Είναι γνωστό ότι ο εγκέφαλος… “αγαπά” την γυμναστική, καθώς η άσκηση προάγει την εύρυθμη λειτουργία του.

Τώρα, μια νέα μελέτη από ερευνητές του Penn State, αποκαλύπτει ότι λίγα μόνο λεπτά καθημερινής φυσικής δραστηριότητας, όπως η βόλτα του σκύλου ή οι δουλειές του σπιτιού, φαίνεται να βελτιώνουν την ταχύτητα γνωστικής επεξεργασίας, τον ρυθμό δηλαδή με τον οποίο ο εγκέφαλος προσλαμβάνει και επεξεργάζεται πληροφορίες.

Στα πλαίσια της μελέτης, που δημοσιεύθηκε στο Annals of Behavioral Medicine, εξετάστηκαν περισσότεροι από 200 ενήλικες μέσης ηλικίας μεταξύ 40 και 65 ετών.

Πώς ευνοείται ο εγκέφαλος;

Οι συμμετέχοντες έκαναν check-in πολλές φορές μέσα στην ημέρα σε μια εφαρμογή για smartphone, αναφέροντας οποιαδήποτε σωματική δραστηριότητα είχαν από το τελευταίο τους check-in και στη συνέχεια ολοκλήρωναν μια σειρά από παιχνίδια για να ελέγξουν οι ερευνητές τις γνωστικές τους ικανότητες.

«Δεν χρειάζεται να πηγαίνετε στο γυμναστήριο για να βιώσετε όλα τα πιθανά οφέλη της σωματικής δραστηριότητας», αναφέρει ο επικεφαλής της μελέτης, Δρ Jonathan Hakun, επίκουρος καθηγητής νευρολογίας και ψυχολογίας στο Penn State.

«Όλες οι κινήσεις είναι σημαντικές. Η καθημερινή κίνηση μετράει ως πηγή συσσωρευμένης φυσικής δραστηριότητας που θα μπορούσε να συμβάλλει σε έναν υγιεινό τρόπο ζωής, με κάποιες θετικές επιδράσεις στη γνωστική υγεία» επισημαίνει ο ίδιος.

Κάθε κίνηση μετράει υπέρ του εγκεφάλου

Τις ημέρες που οι συμμετέχοντες είχαν σωματική δραστηριότητα – είτε αυτή ήταν ελαφριά, όπως το περπάτημα, είτε πιο έντονη, όπως το τρέξιμο – παρουσίασαν βελτιώσεις στην ταχύτητα επεξεργασίας που ισοδυναμούσαν με το να είναι τέσσερις χρόνια νεότεροι, σημειώνουν οι ερευνητές.

Αυτό υποδηλώνει ότι ακόμη και μια σύντομη “έκρηξη” κίνησης μπορεί να “φρενάρει” προσωρινά τη γνωστική επιβράδυνση που έρχεται με τη γήρανση.

«Γινόμαστε πιο αργοί καθώς γερνάμε, τόσο σωματικά όσο και γνωστικά. Η ιδέα εδώ είναι ότι μπορούμε στιγμιαία να το σταματήσουμε μέσω της κίνησης. Ένας σύντομος περίπατος ή μια μικρή επιπλέον κίνηση μπορεί να βοηθήσει σημαντικά» συμπληρώνει ο Δρ Jonathan Hakun.