«Πρέπει να σε βρήκε μεγάλη συμφορά για να ξεκίνησες ψυχοθεραπεία, ε;», «Ένιωσες ότι κοντεύεις να τρελαθείς;», «τώρα είσαι καλά ή παίρνεις αγωγή;». Αυτές οι αδιάκριτες και γεμάτες άγνοια και προκατάληψη ερωτήσεις δεν έγιναν ανάμεσα σε κατοίκους κάποιου απομακρυσμένου χωριού κάπου στη δεκαετία του 80, έγιναν σε μένα πριν λίγες ημέρες, στην Αθήνα από μία γυναίκα που κατά τα άλλα φαίνεται ότι ζει στο σήμερα. Αυτές οι περίεργες ερωτήσεις έγιναν επίσης με αφορμή μία συζήτηση μας που en passant επάνω σε ένα θέμα είπα ότι «ο ψυχολόγος μου με συμβούλεψε…».

Μέχρι εκείνη τη στιγμή που έγιναν οι ερωτήσεις νόμιζα ότι για όλους ήταν κάτι απόλυτα φυσιολογικό όχι μόνον να πηγαίνουμε, αλλά και να ακούμε ότι κάποιος ξεκίνησε ψυχοθεραπεία. Και μάλιστα να τον ενθαρρύνουμε. Όμως τόση λύπηση στο βλέμμα της συγκεκριμένης γυναίκας είχα να δω από τα 15 μου όταν οι κολλητές μου με παρηγορούσαν γιατί χώρισα από τον πρώτο μου έρωτα.

Κάπως έτσι κατάλαβα ότι η ψυχοθεραπεία είναι ακόμα ταμπού

Ακόμα και τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές και εσείς τις διαβάζετε, υπάρχουν ακόμα κάποιοι που πιστεύουν ότι όποιος κάνει ψυχοθεραπεία, τα έχει ολίγον έως πολύ χαμένα.

Γι’ αυτό υπάρχει και ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων ακόμα και στις πιο πολιτισμένες κοινωνίες που ενώ επισκέπτονται το ψυχολόγο, το κρύβουν από το οικογενειακό, φιλικό ή συναδελφικό τους περιβάλλον. Και υπάρχουν και οι άλλοι που ενώ έχουν ανάγκη από ψυχολογική βοήθεια ή και ψυχιατρική δεν τολμούν να τη ζητήσουν. Γιατί υπάρχει ακόμα το στίγμα του ευάλωτου, του υπερευαίσθητου, του εύθραυστου, του ψυχικά ασταθούς.

Και έχω την αίσθηση ότι υπάρχει και κάτι που δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα:

Ενώ η επιστήμη της ψυχολογίας και οι ειδικοί της, ερευνούν, εργάζονται και προετοιμάζονται καθημερινά για να βοηθήσουν όσους, τους χρειαζόμαστε, ίσως θεωρούν δεδομένο ότι δεν χρειάζεται να διαλύσουν λανθασμένες αντιλήψεις και προκαταλήψεις στο γενικό πληθυσμό, ούτε να πείσουν, να ευαισθητοποιήσουν και να ενημερώσουν σχετικά με όλα τα οφέλη της επίσκεψης σε έναν ψυχολόγο.

Ξεκινώντας από την κυρία που μου απηύθυνε αυτά τα ερωτήματα και που μάλλον έγινε η μούσα μου γι’ αυτό το κείμενο, ίσως μας βοηθήσει να αποκωδικοποιήσουμε την νοοτροπία και τις σκέψεις της επάνω στις οποίες εδράζεται το ταμπού που έχει για όσους επισκέπτονται ψυχοθεραπευτή, και πόσο μάλλον αν χρειαστεί-που θα χρειαστεί- να επισκεφτεί και η ίδια.

ΣΚΕΨΗ ΝΟ1:  Νομίζει ότι είμαι τρελή

Δεν χρειάζεται όμως να έχει κάποιος μία ψυχική ασθένεια για να προσέξει την ψυχική του υγεία όπως και τη σωματική του και για να αναζητήσει βοήθεια. Μια απώλεια, μία θλίψη χωρίς λόγο, το άγχος, η πίεση, τα τοξικά συναισθήματα που μας βαραίνουν και συνθήκες ων ουκ έστιν αριθμός, μπορούν να μας οδηγήσουν -και σωστά- στη ανάγκη να κλείσουμε το πρώτο ραντεβού με τον ψυχοθεραπευτή. Στην πραγματικότητα, πολλές θεραπείες επικεντρώνονται στην ανακούφιση των αρνητικών συμπτωμάτων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγάλα προβλήματα.

