Υπάρχουν περίοδοι στη ζωή όλων μας που νιώθουμε ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε σεξ καθημερινά και άλλες που αυτό προκύπτει κάθε μία, δύο εβδομάδες ή και μία φορά το μήνα. Ίσως μάλιστα σε αυτές τις τελευταίες περιπτώσεις να συγκρινόμαστε με τους γνωστούς και τους φίλους μας και να αναρωτιόμαστε μήπως κάτι δεν πάει καλά με εμάς. Δεν θα έπρεπε όμως. Το να έχουμε διάθεση για σεξ είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό και αναμενόμενο και φυσικά είναι ο τρόπος για να ερχόμαστε κοντά με το σύντροφό μας και να απολαμβάνουμε τη μεταξύ μας επαφή αλλά και τη σχέση μας. Όμως η επιθυμία δεν είναι πάντα η ίδια και συχνά αυξομειώνεται ανάλογα με τις συνθήκες, την κατάσταση της υγείας μας, την ηλικία, τις ορμόνες αλλά και άλλους παράγοντες. Είναι φυσιολογικό να έχει η λίμπιντό μας διακυμάνσεις και αυτές οι αλλαγές μπορεί να προκύπτουν ανά περιόδους, όπως κάθε λίγα χρόνια ή κάθε μήνα – ακόμα και κάθε εβδομάδα. Για παράδειγμα, στα 20 είναι αυξημένη, καθώς αναζητάμε να γνωρίσουμε τις χαρές του σεξ ενώ, από την άλλη πλευρά, ένα ζευγάρι με μικρά παιδιά που ξυπνούν το βράδυ έχει μειωμένη ερωτική διάθεση. Ειδικά οι γυναίκες, με τις ορμονικές διαταραχές στη διάρκεια του κύκλου (όπου παρατηρούν μια αύξηση της ερωτικής διάθεσης κατά τις ημέρες της ωορρηξίας), της εγκυμοσύνης, της λοχείας, αλλά και αργότερα της περιεμμηνόπαυσης και της κλιμακτηρίου, έχουν συνηθίσει να βιώνουν μεγάλες εναλλαγές στην ερωτική τους διάθεση.

Μαθαίνοντας όμως για τη λίμπιντο, μπορούμε και να την επηρεάσουμε, ίσως και να την αυξήσουμε όταν θέλουμε.

Η ερωτική διάθεση δεν είναι μαθηματικά

Η λίμπιντο δεν είναι ένα αντικειμενικά μετρήσιμο μέγεθος, επίσης δεν υπάρχει ένα υγιές επίπεδο ή κάποια αναμενόμενη «ποσότητα» σεξουαλικής επιθυμίας. Όλα έχουν να κάνουν με τον κάθε άνθρωπο χωριστά και βέβαια κατά περίπτωση δεν είναι μόνο οι ορμόνες ή τα συναισθήματα που παίζουν ρόλο αλλά και το μυαλό που επηρεάζει πάρα πολύ τη λίμπιντο ανάλογα με τις συνθήκες τηςα ζωής, αυτά που χρειάζεται να διαχειριστεί ο καθένας κ.λπ. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο να είναι υψηλή η ερωτική διάθεση μιας γυναίκας που έχει να φροντίσει το άρρωστο παιδί της όπως και ενός άντρα που απολύθηκε από τη δουλειά του.

Οι ορμόνες καθορίζουν τη λίμπιντο

Η σεξουαλική επιθυμία κυριαρχείται από τις ορμόνες του φύλου, την τεστοστερόνη και τα οιστρογόνα, αλλά και από τους νευροδιαβιβαστές, όπως η ντοπαμίνη και η νορεπινεφρίνη. Έτσι, η σεξουαλική διάθεση ξεκινά μεταξύ των 9 και 15 χρόνων και αυξάνεται στα επόμενα έτη της σεξουαλικής ωρίμανσης, ενώ μειώνεται πολύ για τις γυναίκες στην εμμηνόπαυση.

Τα δύο είδη επιθυµίας

Η επιθυμία που έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε φυσιολογική και αναμενόμενη είναι η αυθόρμητη, εκείνη που έχουμε μάθει από τις ταινίες, τα κοινωνικά δίκτυα και τα ρομάντζα. Οι δύο ερωτευμένοι βλέπουν ο ένας τον άλλο από μακριά σε ένα δωμάτιο, το πάθος αυξάνεται κατακόρυφα και πέφτουν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Πολλοί από εμάς έχουμε μάθει να αναζητάμε αντίστοιχες εμπειρίες, με αποτέλεσμα να απογοητευόμαστε αν δεν τις βιώνουμε. Όμως, υπάρχει και η περίπτωση κατά την οποία ανταποκρινόμαστε στο κάλεσμα του συντρόφου μας, που είναι η πιο συνηθισμένη και πιθανότατα η πιο ώριμη εκδοχή της ερωτικής επιθυμίας. Για να το καταλάβουμε:

Επιστρέφουμε στο σπίτι μας από μια κουραστική ημέρα δουλειάς και το μόνο που θέλουμε είναι να κάνουμε ένα ζεστό μπάνιο και να χαλαρώσουμε. Ο σύντροφός μας όμως έχει μαγειρέψει και μας περιμένει για ένα «ραντεβού» κατ’ οίκον και έτσι μέσα μας ξυπνά η επιθυμία ως ανταπόκριση στο κάλεσμα του άλλου. Δεν είναι δηλαδή απαραίτητο να έχουμε την αυθόρμητη ερωτική διάθεση ώστε να βιώσουμε ευχαρίστηση, αρκεί να ανταποκριθούμε σε εκείνη του συντρόφου μας.

