Ερευνητές από το University College Cork υποστηρίζουν ότι μια νέα δίαιτα εμπνευσμένη από τις διατροφικές συνήθειες των μη βιομηχανικών κοινωνιών μπορεί να μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων ασθενειών, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην απώλεια βάρους.
Είναι γνωστό ότι η σύγχρονη διατροφή που αποτελείται από επεξεργασμένα τρόφιμα με χαμηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο παχυσαρκίας, διαβήτη και καρδιακών παθήσεων.
Τώρα, νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Cell, επισημαίνει ότι μια νεοαναπτυχθείσα δίαιτα που μιμείται τις διατροφικές συνήθειες των μη βιομηχανικών κοινωνιών οδήγησε σε σημαντικές μεταβολικές και ανοσολογικές βελτιώσεις κατά την διάρκεια μελέτης παρέμβασης σε ανθρώπους.
Πώς βοηθά η νέα δίαιτα NiMe
Μέσα σε μόλις τρεις εβδομάδες η δίαιτα:
- Συνέβαλε στην απώλεια βάρους.
- Συνέβαλε στην μείωση της κακής χοληστερόλης κατά 17%.
- Συνέβαλε στην μείωση του σακχάρου στο αίμα κατά 6%.
- Συνέβαλε στην μείωση της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (δείκτης φλεγμονής και καρδιακών παθήσεων) κατά 14%.
Αυτές οι βελτιώσεις συνδέθηκαν με ευεργετικές αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου των συμμετεχόντων, το σπίτι τρισεκατομμυρίων βακτηρίων που παίζουν ζωτικό ρόλο στην υγεία μας, επηρεάζοντας την πέψη, την ανοσία και το μεταβολισμό.
Οι ερευνητές συγκέντρωσαν 30 άτομα, τα οποία είτε συνέχισαν να τρώνε κανονικά είτε δοκίμασαν τη δίαιτα «Non-Industrialised Microbiome Restore» (NiMe) για τρεις εβδομάδες. Όσοι δοκίμασαν τη νέα δίαιτα ακολούθησαν πλάνα γευμάτων εμπνευσμένα από το τι τρώνε οι άνθρωποι που ζουν στην αγροτική Παπούα Νέα Γουινέα.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Τι περιλαμβάνει
Η δίαιτα βασίζεται κυρίως σε φυτικές τροφές αλλά δεν είναι χορτοφαγική. Αποτελείται κατά κύριο λόγο από λαχανικά όσπρια και άλλα τρόφιμα ολικής αλέσεως. Περιλαμβάνει επίσης μια μικρή μερίδα ζωικής πρωτεΐνης την ημέρα με τη μορφή σολομού, κοτόπουλου ή χοιρινού κρέατος.
Τα γαλακτοκομικά, το βοδινό κρέας και το σιτάρι εξαιρέθηκαν απλώς επειδή δεν αποτελούν μέρος των παραδοσιακών τροφίμων που καταναλώνουν οι κάτοικοι της Παπούα Νέας Γουινέας.
Επιπλέον η δίαιτα είχε χαμηλή περιεκτικότητα σε επεξεργασμένες τροφές, που ήταν πλούσιες σε ζάχαρη και κορεσμένα λιπαρά και υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες, περίπου 22 γραμμάρια ανά 1.000 θερμίδες, υπερβαίνοντας τις τρέχουσες διαιτητικές συστάσεις.
«Όλοι γνωρίζουν ότι η διατροφή επηρεάζει την υγεία, αλλά πολλοί υποτιμούν τις επιδράσεις της», ανέφεραν χαρακτηριστικά οι ερευνητές.
«Σύμφωνα με τα ευρήματά μας, μπορούμε να στοχεύσουμε το μικροβίωμα του εντέρου μέσω ειδικών διαιτολογίων για να βελτιώσουμε την υγεία και να μειώσουμε τον κίνδυνο ασθενειών. Τα ευρήματα αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν την βάση μελλοντικών διατροφικών συστάσεων» καταλήγουν οι ίδιοι.