Η συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου του μαστού στις γυναίκες κάτω των 40 ετών στις ΗΠΑ διαφέρει γεωγραφικά, γεγονός που θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι οι πληροφορίες τοποθεσίας, σε συνδυασμό με τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου, θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην πιο ακριβή πρόβλεψη κινδύνου. Αυτό μπορεί πιθανώς να ενισχύσει τις πιθανότητες εντοπισμού ομάδων νεότερων γυναικών με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε πρώιμο στάδιο, σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη από το Mailman School of Public Health του Columbia University.

Η μελέτη εξέτασε διεξοδικά τις τάσεις εμφάνισης σε διάφορες πολιτείες, περιφέρειες, μητροπολιτικές έναντι μη μητροπολιτικών περιοχών και ανά φυλετικές και εθνοτικές ομάδες. Είναι επίσης μία από τις πρώτες που ενσωμάτωσε δεδομένα μητρώου και από τις 50 πολιτείες για να εξετάσει τις τάσεις του καρκίνου του μαστού ανάλογα με την ηλικία. Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Cancer Causes & Control.

Καρκίνος του μαστού & τοποθεσία

«Οι περιπτώσεις καρκίνου του μαστού αυξάνονται στις γυναίκες κάτω των 40 ετών στις ΗΠΑ, αλλά μέχρι τώρα ήταν άγνωστο εάν οι τάσεις εμφάνισης διέφεραν ανά γεωγραφική περιοχή των ΗΠΑ», αναφέρει η Δρ Rebecca Kehm, PhD, επίκουρη καθηγήτρια Επιδημιολογίας στη Mailman School of Public Health του Columbia University και πρώτη συγγραφέας της μελέτης.

«Τα ευρήματά μας μπορούν να προσδιορίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια κατά πόσον οι παράγοντες έκθεσης, των οποίων η συχνότητα ποικίλει στις ΗΠΑ, μπορεί να συμβάλλουν στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε νεότερες γυναίκες» συμπληρώνει.

Χρησιμοποιώντας τη βάση δεδομένων U.S. Cancer Statistics, οι ερευνητές ανέλυσαν τα προσαρμοσμένα στην ηλικία ποσοστά εμφάνισης καρκίνου του μαστού από το 2001 έως το 2020 σε γυναίκες ηλικίας 25-39 ετών. Υπολόγισαν τη μέση ετήσια ποσοστιαία μεταβολή χρησιμοποιώντας τύπους στατιστικής και πραγματοποίησαν αναλύσεις ηλικιακής κατανομής.

«Τα δύο τρίτα όλων των καρκίνων που εντοπίζονται τόσο στις ΗΠΑ όσο και παγκοσμίως διαγιγνώσκονται σε γυναίκες», δήλωσε η Δρ Mary Beth Terry, PhD, καθηγήτρια Επιδημιολογίας στη Mailman School of Public Health του Columbia University και ειπκεφαλής ερευνήτρια στην μελέτη.

Ποιες οι μεταβολές ανά περιοχή;

Από το 2001 έως το 2020, η συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου του μαστού σε γυναίκες κάτω των 40 ετών αυξήθηκε κατά περισσότερο από 0,50% ετησίως σε 21 πολιτείες, ενώ παρέμεινε σταθερή ή μειώθηκε στις υπόλοιπες πολιτείες. Η επίπτωση ήταν κατά 32% υψηλότερη στις πέντε πολιτείες με τα υψηλότερα ποσοστά σε σύγκριση με τις πέντε πολιτείες με τα χαμηλότερα ποσοστά.

Η δυτική περιοχή είχε το υψηλότερο ποσοστό αύξησης από το 2001 έως το 2020. Η βορειοανατολική είχε το υψηλότερο απόλυτο ποσοστό στις γυναίκες κάτω των 40 ετών και παρουσίασε σημαντική αύξηση με την πάροδο του χρόνου. Η περιοχή του Νότου ήταν η μόνη όπου οι περιπτώσεις καρκίνου του μαστού σε γυναίκες κάτω των 40 ετών δεν αυξήθηκαν από το 2001 έως το 2020.

Η συνολική συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε πρώιμη έναρξη κυμαινόταν από 28,6 ανά 100.000 άτομα στο Wyoming έως 41 περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα στο Connecticut. Οι πέντε πολιτείες με την υψηλότερη συχνότητα πρώιμης εμφάνισης από το 2001 έως το 2020 ήταν το Maryland, η Νέα Υόρκη, το New Jersey, η Χαβάη και το Connecticut. Οι ισπανόφωνες γυναίκες είχαν τα χαμηλότερα ποσοστά συχνότητας πρώιμης εμφάνισης σε όλες τις περιοχές, που κυμαίνονταν από 26 ανά 100.000 άτομα στα μεσοδυτικά έως 32,6 ανά 100.000 άτομα στα βορειοανατολικά.

Οι συγγραφείς σημειώνουν ωστόσο, τη σημασία της διερεύνησης άλλων παραγόντων κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της κατανάλωσης αλκοόλ, ενός καθιερωμένου παράγοντα κινδύνου για τον καρκίνο του μαστού, ο οποίος είναι γνωστό ότι ποικίλλει μεταξύ των πολιτειών.

Ανησυχητική η αύξηση της συχνότητας

«Η αύξηση της συχνότητας εμφάνισης του καρκίνου του μαστού σε πρώιμη ηλικία είναι ανησυχητική και δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από γενετικούς παράγοντες, οι οποίοι εξελίσσονται σε πολύ μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα», επισημαίνει η η Δρ Rebecca Kehm.

«Αν και τα αίτια πίσω από την αύξηση της εμφάνισης δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητά, η διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο οι τάσεις ποικίλλουν στις διάφορες υποομάδες του πληθυσμού μπορεί να οδηγήσει σε πολύτιμη νέα γνώση, που θα συμβάλλει στην δημιουργία υποθέσεων για μελλοντική έρευνα», δήλωσε η Δρ Mary Beth Terry.