Μεγάλωσε σε μια πολύ μεγάλη οικογένεια, στην οποία όμως η ζωή φέρθηκε πολύ σκληρά καθώς οι περισσότεροι έφυγαν γρήγορα. Τις ημέρες μάλιστα που η μητέρα του πάλευε με το θάνατο, εκείνος παραλάμβανε το βραβείο «Δημήτρης Χορν». Η ίδια η ζωή τον αντάμειψε με την εξαιρετικά ταλαντούχα και πρόσφατα πρωθιέρεια Μαίρη Μηνά και την υπέροχη κορούλα τους, για τις οποίες δηλώνει υπερήφανος και πολύ τυχερός. Βέβαια, η τύχη δεν είναι παρά ένας μικρός παράγοντας. Για τον Μιχάλη Σαράντη, η συνέχεια εξαρτάται από τη σκληρή δουλειά και τις σωστές επιλογές.

Οι περισσότεροι ηθοποιοί λένε ότι η υποκριτική ήταν «όνειρο ζωής». Εσύ είσαι η εξαίρεση;

Δεν νομίζω ότι αυτό είναι κανόνας. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, όπως εγώ, που για πολύ καιρό μπορεί να μην ξέρουν τι ακριβώς θέλουν να κάνουν και έρχεται στη ζωή τους η προοπτική να στραφούν σε ένα χώρο όπου μπορούν να δώσουν σχήμα στα όνειρά τους, να εκφραστούν.

Οι προηγούμενες σκέψεις σου αφορούσαν κυρίως την ιατρική αλλά και το ποδόσφαιρο;

Όντως, την ιατρική τη σκεφτόμουν λόγω του πατέρα μου, ο οποίος είχε σπουδάσει γιατρός, και το ποδόσφαιρο επειδή έπαιζα μπάλα όλη μέρα.

Και παραμένει ένα μεγάλο πάθος;

Ποιο; Το ποδόσφαιρο; Η ιατρική είναι μεγαλύτερο πάθος. Μου αρέσει πολύ η συγκεκριμένη επιστήμη, με ενδιαφέρει η ανατομία, η φυσιολογία του σώματος, να γνωρίζω από τι αποτελούμαι, πού βρίσκονται τα όργανά μου. Είναι εξάλλου θέματα που έχουν να κάνουν και με τη δουλειά μου. Δηλαδή, όταν πιάνομαι κάπου, θέλω να ξέρω ακριβώς ποιος μυς μου έχει μπλοκάρει και τι πρέπει να κάνω.

Διάβασα ότι γύρω στα 20 στράφηκες στην υποκριτική προκειμένου να διαχειριστείς και το θάνατο ενός καλού σου φίλου.

Δεν ξέρω πώς γράφτηκε αυτό, γιατί εγώ δεν έχω πει ποτέ κάτι τέτοιο. Κάπου στα 20, μου ήρθε πράγματι η επιθυμία να ασχοληθώ με την υποκριτική, όμως, από εκεί και πέρα, η απώλεια είναι ένα φαινόμενο που υπάρχει από νωρίς στη ζωή μου και τη διαχειρίζομαι εξελικτικά κάθε χρόνο. Με έχει βοηθήσει και το θέατρο, όπως όμως θα βοηθούσε και οποιαδήποτε δουλειά όπου μετασχηματίζεις τις σκέψεις σου και τις κάνεις κάτι άλλο.

Βοηθητικό, αλλά και σκληρό επάγγελμα, ειδικά όταν καλείσαι να παίξεις ενώ περνάς κάτι πάρα πολύ δύσκολο.