ΣΚΕΨΗ ΝΟ2: Νομίζει ότι είμαι αδύναμη

Και καλώς το νομίζει. Γιατί το να παραδεχόμαστε την αδυναμία μας να αντιμετωπίσουμε τα πάντα είναι μια πράξη δύναμης και θάρρους που τελικά οδηγεί σε μεγαλύτερη αίσθηση ενδυνάμωσης. Η παραδοχή της αδυναμίας μου, είναι η δύναμή μου.

ΣΚΕΨΗ 3η Καλά, η ψυχοθεραπεία είναι ένα ακριβό σπορ. Που τα βρήκε εκείνη τα λεφτά και τα σπαταλάει έτσι;

Καταρχάς οι τιμές ποικίλλουν ανά ψυχοθεραπευτή και ανά μορφή θεραπείας. Για παράδειγμα, οι διαδικτυακοί ψυχολόγοι μπορεί να προσφέρουν οικονομικές λύσεις που είναι διαθέσιμες σχεδόν σε όλους. Ωστόσο υπάρχουν και κέντρα ψυχικής υγείας σε Δήμους που μπορούν να προσφέρουν δωρεάν την στήριξή τους.

Όμως είτε χρειαστεί να πληρώσετε τη συνεδρία σας περισσότερα ή λιγότερα χρήματα ή (και) καθόλου θα ήθελα να σας τονίσω – από τη δική μου εμπειρία κρίνοντας- ότι είναι μια επένδυση για την ψυχή σας και στην ποιότητα ζωής σας. Ξέρω, είναι σύνηθες να ξοδεύουμε χρήματα για ομορφιά και ρούχα ή για να σμιλέψουμε το σώμα μας, αλλά μας φαίνεται δύσκολο να ξοδεύουμε χρήματα για ψυχική υγεία. Σκεφτείτε όμως πώς μπορεί να αλλάξει ολόκληρη η ζωή σας και μέσα σ’ αυτήν την αλλαγή και ο τρόπος που βλέπετε τον εαυτό σας, την ομορφιά σας και το σώμα σας.

ΣΚΕΨΗ 4η: «Άντε καλέ, σιγά μην έχει κανένα σημαντικό πρόβλημα που δεν μπορεί να λύσει μόνη της!».

Αυτή είναι μια από τις πιο σκέψεις που κάνει, μαζί με την καλή κυρία που μου μίλησε, και πολύς κόσμος. Καταρχάς, ας  ξεκινήσουμε από την υποκειμενικότητα με την οποία ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο και άρα και τα προβλήματά του. Είναι τρομερά εγωιστικό να θεωρούμε ότι εμείς ξέρουμε καλύτερα από τους άλλους τη σημασία και την ένταση των προβλημάτων τους και ακόμα πιο εγωιστικό αν θεωρούμε ότι εμείς ξέρουμε καλύτερα από τους ειδικούς πώς να βοηθήσουμε τον εαυτό μας, ειδικά όταν τα πράγματα είναι πιο σοβαρά.  Ποιο είναι το μέτρο για να καταλάβετε ότι χρειάζεστε βοήθεια; Σίγουρα όχι ο κόσμος! Αν κάτι σας προκαλεί ψυχικό πόνο που δεν περνάει με τον καιρό, θα πρέπει να αναζητήσετε βοήθεια.

ΣΚΕΨΗ 5Η: Δηλαδή εκείνη τώρα πήγε σε ψυχίατρο ή σε ψυχοθεραπευτή;

Αυτό δεν είναι τόσο ταμπού, όσο είναι μπέρδεμα. Τα πράγματα είναι απλά: Ο ψυχίατρος είναι γιατρός ενώ ο ψυχολόγος όχι. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι ο ψυχίατρος μπορεί να συνταγογραφήσει φαρμακευτική αγωγή ενώ ο ψυχολόγος όχι, ότι ο ψυχίατρος εστιάζει στη διάγνωση μιας ψυχικής διαταραχής και στην αντιμετώπιση αυτής με φάρμακα ή με κάποιες ιατρικές παρεμβάσεις ενώ ο ψυχολόγος χρησιμοποιεί μεν τα ίδια διαγνωστικά κριτήρια με τον ψυχίατρο, όμως η θεραπευτική του προσέγγιση είναι η ψυχοθεραπεία. Το αν θέλει κάποιος να πάρει φάρμακα είναι ένα βασικό κριτήριο που θα σας οδηγήσει  στην επιλογή ψυχιάτρου ή ψυχολόγου. Το αν θα πρέπει να πάρετε φάρμακα είναι μια απόφαση που θα λάβει ο ειδικός.

