Καθώς ο καρκίνος του μαστού εμφανίζεται σε περισσότερες γυναίκες κάτω των 50, ο τακτικός έλεγχος είναι απαραίτητος για την έγκαιρη διάγνωση.
Τώρα, μια νέα δεκαετής μελέτη αποκαλύπτει ότι ο προσυμπτωματικός έλεγχος για καρκίνο του μαστού με ψηφιακή τομοσύνθεση μαστού (DBT) αυξάνει τα ποσοστά ανίχνευσης καρκίνου και μειώνει σημαντικά το ποσοστό προχωρημένων καρκίνων σε σύγκριση με τη συμβατική 2D ψηφιακή μαστογραφία.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο Radiology, περιοδικό της Radiological Society of North America (RSNA).
Εξελίξεις στην μαστογραφία
Η μαστογραφία θεωρείται το χρυσό πρότυπο στον προσυμπτωματικό έλεγχο του καρκίνου του μαστού για το γενικό πληθυσμό. Ωστόσο, η συμβατική δισδιάστατη μαστογραφία (2D), στην οποία ένα σύστημα ακτίνων Χ χαμηλής δόσης παράγει εικόνες του εσωτερικού του μαστού από δύο γωνίες, αποτυγχάνει να ανιχνεύσει περίπου το 20% των καρκίνων του μαστού.
Επιπλέον έχει συσχετιστεί με ψευδώς θετικά αποτελέσματα, όπου μια ανωμαλία που παρατηρείται στην μαστογραφία, τελικά αποδεικνύεται ότι δεν είναι καρκίνος, αφού μια γυναίκα ανακληθεί και υποβληθεί σε πρόσθετες εξετάσεις.
Η ψηφιακή τομοσύνθεση μαστού πρόκειται για μια προηγμένη μορφή μαστογραφίας που αναδομεί εικόνες του μαστού που λαμβάνονται από διαφορετικές γωνίες σε τρισδιάστατες εικόνες. Σύμφωνα με τους ερευνητές, πίσω από την μελέτη, η ψηφιακή τομοσύνθεση έχει υψηλότερο ποσοστό ανίχνευσης καρκίνου σε σύγκριση με την ψηφιακή μαστογραφία.
Τι έδειξε η έρευνα
Στην αναδρομική μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν διαδοχικές περιπτώσεις καρκίνου που εντοπίστηκαν με μαστογραφία προσυμπτωματικού ελέγχου για 13 χρόνια στο Yale University/Yale-New Haven Health.
Τα δεδομένα περιελάμβαναν 10 χρόνια μαστογραφιών που πραγματοποιήθηκαν με τομοσύνθεση, που αποτέλεσε το πρότυπο στις εγκαταστάσεις του Yale από το 2011, και τρία προηγούμενα χρόνια μαστογραφιών με ψηφιακή μαστογραφία.
Η μελέτη περιελάμβανε 272.938 μαστογραφίες προσυμπτωματικού ελέγχου, εκ των οποίων οι 35.544 πραγματοποιήθηκαν με ψηφιακή μαστογραφία και οι 237.394 με τομοσύνθεση. Συνολικά εντοπίστηκαν 1.407 καρκίνοι, 142 με μαστογραφία και 1.265 με τομοσύνθεση.
«Η υπερδιάγνωση ήταν ένα φλέγον ζήτημα στον προληπτικό έλεγχο της μαστογραφίας», δήλωσε η πρώτη συν-συγγραφέας Δρ Liane Elizabeth Philpotts, καθηγήτρια ακτινολογίας και βιοϊατρικής απεικόνισης στο Yale School of Medicine. Με τον όρο “υπερδιάγνωση” οι ερευνητές αναφέρονται στους καρκίνους που εντοπίστηκαν αλλά δεν είναι κλινικά σχετικοί και ενδέχεται να μην προκαλέσουν επιπτώσεις στην υγεία του ασθενούς εάν δεν εντοπιστούν.
Σύμφωνα με την ίδια, η ψηφιακή μαστογραφία και η τομοσύνθεση ανίχνευσαν διάφορους υποτύπους και βαθμούς όγκων σε παρόμοια ποσοστά.
Ο καρκίνος του μαστού ανιχνεύεται νωρίτερα χάρη στην τομοσύνθεση
Η τομοσύνθεση είχε υψηλότερο ποσοστό ανίχνευσης καρκίνου από τη μαστογραφία (5,3% έναντι 4,0%) και χαμηλότερο ποσοστό προχωρημένων καρκίνων (32,7% έναντι 43,6%), γεγονός που δείχνει ότι οι καρκίνοι είναι πιθανό να ανιχνεύονται νωρίτερα. Η ανίχνευση του καρκίνου βελτιώθηκε όταν οι γυναίκες έκαναν επαναλαμβανόμενες μαστογραφίες με τομοσύνθεση.
Οι περισσότερες αληθινά θετικές περιπτώσεις καρκίνου που ανιχνεύθηκαν με τομοσύνθεση παρουσιάστηκαν ως μάζες, ενώ λιγότερες ως ασβεστώσεις και ασυμμετρίες.
Το ποσοστό ανάκλησης για την τομοσύνθεση ήταν σημαντικά χαμηλότερο (7,2%) από ό,τι για την ψηφιακή μαστογραφία (10,6%).
«Το χαμηλότερο ποσοστό ανάκλησης της τομοσύνθεσης, το υψηλότερο ποσοστό ανίχνευσης καρκίνου και το χαμηλότερο ποσοστό προχωρημένων καρκίνων είναι όλα θετικά στοιχεία», είπε η Δρ Philpotts.
Ωστόσο, η ίδια σημείωσε ότι απαιτούνται πρόσθετες μελέτες που χρησιμοποιούν μακροπρόθεσμα δεδομένα για την καλύτερη κατανόηση του ρόλου της τομοσύνθεσης στα ευρήματα του προσυμπτωματικού ελέγχου.