Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι ένα κλινικό σύνδρομο κατά το οποίο η καρδιά αδυνατεί να εξωθήσει την απαραίτητη ποσότητα αίματος στο σώμα για να εκτελέσει τις φυσιολογικές του λειτουργίες, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται συμπτώματα όπως δύσπνοια, κόπωση και κατακράτηση υγρών. Μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά είναι πιο συχνή στους ηλικιωμένους.

Συνήθως συμβαίνει επειδή η καρδιά έχει γίνει πολύ αδύναμη ή τα τοιχώματά της δύσκαμπτα. Η καρδιακή ανεπάρκεια δεν σημαίνει ότι η καρδιά έχει σταματήσει να λειτουργεί αλλά ότι χρειάζεται κάποια υποστήριξη για να λειτουργήσει καλύτερα.

Τι κάνει μια καρδιά αδύναμη; Σίγουρα το άγχος, η κακή διατροφή και ο καθιστικός τρόπος ζωής αποδυναμώνουν τους μύες της καρδιάς οι οποίοι δεν αντλούν αποτελεσματικά το αίμα στο σώμα. Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι συχνά το αποτέλεσμα μιας σειράς προβλημάτων που επηρεάζουν την καρδιά, όπως στεφανιαία νόσο, υπέρταση, έμφραγμα μυοκαρδίος και κολπική μαρμαρυγή.

Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια μακροχρόνια κατάσταση που τείνει να επιδεινώνεται σταδιακά με την πάροδο του χρόνου. Η εξάπλωση της νόσου τα τελευταία χρόνια, κυρίως στην τρίτη ηλικία, έχει πάρει τη μορφή πανδημίας, καθώς επηρεάζει περισσότερους από 65 εκατ. ανθρώπους σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η καρδιακή ανεπάρκεια «συναγωνίζεται» σε θανάτους τον καρκίνο

Η θνητότητα ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, είναι μεγαλύτερη και από τις πιο βαριές μορφές καρκίνου.

Το 30-40% των ασθενών στο γενικό πληθυσμό, με προχωρημένη καρδιακή ανεπάρκεια πεθαίνουν στο πρώτο έτος από την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο, ενώ πάνω από το 10% των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας πάσχει από καρδιακή ανεπάρκεια.

Με δεδομένο ότι ο πληθυσμός άνω των 65 ετών αυξάνεται κάθε χρόνο, ο αριθμός των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τις προβλέψεις των ειδικών.

Σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία από το Cardiovascular Research, η καρδιακή ανεπάρκεια επηρεάζει περισσότερους από 64 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, ο αριθμός των ασθενών που θα έχουν ανάγκη εκτός από τη φαρμακευτική αγωγή και από πιο εξειδικευμένες, αλλά και πιο δαπανηρές θεραπείες (όπως η αμφικοιλιακή βηματοδότηση, οι απινιδωτές, η μεταμόσχευση καρδιάς και η μηχανική υποστήριξη με «τεχνητή» καρδιά) να αυξάνεται αντίστοιχα.

Επί του παρόντος, υπάρχει έλλειψη διαθέσιμων οργάνων για τις μεταμοσχεύσεις καρδιάς, ενώ οι αντλίες υποστήριξης της καρδιάς είναι ακριβές και συνοδεύονται από υψηλό ποσοστό επιπλοκών. Γι’ αυτό οι επιστήμονες αναζητούν νέες θεραπευτικές λύσεις για την καρδιακή ανεπάρκεια και, μάλιστα, υπάρχουν αρκετές υποσχόμενες εξελίξεις στον τομέα της έρευνας.

Ερευνητές στη Γερμανία δημιούργησαν ένα επαναστατικό επίθεμα για ασθενείς με προχωρημένη καρδιακή ανεπάρκεια

Αυτό το εμφυτεύσιμο επίθεμα το οποίο αποτελείται από παλλόμενο καρδιακό μυ, βοηθά την καρδιά να συστέλλεται.

«Για πρώτη φορά, έχουμε διαθέσιμο ένα εργαστηριακό βιολογικό μόσχευμα, το οποίο έχει τη δυνατότητα να σταθεροποιήσει και να ενισχύσει τον καρδιακό μυ», υπογραμμίζει η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου του Γκέτινγκεν.

Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature, τα επιθέματα είναι κατασκευάζονται από κύτταρα που λαμβάνονται από αίμα δότη και «επαναπρογραμματίζονται» ώστε να λειτουργούν ως βλαστοκύτταρα, τα οποία μπορούν να εξελιχθούν σε οποιονδήποτε τύπο κυττάρου. Στις δοκιμές τα βλαστοκύτταρα μετατράπηκαν σε κύτταρα καρδιακού μυός και συνδετικού ιστού. Οι ερευνητές τα ενσωμάτωσαν σε ένα πήκτωμα κολλαγόνου και τα καλλιέργησαν μέσα σε ένα προσαρμοσμένο καλούπι. Στη συνέχεια, τα προκύπτοντα εξαγωνικά επιθέματα συνδέθηκαν σε συστοιχίες, σε μια μεμβράνη.

«Ο μυς στα επιθέματα είχε τα χαρακτηριστικά μιας καρδιάς ηλικίας τεσσάρων έως οκτώ ετών. Στην ουσία εμφυτεύουμε νεαρούς μυς σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια», εξηγούν οι συγγραφείς της μελέτης.

Η ομάδα είπε πως χρειάζονται τρεις έως έξι μήνες για να φανούν τα θεραπευτικά αποτελέσματα των επιθεμάτων, που σημαίνει ότι δεν είναι κατάλληλα για όλους τους ασθενείς. Μέχρι στιγμής, μόνο 15 ασθενείς έχουν λάβει τα επιθέματα.

«Ελπίζουμε η κλινική δοκιμή που συνεχίζουμε να διεξάγουμε να αποδείξει εάν αυτά τα μοσχεύματα όντως βελτιώνουν την καρδιακή λειτουργία στους ασθενείς μας», καταλήγουν.