Τι μου πρόσφερε εμένα η ψυχοθεραπεία;

  1. Χώρο και χρόνο για τον εαυτό μου – Για μερικούς ανθρώπους, όπως εγώ, ο χρόνος της θεραπείας είναι η μόνη φορά κάθε εβδομάδα που μπορούμε να αφιερωθούμε, να κατανοήσουμε και να σεβαστούμε τις ανάγκες μας.
  2. Συναισθηματική επίγνωση – Είμαστε συναισθηματικά όντα που ανταποκρίνονται σε όλα τα ερεθίσματα του περιβάλλοντός μας. Πολλές φορές όμως δεν ξέρουμε πώς λειτουργούν τα συναισθήματά μας, ποιες λειτουργίες εξυπηρετούν ή πώς τα αντιμετωπίζουμε.
  3. Αυτογνωσία – Με γνωρίζω και μου συστήνομαι ξανά, καθώς εξελίσσομαι. Το ποιοι είμαστε είναι το αποτέλεσμα ενός συνδυασμού γονιδίων, εκπαίδευσης και εμπειριών. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τους λόγους πίσω από ορισμένες συμπεριφορές μας. Θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τον εαυτό μας ή να αλλάξουμε όπου χρειάζεται κομμάτια του εαυτού μας που μας κρατάνε δέσμιους.
  4. Διαφορετική προοπτική στα πράγματα– Η συζήτηση με έναν ψυχολόγο με βοήθησε να αλλάξω την εστίαση μου από το πρόβλημα στη λύση. Από το ψυχικό βάρος, στην μείωση της δυσφορίας και στον τρόπο διαφορετικής αντιμετώπισης που από μόνη μου δε θα μπορούσα να βρω.
  5. Πρόληψη – Αυτό που κατάλαβα είναι ότι οι ψυχολόγοι μας δίνουν τρία εργαλεία: εργαλεία για να μας βοηθήσουν να ξεπεράσουμε τα τρέχοντα προβλήματα, εργαλεία που θα μας βοηθήσουν να ξεπεράσουμε μελλοντικά προβλήματα και εργαλεία που μας βοηθούν να αποτρέψουμε την υποτροπή.
  6. Ευτυχία – Σε μένα λειτούργησε και με αυτό τον τρόπο αν και αυτό το όφελος δεν έρχεται πάντα με την ψυχοθεραπεία. Για δεκαετίες, η ψυχολογία επικεντρωνόταν μόνο στην ανακούφιση από τον ψυχικό πόνο. Τώρα μπορεί επίσης να δημιουργήσει σημεία υποστήριξης για αυτοβελτίωση και ευτυχία.

Αυτά ήταν και τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησα στην κυρία με τα αδιάκριτα και γεμάτα άγνοια και ταμπού, ερωτήματα. Θεωρητικά φάνηκε να την έπεισα, τόσο που μπορεί να τη συναντήσω στην αίθουσα αναμονής, στο γραφείο του δικού μου ψυχολόγου. Πρακτικά, θα σας πω όταν θα την συναντήσω.

Αν με ρωτάτε, τώρα αν η επίσκεψη σε ψυχολόγο θα είναι πάντα ταμπού, θα σας απαντήσω ότι ελπίζω πώς όχι. Τα οφέλη σε προσωπικό επίπεδο είναι αναμφισβήτητα, αλλά υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος προς την αποδοχή. Αν εσείς πάντως  αισθάνεστε ότι η ψυχική σας υγεία τίθεται σε κίνδυνο, μη διστάσετε να ζητήσετε βοήθεια. Είστε πιο σημαντικοί από όλα τα ταμπού γύρω από την ψυχοθεραπεία. Και από τις αδιάκριτες κυρίες που τα διαιωνίζουν…