H αύξηση των ποσοστών καρκίνου του παχέος εντέρου στους νεότερους ενήλικες ανησυχήσει ιδιαίτερα την επιστημονική κοινότητα.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία, ένα στα πέντε περιστατικά με καρκίνο του παχέος εντέρου που διαγιγνώσκονται σήμερα αφορά άτομο ηλικίας κάτω των 55 ετών. Ο αριθμός αυτός έχει διπλασιαστεί σε σχέση με το 1995, ενώ, όπως αναφέρουν οι ειδικοί, τα επόμενα χρόνια αναμένεται να αυξηθεί κι άλλο.
Υποστηρίζεται από επιδημιολογικά στοιχεία, αλλά και από το Παγκόσμιο Ταμείο Έρευνας για τον Καρκίνο (WCRF) και το Αμερικανικό Ινστιτούτο Έρευνας για τον Καρκίνο (AICR) ότι με τροποποίηση της διατροφής, με διατήρηση του ιδανικού βάρους και τακτική σωματική άσκηση, ένα 30 με 40% των περιπτώσεων καρκίνου γενικά θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί.
Πρόσφατες επιστημονικές δημοσιεύσεις υποδεικνύουν σαφή σχέση μεταξύ της σύγχρονης διατροφής που είναι πλούσια σε επεξεργασμένα τρόφιμα με την εμφάνιση καρκίνου.
Γι’ αυτό το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) του Ηνωμένου Βασιλείου συνιστά να αποφεύγετε να τρώτε περισσότερες από δύο μερίδες επεξεργασμένου κόκκινου κρέατος την εβδομάδα. Ειδικότερα, η κατανάλωση περισσότερων από 70 γραμμάρια κόκκινου κρέατος την ημέρα αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του εντέρου κατά 5%, σύμφωνα με ερευνητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Τα 70 γραμμάρια ισοδυναμούν με δύο φέτες μπέικον ή μισό μπιφτέκι.
Αντίθετα, τροποποίηση και μόνο της διατροφής με αύξηση των φρούτων και λαχανικών θεωρείται ότι θα μπορούσε να έχει προλάβει το 20% περίπου όλων των μορφών καρκίνου.
Φυτικές ίνες vs καρκίνου του παχέος εντέρου
Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ προτείνουν να καταναλώνουμε περισσότερες φυτικές ίνες αν θέλουμε να μειώσουμε τις πιθανότητες εμφάνισης του καρκίνου του παχέος εντέρου.
Στη μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Metabolism, εντοπίστηκαν άμεσες επιγενετικές επιδράσεις δύο κοινών υποπροϊόντων της πέψης των φυτικών ινών και φάνηκε ότι ορισμένες από τις μεταβολές στην έκφραση των γονιδίων είχαν αντικαρκινική δράση.
«Διαπιστώσαμε μια άμεση σχέση μεταξύ της κατανάλωσης φυτικών ινών και της τροποποίησης της γονιδιακής λειτουργίας που έχει αντικαρκινική δράση και πιστεύουμε ότι αυτός είναι πιθανώς ένας κοινός μηχανισμός επειδή τα λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας που προκύπτουν από την πέψη των ινών, μπορούν να ταξιδέψουν σε όλο το σώμα», εξηγούν οι συγγραφείς της μελέτης.
«Η διατροφή των ανθρώπων είναι πολύ φτωχή σε φυτικές ίνες και αυτό σημαίνει ότι το μικροβίωμά τους δεν τροφοδοτείται σωστά και δεν μπορεί να παράγει όσα λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας πρέπει. Αυτό δεν είναι καλό για την υγεία μας», υπογραμμίζουν οι ειδικοί.
«Με τον εντοπισμό των γονιδιακών στόχων αυτών των σημαντικών μορίων, μπορούμε να καταλάβουμε πώς οι φυτικές ίνες ασκούν τα ευεργετικά τους αποτελέσματα και τι πάει στραβά κατά τη διάρκεια του καρκίνου», ελπίζει η ερευνητική ομάδα.