Γνωρίζουμε ότι η απιστία δεν κάνει διακρίσεις. Άνδρες, γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας ή επαγγέλματος μπορεί να απατήσουν ή να… απατηθούν. Ωστόσο, φαίνεται ότι κάποιοι έχουν περισσότερες πιθανότητες από άλλους.
Συγκεκριμένα, ερευνητές από τα Πανεπιστήμια Reichman και Rochester παρατήρησαν ότι η απιστία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη μεταξύ των ισχυρών ανθρώπων – σκεφτείτε τον πρώην πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Μπιλ Κλίντον ή τον Μπιλ Γκέιτς της Microsoft.
«Σε μια ρομαντική σχέση, αυτές οι δυναμικές εξουσίας μπορεί να οδηγήσουν τον πιο δυναμικό σύντροφο να πιστεύει ότι φέρνει περισσότερα στο τραπέζι από τον/την σύντροφό του», εξηγεί η ερευνητική ομάδα.
«Το πιο ισχυρό άτομο μπορεί να θεωρεί έχει περισσότερες επιλογές εκτός της σχέσης και ότι είναι πιο επιθυμητοί σύντροφοι γενικά», προσθέτει.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Archives of Sexual Behavior, οι άνθρωποι που αισθάνονται πιο ισχυροί είναι πιο πιθανό να αγνοήσουν τη δέσμευσή τους και να κάνουν πράξη τις επιθυμίες τους για βραχυπρόθεσμες περιπέτειες ή δυνητικά άλλους, πιο δελεαστικούς συντρόφους, αν παρουσιαστεί η ευκαιρία.
Είναι η απιστία στο DNA μας;
Οι έρευνες δείχνουν ότι η απιστία σχετίζεται με τη γενετική. Οι επιστήμονες μάλιστα αναφέρουν πως δεν είναι τυχαία η ύπαρξή της στην εξελικτική μας ιστορία.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο PLOS One αναφέρει ότι μια παραλλαγή στο γονίδιο του υποδοχέα της ντοπαμίνης D4 συσχετίστηκε με μεγαλύτερη πιθανότητα απιστίας τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες. Τα άτομα με αυτή τη γενετική παραλλαγή έδειξαν επίσης ισχυρότερες αποκρίσεις «επιθυμίας» σε ερεθίσματα όπως το φαγητό και το αλκοόλ σε άλλη έρευνα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως όλα τα άτομα με αυτήν τη γενετική παραλλαγή εμφανίζουν τέτοιες αντιδράσεις και συμπεριφορές, όπως επισημαίνουν οι ερευνητές.
Δεν είναι δικαιολογία
Ίσως τα γονίδια που σχετίζονται με τον ενθουσιασμό που προκαλεί ο κίνδυνος και το ρίσκο να είναι υπεύθυνα, με τους ερευνητές ωστόσο να μην έχουν καταλήξει σε πλήρη συμφωνία και με κάποιους να δηλώνουν χαρακτηριστικά πως οι γενετικές συσχετίσεις δεν πρέπει να θεωρούνται «απόδειξη» για την ύπαρξη ενός γονιδίου… εξαπάτησης.
Οι ειδικοί ξεκαθαρίζουν πως αν και αυτές οι μελέτες υποδηλώνουν μια γενετική βάση για την άπιστη συμπεριφορά, δεν υποδηλώνουν ότι η συμπεριφορά μας καθορίζεται εξ ολοκλήρου από τα γονίδιά μας. Απλώς πως ένα μέρος της μπορεί να αποδοθεί σε γενετικές επιρροές.