Ούτως ή άλλως, αυτό είναι στη φύση της δουλειάς. Μπορεί να είναι σκληρό, όμως μερικές φορές μπορεί να είναι και θεραπευτικό. Για παράδειγμα, όταν έφυγε η μητέρα μου, το ίδιο βράδυ έπαιξα. Δεν μου ζητήθηκε να παίξω ούτε ήμουν υποχρεωμένος να παίξω. Ήθελα εγώ να παίξω! Ήθελα να πάω, όχι για να ξεχαστώ, αλλά για να συνεχίσω τη ρουτίνα μου επειδή θα με κρατούσε σε μια κατάσταση και δεν θα μου επέτρεπε να καταρρεύσω. Ίσως να μην είναι θεραπευτικό, αλλά είναι χρήσιμο. Υπάρχουν φυσικά και οι περιπτώσεις όπου δεν μπορείς να παίξεις – όταν έχεις, ας πούμε, 39 πυρετό. Αν όμως το θέατρο είναι γεμάτο, θα παίξεις, κι ας μην περνάς εσύ ωραία, κι ας είναι επίπονο. Αλλά είναι τόσες οι όμορφες στιγμές που ζεις στο θέατρο που πρέπει να υπάρχει και ένα αντίτιμο. Δεν γίνεται να θέλουμε μόνο τα καλά. Αυτό είναι κάτι που έχω ως αξίωμα.

Έχει κι ένα είδος ευλογίας το επάγγελμά σου. Σου δίνει άπειρους τρόπους να εντρυφήσεις στην ανθρώπινη ύπαρξη.

Είναι ένα ακόμα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα της δουλειάς, ότι σου δίνεται η δυνατότητα να έρθεις σε επαφή με τον ανθρώπινο ψυχισμό, που είναι αβυσσαλέος. Είναι πολύ μεγάλο δώρο, ευλογία όμως δεν θα το έλεγα. Το να ασχοληθείς με την υποκριτική είναι συνειδητή επιλογή. Ευλογία θεωρώ όταν γίνονται πράγματα που έχεις ονειρευτεί και καταστάσεις που δεν σε δυσκολεύουν πολύ. Γενικά το επάγγελμά μας είναι δύσκολο και σε πρακτικό επίπεδο. Έχω πολλούς συναδέλφους που δεν δουλεύουν σε ροή, αγωνιούν συνεχώς για την επόμενη μέρα, ζορίζονται οικονομικά… Και γνωρίζω πολύ καλά ότι αύριο μεθαύριο μπορεί να έρθω κι εγώ στη θέση τους. Είναι ρευστή δουλειά, αλλά αυτό είναι κι ένα από τα συστατικά που την καθιστούν μοναδική.

Το πώς σου πάνε τα πράγματα είναι και θέμα τύχης;

Ειδικά στην αρχή, βέβαια.

Για σένα, που πλέον έχεις αναγνωρισιμότητα και σε ζητούν πολύ, έπαιξε ρόλο η τύχη ή και το ότι επέμεινες σε συγκεκριμένες επιλογές;

Την αισθητική, την ηθική και τις αρετές σου πιστεύω ότι τις διαμορφώνεις μέσα στην ίδια τη δουλειά. Εκεί αντιλαμβάνεσαι τι θέλεις να κάνεις και τι όχι, εκεί ανακαλύπτεις σκηνικά τον εαυτό σου, ο οποίος εξελίσσεται καθημερινά, εκεί λες «εγώ θέλω να πάω προς τα εδώ». Οπότε, στην αρχή, μέχρι να αντιληφθείς τι είσαι και να πέσεις και σε καλά χέρια, χρειάζεται τύχη, όμως, από εκεί και πέρα, είναι θέμα πάρα πολύ σκληρής δουλειάς.

Ως προς τις τηλεοπτικές σου επιλογές, δεν σκέφτηκες ότι, παίρνοντας μέρος σε κάτι πιο εμπορικό, θα έρχονταν περισσότερες ευκαιρίες στο θέατρο;

Έχω συμμετάσχει σε εμπορικές δουλειές. Οι «Πανθέοι», για παράδειγμα, που έκανα πρόσφατα, είναι μέσα σε αυτές. Εγώ ωστόσο μεταπήδησα από το θέατρο στην τηλεόραση και όχι το αντίθετο. Αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά, δεν περίμενα να βρω θεατρική στέγη μέσω της τηλεόρασης. Το θέατρο ήταν ούτως ή άλλως η βάση μου και, όταν ήρθε η ώρα να κάνω περισσότερη τηλεόραση, μου δόθηκε η ευκαιρία από κάποιους ανθρώπους.

