Είναι γνωστό ότι η έκθεση στο φως και στο σκοτάδι μπορεί να επηρεάσει ποικιλοτρόπως την υγεία και την λειτουργία του οργανισμού. Τώρα νέα μελέτη με περισσότερα από 13 εκατομμύρια δεδομένα ώρας, που συλλέχθηκαν από αισθητήρες φωτός που φορούσαν 89.000 άτομα, αποκάλυψε ότι η έκθεση σε φωτεινές νύχτες και σκοτεινές ημέρες συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου.
Οι ερευνητές διερεύνησαν κατά πόσον το φως κατά την διάρκεια της ημέρας και της νύχτας και τα μοτίβα φωτισμού που διαταράσσουν τους κιρκάδιους ρυθμούς, προβλέπουν τον κίνδυνο θνησιμότητας.
Αυξημένος ο κίνδυνος θανάτου κατά 34%
Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences, αναφέρουν ότι όσοι εκτέθηκαν σε υψηλά επίπεδα φωτός τη νύχτα φάνηκαν να έχουν 21-34% αυξημένο κίνδυνο θανάτου, ενώ όσοι εκτέθηκαν σε υψηλά επίπεδα φωτός την ημέρα φάνηκαν να έχουν 17-34% μείωση του κινδύνου θανάτου.
«Η έκθεση σε φωτεινότερες νύχτες και σκοτεινότερες ημέρες μπορεί να διαταράξει τους κιρκάδιους ρυθμούς μας, μια διαταραχή που είναι γνωστό ότι οδηγεί σε διάφορα προβλήματα υγείας, όπως διαβήτη, παχυσαρκία, καρδιαγγειακά νοσήματα, προβλήματα ψυχικής υγείας και αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου», λέει ο επικεφαλής συγγραφέας Δρ Sean Cain, καθηγητής στο Flinders University.
«Αυτά τα νέα ευρήματα σχετικά με τις επιδράσεις του φωτός μας έδειξαν πόσο σημαντικές είναι οι προσωπικές συνήθειες έκθεσης στο φως για την υγεία».
Πώς επηρεάζει το φως και το σκοτάδι την υγεία;
Ο συν-συγγραφέας και αναπληρωτής καθηγητής Δρ Andrew Phillips, εξηγεί ότι η έκθεση στο φως τη νύχτα διαταράσσει τους κιρκάδιους ρυθμούς μετατοπίζοντας τον συντονισμό και αποδυναμώνοντας το σήμα του κεντρικού κιρκάδιου «βηματοδότη» που ενορχηστρώνει τους κιρκάδιους ρυθμούς σε όλο το σώμα.
«Η διαταραχή των κιρκάδιων ρυθμών του οργανισμού συνδέεται με την ανάπτυξη του μεταβολικού συνδρόμου, του διαβήτη και της παχυσαρκίας και εμπλέκεται επίσης έντονα στην ανάπτυξη καρδιομεταβολικών νοσημάτων, όπως το έμφραγμα του μυοκαρδίου, το εγκεφαλικό επεισόδιο και η υπέρταση», συμπληρώνει ο ίδιος.
Για να φτάσουν στα παραπάνω συμπεράσματα, οι ερευνητές εξέτασαν τη σχέση της έκθεσης στο φως με τον κίνδυνο θνησιμότητας εξαιτίας όλων των αιτιών και της καρδιομεταβολικής θνησιμότητας αντλώντας δεδομένα από την UK Biobank, για 89.000 συμμετέχοντες , οι οποίοι ήταν 40 έως 69 ετών.
Οι μετρήσεις καταγράφηκαν με αισθητήρες που φορέθηκαν στον καρπό και η θνησιμότητα των συμμετεχόντων καταγράφηκε από την Εθνική Υπηρεσία Υγείας των ΗΠΑ σε μια περίοδο παρακολούθησης περίπου 8 ετών.
Η διάρκεια του ύπνου, η ποιότητά του και ο ενδιάμεσος ύπνος εκτιμήθηκαν από τα δεδομένα κίνησης, ενώ η καρδιομεταβολική θνησιμότητα ορίστηκε ως οποιαδήποτε αιτία θανάτου που αντιστοιχεί σε ασθένειες του κυκλοφορικού συστήματος ή ενδοκρινικές και μεταβολικές ασθένειες.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι ο διαταραγμένος κιρκάδιος ρυθμός προέβλεπε υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας, τον οποίο οι συγγραφείς μπόρεσαν να προσδιορίσουν με τη χρήση υπολογιστικών μοντέλων.