορεί να μας ευνοεί η δουλειά μετά τα 65;
Σχεδόν οι μισοί (46%) από όσους εργάζονται επισημαίνουν ότι η αίσθηση του σκοπού είναι ένας πολύ σημαντικός λόγος που το κάνουν. Το ίδιο ποσοστό συμφωνεί απόλυτα ότι η εργασία κρατά τον νου τους σε εγρήγορση.
Όσοι εξακολουθούσαν να εργάζονται μετά την ηλικία των 65 ετών είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναφέρουν ότι η εργασία είχε θετικές επιδράσεις στην υγεία και την ευημερία τους ενώ συμφωνούν ότι η εργασία διατηρεί το μυαλό ενεργό και ακμαίο.
Συνολικά, το 18% των ερωτηθέντων ηλικίας 65 ετών και άνω δήλωσαν ότι εργάζονται με πλήρη ή μερική απασχόληση για κάποιον εργοδότη ή ότι είναι αυτοαπασχολούμενοι, σε σύγκριση με το 63% των ατόμων ηλικίας 50 έως 64 ετών.
Από το σύνολο των ατόμων ηλικίας 50 ετών και άνω που εργάζονται, το 69% δήλωσε ότι η εργασία του είναι διά ζώσης, ενώ οι υπόλοιποι μοιράζονται μεταξύ εκείνων που εργάζονται πλήρως ή εν μέρει εξ αποστάσεως. Και το 88% όσων εργάζονται δηλώνουν ότι αισθάνονται ικανοποιημένοι (45% πολύ, 43% λίγο) με τη δουλειά τους.
Υπάρχουν και εμπόδια
Η δημοσκόπηση αναδεικνύει επίσης τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μεγαλύτεροι ενήλικες στην εργασία και αποκαλύπτει ότι ορισμένοι έρχονται αντιμέτωποι με αρνητικές επιπτώσεις.
Μεταξύ των ατόμων ηλικίας 50 ετών και άνω που εργάζονται, το 33% δηλώνει ότι η εργασία τους έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην σωματική τους υγεία και το 29% επισημαίνει ότι έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική τους υγεία.
Μεταξύ των εργαζόμενων ενηλίκων που δηλώνουν ότι η ψυχική τους υγεία είναι μέτρια ή κακή, το 22% δηλώνουν ότι δεν μπορούν να πάρουν άδεια από την εργασία τους για ραντεβού που σχετίζονται με την υγεία τους, σε σύγκριση με το 7% εκείνων που αναφέρουν καλύτερη ψυχική υγεία.
Συνολικά, το 39% όλων των μη συνταξιούχων ενηλίκων – είτε εργάζονταν επί πληρωμή είτε όχι – ανέφερε τουλάχιστον ένα εμπόδιο ενώ πολλοί ανέφεραν πολλαπλά. Τα εμπόδια περιλάμβαναν αναπηρία, χρόνια ασθένεια ή κακή υγεία (29% όλων των μη συνταξιούχων), έλλειψη κατάρτισης, δεξιοτήτων ή εμπειρίας (13%), περιορισμένες επιλογές μεταφοράς (11%), φροντίδα ενός ενήλικα (8%), φροντίδα ενός παιδιού ή εγγονιού (5%).
Μερικά ακόμα βασικά ευρήματα της μελέτης, περιλαμβάνουν:
-Οι πιο σημαντικοί λόγοι για εργασία, μεταξύ των ατόμων 50 ετών και άνω:
- Οικονομική σταθερότητα: 78%
- Αποταμίευση για τη συνταξιοδότηση: 65%
- Πρόσβαση σε ασφάλιση υγείας: 59%
- Συμβολή στην κοινωνία: 26%
-Επιδράσεις της εργασίας στην υγεία, μεταξύ των ατόμων 50 ετών και άνω που εργάζονται:
- Πολύ θετικός αντίκτυπος στη σωματική υγεία (32% ηλικίας 65+ έναντι 14% ηλικίας 50-64).
- Πολύ θετικός αντίκτυπος στην ψυχική υγεία (41% ηλικίας 65+ έναντι 20% ηλικίας 50-64).
- Πολύ θετικός αντίκτυπος στην ευημερία (39% ηλικίας 65+ έναντι 21% ηλικίας 50-64).
-Ποσοστό των ενηλίκων που εργάζονται και συμφωνούν απόλυτα με συγκεκριμένα οφέλη της εργασίας:
- Η δουλειά συμβάλλει στην πνευματική εγρήγορση (57% ηλικίας 65+ έναντι 43% ηλικίας 50 έως 64 ετών).
- Συμβάλλει στη διατήρηση των κοινωνικών σχέσεων (37% ηλικίας 65+, 28% ηλικίας 50-64).
- Ενισχύει την συγκέντρωση (40% ηλικίας 65+, 28% ηλικίας 50-64).
«Καθώς μαθαίνουμε περισσότερα για το πώς η μοναξιά, η έλλειψη κοινωνικής σύνδεσης και η απομόνωση επηρεάζουν την σωματική και ψυχική υγεία των μεγαλύτερων ενηλίκων, είναι σημαντικό να εξετάσουμε τον ρόλο της εργασίας και των πιθανών θετικών επιδράσεων που φαίνεται να έχει» σημειώνουν οι ερευνητές.