Η επίδραση των αντιλήψεών µας και του πώς νιώθουµε στο σεξ

Ο τρόπος που µεγαλώσαµε, οι πολιτιστικές και θρησκευτικές µας καταβολές συχνά µας περιορίζουν στο να επιθυµήσουµε αλλά και να αναζητήσουµε ή να κατακτήσουµε την ερωτική ζωή που θέλουµε πραγµατικά. Την ίδια επίδραση µπορεί να έχει και κάποιο περιστατικό κακοποίησης ή αρνητικής ερωτικής εµπειρίας, είτε πρόκειται για προηγούµενη σχέση είτε για µεµονωµένη ερωτική συνεύρεση. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν παράγοντες που δρουν ενισχυτικά για την ερωτική µας διάθεση, όπως το ότι έχουµε δουλέψει µε τον εαυτό µας σε επίπεδο θεραπείας ή νιώθουµε ικανοποιηµένοι µε τη ζωή µας γιατί, π.χ., γυµναστήκαµε και χάσαµε βάρος, κατακτήσαµε κάτι, βρήκαµε µια καλύτερη δουλειά ή είµαστε σε µια σχέση που µας ευχαριστεί και µας καλύπτει.

Σεξ: Οι εχθροί της σεξουαλικής επιθυµίας

Το στρες

Θεωρείται ο νούμερο 1 λόγος για τη χαμηλή λίμπιντο. Το άγχος, από όπου κι αν προέρχεται, είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει τη σεξουαλική μας διάθεση, δημιουργώντας στη συνέχεια ένα φαύλο κύκλο όπου η κάθε «αποτυχημένη» σεξουαλική προσπάθεια θα προκαλεί περισσότερο στρες και άρα χαμηλότερη ερωτική διάθεση.

Κάποια φάρμακα

Ορισμένα αντικαταθλιπτικά αλλά και φάρμακα για την υπέρταση ή και άλλα νοσήματα είναι πολύ πιθανό να επηρεάζουν την ερωτική μας διάθεση, γι’ αυτό και αν αντιμετωπίζουμε κάποιο τέτοιο πρόβλημα, καλό είναι να το συζητήσουμε με το γιατρό μας.

Η κούραση

Μερικές φορές ενδεχομένως να μην έχουμε ερωτική διάθεση μόνο και μόνο επειδή είμαστε κουρασμένοι. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στην «Journal of Sexual Medicine», για ορισμένες γυναίκες ακόμα και μία ώρα ύπνου είναι αρκετή προκειμένου να ανέβει η λίμπιντό τους.

Τα προβλήματα υγείας

Είτε πρόκειται για πόνους είτε για χρόνιες παθολογικές καταστάσεις, σίγουρα αποτελούν παράγοντες που καταστέλλουν τη λίμπιντο.

Σεξ: Είναι πρόβληµα η χαµηλή λίµπιντο;

Το πόσο έντονη ή όχι είναι η ερωτική µας επιθυµία είναι πρόβληµα µόνο εάν µας ενοχλεί. Προκύπτει βέβαια θέµα όταν οι δυο ερωτικοί σύντροφοι δεν έχουν την ίδια επιθυµία, αλλά πρόκειται για κάτι που µπορεί να συζητηθεί και να ξεπεραστεί. Ειδικά όµως όσο περισσότερο µένει µαζί ένα ζευγάρι και η σχέση γίνεται µακροχρόνια, είναι φυσιολογικό να διαφοροποιούνται τα επίπεδα επιθυµίας των δύο συντρόφων και κατά καιρούς η επιθυµία του ενός να είναι µεγαλύτερη από του άλλου. Η λύση είναι η καλή επικοινωνία και οι αµοιβαίες υποχωρήσεις ώστε να βρεθεί µια
ιδανική συχνότητα που να ικανοποιεί αµφότερους.

Smart info

Η λίμπιντο χρωστά το όνομά της στον Σίγκμουντ Φρόιντ ο οποίος ήθελε με αυτό τον όρο να περιγράψει την ενστικτώδη ενέργεια που σχετίζεται με τη σεξουαλικότητα.

*Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τη Μαρία Ζούμπα, κοινωνιολόγο, συστημική οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια ατόμου, ζεύγους και ομάδας.