«Αργόστροφους» δεν τους λες – Οι αστροναύτες που πηγαίνουν στο διάστημα είναι μερικοί από τους πιο έξυπνους ανθρώπους στον πλανήτη… Ωστόσο, ερευνητές της NASA υποστηρίζουν ότι τα διαστημικά ταξίδια μπορεί να επιβραδύνουν τον ανθρώπινο εγκέφαλο, ακόμη κι αν είναι το πιο «λαμπρό» μυαλό!

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη νέα μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Frontiers in Physiology, η ταχύτητα επεξεργασίας, η μνήμη και η προσοχή των αστροναυτών επιβραδύνονται στο διάστημα.

Μυαλό σε… άλλη τροχιά

Η παραμονή στο διάστημα ασκεί ακραίες πιέσεις στο ανθρώπινο σώμα. Το σώμα και ο εγκέφαλος των αστροναυτών επηρεάζονται από την ακτινοβολία, τη μεταβαλλόμενη βαρύτητα, τις δύσκολες συνθήκες εργασίας και την έλλειψη ύπνου.

Η ερευνητική ομάδα ανησυχούσε ότι όλα αυτά θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη γνωστική λειτουργία τους, γι’ αυτό εξέτασε 25 αστροναύτες που πέρασαν κατά μέσο όρο έξι μήνες στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό, προκειμένου να διαπιστώσουν τις αλλαγές σε ένα ευρύ φάσμα τομέων γνωστικής απόδοσης.

Οι αστροναύτες υποβλήθηκαν σε μια σειρά δοκιμασιών που αναπτύχθηκαν για την αξιολόγηση γνωστικών τομέων. Για κάθε ένα από τα τεστ, οι ερευνητές μέτρησαν την ταχύτητα και την ακρίβεια σε πέντε χρονικές στιγμές: πριν από την αποστολή, στην αρχή και στο τέλος της πτήσης, καθώς και δέκα και 30 ημέρες μετά την προσγείωση. Όπως φάνηκε, οι απαντήσεις στα τεστ που αξιολογούσαν την ταχύτητα επεξεργασίας, τη μνήμη εργασίας και την προσοχή ήταν πιο αργές από ό,τι στη Γη, αλλά δεν ήταν λιγότερο ακριβείς. Πρόκειται για τρεις τομείς, που όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, μπορούν να παρουσιάσουν προσωρινές αλλαγές ακόμα και στη Γη, όταν ένα άτομο βρίσκεται υπό πίεση.

Τα καλά νέα είναι ότι οι αλλαγές αυτές δεν διατηρήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η επιβραδυνόμενη απόδοση στην προσοχή παρατηρήθηκε μόνο στις αρχές της αποστολής, ενώ η αργή απόδοση στην ταχύτητα επεξεργασίας δεν επανήλθε στα βασικά επίπεδα, παρά μόνο όταν η αποστολή τελείωσε και το πλήρωμα επέστρεψε στη Γη.

Συνολικά, οι γνωστικές επιδόσεις των αστροναυτών ήταν σταθερές και οι συγγραφείς της μελέτης δεν εντόπισαν στοιχεία που να υποδηλώνουν βλάβες στο κεντρικό νευρικό σύστημα.