Περισσότερα από δώδεκα είδη βακτηρίων μεταξύ των εκατοντάδων που ζουν στο στόμα των ανθρώπων έχουν συνδεθεί με συλλογική κατά 50% αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ακανθοκυτταρικού καρκινώματος κεφαλής και τραχήλου (ΑΚΚΤ), σύμφωνα με μια νέα μελέτη. Μερικά από αυτά τα μικρόβια φαίνεται να συμβάλλουν στην περιοδοντική νόσο, μια σοβαρή ασθένεια των ούλων που μπορεί να καταστρέψει τους μαλακούς ιστούς που περιβάλλουν τα δόντια, ακόμα και το οστό της γνάθου.
Οι ειδικοί έχουν εδώ και καιρό παρατηρήσει ότι, σε αντίθεση με εκείνους με υγιές στόμα, όσοι έχουν κακή στοματική υγεία φαίνεται να είναι στατιστικά πιο ευάλωτοι στο ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα κεφαλής και τραχήλου, μια ομάδα που περιλαμβάνει τους πιο κοινούς καρκίνους του στόματος και του λαιμού.
Ενώ μικρότερες μελέτες έχουν συνδέσει ορισμένα βακτήρια σε αυτές τις περιοχές, όπως το στοματικό μικροβίωμα, με τους συγκεκριμένους τύπους καρκίνου, οι ακριβείς τύποι βακτηρίων που εμπλέκονται περισσότερο παρέμεναν μέχρι τώρα ασαφείς.
Η ασθένεια των ούλων ως δείκτης υψηλού κινδύνου
Με επικεφαλής τους ερευνητές του NYU Langone Health και του Perlmutter Cancer Center, οι νέες αναλύσεις εξέτασαν τη γενετική σύνθεση μικροβίων του στόματος που συλλέχθηκαν από υγιείς άνδρες και γυναίκες. Από τα εκατοντάδες διαφορετικά βακτήρια που βρίσκονται συνήθως στο στόμα, 13 είδη φάνηκε ότι είτε αυξάνουν είτε μειώνουν τον κίνδυνο ακανθοκυτταρικού καρκινώματος κεφαλής και τραχήλου.
Συνολικά, αυτά τα 13 είδη συνδέθηκαν με 30% μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνων. Σε συνδυασμό με άλλα πέντε είδη που συνδέονται συχνά με την ουλίτιδα, ο συνολικός κίνδυνος αυξήθηκε κατά 50%.
«Τα ευρήματά μας προσφέρουν νέα δεδομένα για την σχέση του στοματικού μικροβιώματος και των καρκίνων της κεφαλής και του τραχήλου», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Δρ Soyoung Kwak. «Αυτά τα βακτήρια μπορεί να χρησιμεύσουν ως βιοδείκτες ώστε οι ειδικοί να μπορούν να διακρίνουν τα άτομα που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο», προσθέτουν οι ερευνητές.
Προηγούμενες έρευνες είχαν αποκαλύψει ορισμένα βακτήρια σε δείγματα όγκων ανθρώπων που είχαν ήδη διαγνωστεί με αυτούς τους καρκίνους, λέει η Δρ Soyoung Kwak. Στη συνέχεια, σε μια μικρή παλαιότερη αξιολόγηση, η ίδια ερευνητική ομάδα διερεύνησε πώς τα μικρόβια σε υγιείς συμμετέχοντες μπορεί με την πάροδο του χρόνου να συμβάλλουν στον μελλοντικό κίνδυνο ακανθοκυτταρικού καρκινώματος κεφαλής και τραχήλου.
Η νέα επιστημονική ανάλυση που δημοσιεύθηκε διαδικτυακά στο JAMA Oncology, εξετάζει εάν και άλλοι μικροοργανισμοί, που, μαζί με τα βακτήρια, συνθέτουν το στοματικό μικροβίωμα, μπορεί να διαδραματίσουν κάποιο ρόλο στην εμφάνιση ακανθοκυτταρικού καρκινώματος κεφαλής και τραχήλου.
Η έρευνα
Για την έρευνα, η ομάδα ανέλυσε δεδομένα από τρεις συνεχιζόμενες έρευνες που παρακολουθούσαν 159.840 Αμερικανούς από όλη τη χώρα για να κατανοήσουν καλύτερα πώς η διατροφή, ο τρόπος ζωής, το ιατρικό ιστορικό και πολλοί άλλοι παράγοντες μπορεί να εμπλέκονται στην εμφάνιση καρκίνου.
Λίγο μετά την εγγραφή τους στην μελέτη, οι συμμετέχοντες έδωσαν δείγματα σάλιου, στα οποία διατηρήθηκαν ακριβώς τα είδη και ο αριθμός των μικροβίων. Στην συνέχεια, οι ερευνητές τους παρακολούθησαν για περίπου 10 έως 15 χρόνια για καταγράψουν τυχόν παρουσία όγκων.
Στην τρέχουσα μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν βακτηριακό και μυκητιακό DNA από τα δείγματα σάλιου των συμμετεχόντων. Στη συνέχεια, εντόπισαν 236 ασθενείς που είχαν διαγνωστεί με ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα κεφαλής και τραχήλου και συνέκριναν το DNA των στοματικών μικροβίων τους με εκείνο 458 τυχαία επιλεγμένων ατόμων της μελέτης που δεν είχαν εμφανίσει καρκίνο.
Στην έρευνά τους, η ομάδα των ερευνητών έλαβε υπόψη παράγοντες που είναι γνωστό ότι παίζουν ρόλο, όπως η ηλικία, η φυλή και πόσο συχνά κάπνιζαν ή έπιναν αλκοόλ.
«Τα ευρήματά μας προσφέρουν έναν ακόμη λόγο για να διατηρήσουμε καλές συνήθειες στοματικής υγιεινής», υπογραμμίζουν οι ερευνητές. «Το βούρτσισμα των δοντιών και η χρήση οδοντικού νήματος μπορεί όχι μόνο να βοηθήσουν στην πρόληψη της περιοδοντικής νόσου, αλλά και να μειώσουν τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου της κεφαλής και του τραχήλου», καταλήγουν.