Η παχυσαρκία, η υψηλή αρτηριακή πίεση, ο διαβήτης και το κάπνισμα είναι μεταξύ των γνωστών παραγόντων κινδύνου για την άνοια, την απώλεια της γνωστικής λειτουργίας, της σκέψης και της μνήμης.
Νέα έρευνα από την Johns Hopkins School of Medicine επισημαίνει ότι η απώλεια μυϊκής μάζας, γνωστή και ως σαρκοπενία, μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο άνοιας. Το νέο εύρημα βασίζεται στην πεποίθηση ότι ένας συγκεκριμένος μυς της γνάθου μπορεί να υποδεικνύει τη σκελετική μυϊκή μάζα σε όλο το σώμα.
«Οι μεγαλύτεροι ενήλικες με μικρότερους σκελετικούς μύες έχουν περίπου 60% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν άνοια, όταν προσαρμόζονται για άλλους γνωστούς παράγοντες κινδύνου», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι ερευνητές.
Πώς συνδέονται σαρκοπενία και άνοια;
Οι σκελετικοί μύες αποτελούν περίπου το ένα τρίτο του σωματικού μας βάρους και η απώλεια μυϊκής μάζας αποτελεί ένα φυσιολογικό μέρος της γήρανσης, εξηγούν. Μετά τα 30 έτη, οι άνθρωποι συνήθως αρχίζουν να χάνουν από 3 έως και 5% της μυϊκής τους μάζας ανά δεκαετία, σημειώνουν οι ίδιοι.
Η σχέση της σαρκοπενίας με τη γνωστική εξασθένιση δεν είναι σαφής, αλλά οι ερευνητές εικάζουν ότι μπορεί να οφείλεται στις μυοκίνες.
Όπως εξηγούν, οι σκελετικοί μύες παράγουν και απελευθερώνουν μικρές πρωτεΐνες και πεπτίδια που ονομάζονται μυοκίνες και επηρεάζουν άμεσα τον εγκέφαλο. Η λιγότερη μυϊκή μάζα σημαίνει ότι απελευθερώνονται και λιγότερες μυοκίνες.
Επίσης, τα άτομα με σαρκοπενία μπορεί να ασκούνται λιγότερο και να συμμετέχουν σε λιγότερες κοινωνικές δραστηριότητες, δύο σημαντικοί παράγοντες κινδύνου για άνοια.
Όσα “δείχνει” το σαγόνι
Για την μελέτη τους, οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στον κροταφικό μυ στο πλάι του κεφαλιού. Ο μεγάλος, σε σχήμα βεντάλιας μυς χρησιμοποιείται για να κλείνει το στόμα κατά τη μάσηση.
Όπως αναφέρουν, τα χαρακτηριστικά αυτού του γναθοειδούς μυός, όπως το πάχος και το μέγεθός του, μπορούν να μας βοηθήσουν να σχηματίσουμε μια εικόνα της μυϊκής μάζας στο σώμα.
Στην συνέχεια εξέτασαν απεικονίσεις των εγκεφάλων 621 ηλικιωμένων ενηλίκων χωρίς άνοια για να προσδιορίσουν την μυϊκή απώλεια που είχαν εμφανίσει. Παρακολούθησαν έπειτα τους συμμετέχοντες για περίπου έξι χρόνια για να δουν αν διαγνώστηκαν με άνοια ή αν παρουσίασαν αλλαγές στον εγκέφαλο ή στη νόηση.
Οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες φάνηκαν να έχουν μικρότερους κροταφικούς μύες, τους οποίους οι ερευνητές συνέδεσαν με υψηλότερο κίνδυνο άνοιας, καθώς και μεγαλύτερες μειώσεις στις βαθμολογίες των γνωστικών τεστ και στο μέγεθος του εγκεφάλου σε σύγκριση με εκείνους που είχαν μεγαλύτερους κροταφικούς μύες.