Είναι γνωστό ότι τα δίγλωσσα άτομα αναπτύσσουν άνοια κατά μέσο όρο 5,4 χρόνια αργότερα από εκείνους που μπορούν να μιλήσουν μόνο τη μητρική τους γλώσσα, ανεξαρτήτως άλλων παραγόντων όπως η εργασία και η εκπαίδευση.

Ωστόσο, ο λόγος που αυτή η ικανότητα προσφέρει τόσο σημαντικό όφελος δεν ήταν σαφής. Με την πάροδο του χρόνου, μελέτες απεικόνισης με μαγνητική τομογραφία, έχουν δώσει στους επιστήμονες μια καλύτερη εικόνα για το τι συμβαίνει στον εγκέφαλο των ατόμων που μιλούν περισσότερες από μία γλώσσες.

Τα ευρήματα δείχνουν ότι τα οφέλη οφείλονται στο γεγονός ότι η ομιλία μιας δεύτερης γλώσσας αυξάνει το μέγεθος του εγκεφάλου. Αυτό το μεγαλύτερο μέγεθος μπορεί να αντέξει περισσότερο προτού φτάσει στο όριο που προκαλεί την άνοια.

Οι δίγλωσσοι άνθρωποι έχουν περισσότερα κύτταρα στις περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη γλώσσα και αυξημένο όγκο σε περιοχές που σχετίζονται με τη μάθηση και τα συναισθήματα.

Επιπλέον, η ομιλία μιας δεύτερης γλώσσας έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει την αποδοτικότητα και την προσαρμοστικότητα του εγκεφάλου. Έτσι, αν ο εγκέφαλος συρρικνωθεί ως αποτέλεσμα της άνοιας, το όργανο μπορεί να χρησιμοποιήσει διαφορετικές διαδρομές για να αποκτήσει την ίδια πληροφορία, εξηγούν οι ερευνητές.

Πιστεύεται ότι η συνεχής εναλλαγή μεταξύ γλωσσών ενισχύει πτυχές του γνωστικού αποθέματος, γνωστές ως εκτελεστικές λειτουργίες, οι οποίες είναι υπεύθυνες για τη λήψη αποφάσεων, τον προγραμματισμό και την προσοχή.

Η λειτουργία του εγκεφάλου των δίγλωσσων όταν αντιμετωπίζει την άνοια

Μελέτη του 2024 εξέτασε τόσο δίγλωσσους όσο και μονόγλωσσους ανθρώπους που είχαν πρώιμο ή προχωρημένο στάδιο Αλτσχάιμερ. Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης άτομα που ένιωθαν ότι η μνήμη τους χειροτέρευε, αλλά δεν είχαν άνοια.

Οι μαγνητικές τομογραφίες έδειξαν ότι οι δίγλωσσοι ασθενείς με άνοια είχαν πολύ λιγότερη πτώση στη δραστηριότητα στον ιππόκαμπο, ένα μέρος του εγκεφάλου που βοηθά στη μάθηση και τη μνήμη, σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που μιλούσαν μόνο μία γλώσσα.

Ωστόσο, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι δεν υπήρχε διαφορά στο μέγεθος αυτής της περιοχής του εγκεφάλου, υποδηλώνοντας ότι η γνώση δύο γλωσσών ενισχύει το κέντρο μνήμης του εγκεφάλου παρά ότι αυξάνει το μέγεθός του.

«Όταν οι δίγλωσσοι άνθρωποι τελικά παρουσιάσουν γνωστικά προβλήματα, η πτώση τους είναι ταχύτερη, αλλά αρχίζει αργότερα. Φανταστείτε τι θα μπορούσαν να κάνουν οι οικογένειες με αυτόν τον επιπλέον χρόνο», δήλωσαν οι επιστήμονες.

Ποτέ δεν είναι αργά…

Η εκμάθηση μιας νέας γλώσσας στην ενήλικη ζωή εξακολουθεί να προσφέρει ώθηση στην υγεία του εγκεφάλου, σύμφωνα με την Βικτόρια Μαριάν, η οποία μελετά την ικανότητα πολυγλωσσίας στο πανεπιστήμιο Northwestern στο Έβανστον, Ιλινόις.

«Όσο περισσότερο μιλάτε μια δεύτερη γλώσσα, τόσο περισσότερο θα διεγείρεται ο εγκέφαλός σας», λένε οι ειδικοί. Επισημαίνουν επίσης ότι αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως η απώλεια βάρους, η τακτική άσκηση και η διακοπή του καπνίσματος, θα μπορούσαν να αποτρέψουν την άνοια.