Εάν συνηθίζετε να ξυπνάτε και να κοιμάστε διαφορετικές ώρες, τότε μπορεί να διατρέχετε αυξημένο κίνδυνο για καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο, αποκαλύπτει νέα επιστημονική μελέτη.
Σύμφωνα με την έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο Journal of Epidemiology & Community Health, η τακτικότητα του ύπνου, όρος που αναφέρεται στο πόσο συχνά τηρείτε το ίδιο πρόγραμμα ύπνου και αφύπνισης, φαίνεται να αποτελεί ισχυρότερο προγνωστικό παράγοντα για μείζονα καρδιαγγειακά επεισόδια από ό,τι η διάρκειά του.
Πρόκειται για την πρώτη μελέτη του είδους, που εξετάζει τις επιπτώσεις τόσο της διάρκειας όσο και της τακτικότητας του ύπνου στις καρδιαγγειακές παθήσεις.
Πότε είναι πιο πιθανά εγκεφαλικό, καρδιακή προσβολή και καρδιακή ανεπάρκεια
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, ο κίνδυνος καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής ανεπάρκειας φάνηκε να αυξάνεται σημαντικά σε άτομα με ακανόνιστα μοτίβα ύπνου, ακόμη και αν κοιμόντουσαν αρκετά για την ηλικία τους.
Αντίθετα, τα άτομα που τηρούσαν πιο αυστηρά ένα τακτικό πρόγραμμα ύπνου και αφύπνισης φάνηκαν να έχουν χαμηλότερο κίνδυνο σοβαρών καρδιαγγειακών επεισοδίων.
«Η ακανόνιστη ροή ύπνου αναφέρεται σε συχνά μεταβαλλόμενα προγράμματα ύπνου, όπως το να πέφτετε για ύπνο και να ξυπνάτε διαφορετικές ώρες κάθε μέρα, γεγονός που μπορεί να διαταράξει τον οργανισμό και να επηρεάσει δυσμενώς την υγεία. Η παρούσα μελέτη υπογραμμίζει τη σημασία του τακτικού και σταθερού προγράμματος ύπνου για τη φροντίδα της καρδιαγγειακής υγείας» σημειώνουν οι ερευνητές.
Τι έδειξε η έρευνα
Η μελέτη περιελάμβανε περισσότερα από 72.000 άτομα ηλικίας 40 έως 79 ετών χωρίς ιστορικό μείζονος καρδιαγγειακού επεισοδίου. Όλοι οι συμμετέχοντες ήταν μέλη της UK Biobank, μιας βιοϊατρικής βάσης δεδομένων που περιλαμβάνει δεδομένα από μισό εκατομμύριο άτομα στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Επειδή ο ύπνος είναι περίπλοκος, οι ερευνητές προσπάθησαν να ελέγξουν μια μεγάλη ποικιλία παραγόντων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα της μελέτης, όπως η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα, το ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου και η ψυχική υγεία.
Συμπεριέλαβαν επίσης σημαντικές πτυχές του τρόπου ζωής που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ποιότητα του ύπνου, όπως τα αυτοαναφερόμενα προβλήματα ύπνου, οι νυχτερινές βάρδιες, ακόμη και τον χρόνο που περνούσαν στις οθόνες.
Ένα άλλο πλεονέκτημα της μελέτης είναι ότι δεν βασίστηκε σε αυτοαναφερόμενα δεδομένα ύπνου. Οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν ανιχνευτές δραστηριότητας για επτά ημέρες για να τον καταγράψουν.
Με βάση τα καταγεγραμμένα δεδομένα ύπνου, οι συμμετέχοντες έλαβαν μια βαθμολογία «Δείκτη Τακτικότητας Ύπνου» (“Sleep Regularity Index”, SRI), με τις χαμηλότερες βαθμολογίες να υποδηλώνουν ακανόνιστα πρότυπα. Οι συμμετέχοντες ταξινομήθηκαν σε τρεις ομάδες βάσει της SRI βαθμολογίας τους:
- Κανονικός ύπνος: SRI μεγαλύτερο από 87,3.
- Μέτρια ακανόνιστος ύπνος: SRI 71,6 έως 87,3.
- Ακανόνιστος ύπνος: SRI μικρότερος από 71,6.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι άνθρωποι με ακανόνιστο ύπνο φάνηκαν να έχουν 26% αυξημένο κίνδυνο σοβαρών καρδιαγγειακών επεισοδίων, όπως το εγκεφαλικό ενώ εκείνοι με μέτρια ακανόνιστο ύπνο φάνηκαν να έχουν μια μέτρια αύξηση 8%.
Ώρες ύπνου VS τακτικότητας
Το επόμενο ερώτημα για τους ερευνητές ήταν αν ο επαρκής ύπνος θα μπορούσε να αντισταθμίσει τον κίνδυνο του ακανόνιστου ύπνου. Όπως αναφέρουν, ακόμα και οι συνιστώμενες ώρες ύπνου δεν φάνηκαν αρκετές για να μειώσουν τον κίνδυνο από το ακανόνιστο πρόγραμμα, φάνηκαν όμως να επηρεάζουν την ομάδα του μέτρια ακανόνιστου ύπνου.
«Ενώ τόσο η επαρκής διάρκεια του ύπνου όσο και τα τακτικά πρότυπα είναι σημαντικά, τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η τήρηση των συστάσεων για τη διάρκεια του ύπνου από μόνη της δεν εξαλείφει τον αυξημένο κίνδυνο για όσους έχουν ακανόνιστα μοτίβα ύπνου», δήλωσαν οι ερευνητές.
Μάλιστα, τα τακτικά πρότυπα ύπνου φάνηκαν να μειώνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Μια ελάχιστη βαθμολογία SRI 77,1 συσχετίστηκε με μείωση του κινδύνου κατά 15%, ενώ ακόμη μεγαλύτερο όφελος προέκυψε με τον πιο τακτικό ύπνο, καθώς η βαθμολογία SRI 80,8 απέφερε μείωση κατά 18%.