Νέα έρευνα επιβεβαιώνει αυτό που πολλοί πιθανόν έχουν ήδη διαπιστώσει. Ενώ η ψηφιακή υγεία καθιστά ευκολότερη την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, παράγοντες όπως η γλώσσα, η εκπαίδευση και η ηλικία επηρεάζουν την ικανότητα των ανθρώπων να χρησιμοποιούν τα ψηφιακά αυτά εργαλεία.
Για να διερευνήσουν πώς η γλώσσα, η εκπαίδευση και η ηλικία μπορούν να επηρεάσουν την χρήση ψηφιακών εργαλείων, ερευνητές από το UC San Francisco μίλησαν με φροντιστές νοσηλευόμενων παιδιών στα παιδιατρικά νοσοκομεία UCSF Benioff.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα χαμηλότερα επίπεδα μόρφωσης και η μεγαλύτερη ηλικία συνδέθηκαν με λιγότερη άνεση κατά την χρήση των ψηφιακών εργαλείων υγείας.
«Τα ψηφιακά εργαλεία υγείας έχουν ως στόχο να βελτιώσουν την πρόσβαση στην υγεία και τα αποτελέσματα, αλλά πρέπει να είναι εύχρηστα για τους ανθρώπους από όλα τα υπόβαθρα για να αποφευχθεί η εμβάθυνση των υφιστάμενων ανισοτήτων στον τομέα της υγείας», σημειώνουν οι ερευνητές.
Η μελέτη έχει δημοσιευθεί στο Journal of the American Medical Informatics Association.
Η ψηφιακή υγεία στα μέτρα όλων
Οι ερευνητές ρώτησαν τους συμμετέχοντες πόσο σίγουροι ένιωθαν ότι μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα ψηφιακά εργαλεία, ποια τα κίνητρα να τα χρησιμοποιήσουν, πόσο ασφαλείς ένιωθαν και εάν πίστευαν ότι είχαν τον έλεγχο κατά την χρήση τους.
Με αυτά τα ερωτήματα ήθελαν να ποσοτικοποιήσουν τις ανησυχίες των ανθρώπων αναφορικά με την χρήση των ψηφιακών εργαλείων υγείας.
Η εκπαίδευση φάνηκε να είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας, μετά την γλώσσα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή μικρότερη συσχετίστηκε πιο έντονα με χαμηλότερες βαθμολογίες και στους τρεις τομείς που μετρήθηκαν.
Επιπλέον, τα άτομα άνω των 45 ετών είχαν λιγότερα κίνητρα να χρησιμοποιούν ψηφιακά εργαλεία ενώ ένιωθαν επίσης λιγότερο ασφαλείς και ότι είχαν λιγότερο έλεγχο κατά την χρήση τους. Ένιωθαν όμως, ότι μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν εάν το ήθελαν.
«Η πρόσβαση σε αυτά τα εργαλεία είναι ιδιαίτερα σημαντική όχι μόνο γιατί μας διευκολύνει αλλά και για να αποφευχθεί η εμβάθυνση των υφιστάμενων ανισοτήτων στην υγεία. Για αυτό και πρέπει να διασφαλίσουμε ότι όλοι οι άνθρωποι μπορούν να τα χρησιμοποιούν με άνεση, και αν δεν μπορούν, θα πρέπει να παρέχονται εναλλακτικές λύσεις» καταλήγουν οι ερευνητές.