Υπάρχει κάτι ανακοινώσιμο για την επόμενη τηλεοπτική σεζόν;

Ναι. Θα είμαι σε μια εβδομαδιαία σειρά του Alpha, τη «Διάφανη Αγάπη», σε σκηνοθεσία Σπύρου Ρασιδάκη. Προς το παρόν, θέατρο. Τέσσερα χρόνια «Αίας», μία σεζόν διάλειμμα με τον «Συρανό» και επιστροφή στην τραγωδία του Σοφοκλή, σε πανελλαδική περιοδεία μέχρι τις 13 Σεπτεμβρίου. Έχεις δει την παράσταση;

Βέβαια! Πολύ διστακτικά στην αρχή – ένας ηθοποιός σε εννέα ρόλους και ο ζωγράφος Απόστολος Χαντζαράς επί σκηνής, δεν ακουγόταν πολύ εύκολο θέαμα. Το αποτέλεσμα όμως ήταν ονειρικό.

Χαίρομαι πολύ που το λες αυτό. Ό,τι είδες λοιπόν βασίστηκε σε μια δική μου ιδέα όταν, βλέποντάς τον Απόστολο να ζωγραφίζει στο τραπέζι όπου συνήθως καθόμαστε στο ατελιέ του, του μίλησα λίγο για τον Αίαντα. Εκείνος μου παρουσίασε το έργο που εμπνεύστηκε από την αφήγησή μου, εγώ ονειρεύτηκα ότι όλο αυτό θα μπορούσε να γίνει παράσταση και έπεσα στην παγίδα που ο ίδιος έβαλα στον εαυτό μου. Παρόλο που κατάλαβα πόσο δύσκολο θα ήταν ένα τέτοιο εγχείρημα, το πρότεινα στον Γιώργο Νανούρη και εκείνος δέχθηκε αμέσως. Δημιούργησε ένα υπέροχο σκηνικό φαινόμενο, μια παράσταση όπου ένας ηθοποιός και ένας ζωγράφος αλληλεπιδρούν και διηγούνται μια ιστορία. Είναι μια διαδικασία που δεν έχει ξανασυμβεί.

Κάνω κάτι πολύ δύσκολο –μακράν το δυσκολότερο, και ψυχικά και σωματικά, που έχω κάνει ποτέ– και ο Απόστολος κάνει επίσης κάτι πολύ δύσκολο. Ταυτόχρονα, όμως, αφηγούμαστε με μια απλότητα που επιτρέπει στο θεατή να ανοίξει τη δική του οπτική σε αυτό που βλέπει και ακούει. Και είναι μια προσέγγιση του αρχαίου δράματος που σίγουρα έχει ενδιαφέρον: πώς συνδυάζονται δύο τέχνες, πώς ένας ερμηνευτής μπαινοβγαίνει στα διάφορα σύμπαντα και στους ρόλους της τραγωδίας ενώ παράλληλα κάποιος δημιουργεί μπροστά σου εικόνες.

Πόσο μας αφορούν σήμερα τα λόγια του Σοφοκλή;

Όσο ποτέ! Την τελευταία δεκαπενταετία, ο κόσμος έχει αλλάξει ολόκληρος – όσο δεν είχε αλλάξει τα προηγούμενα εκατό χρόνια. Παράλληλα, νιώθω ότι το ανθρώπινο είδος τώρα ενηλικιώνεται, κι αυτό με τρομάζει βαθύτατα. Με τρομάζει το ότι οι άνθρωποι δεν χαρακτηρίζονται από ψυχραιμία, δεν επικρατεί νηφαλιότητα για να κρατήσει πίσω τα χαλινάρια, οπότε αισθάνομαι ότι ξεφεύγουμε. Ωστόσο, ευτυχώς, υπάρχουν κάποιες άγκυρες, και το αρχαίο δράμα είναι μία από αυτές. Τα πυρηνικά θέματα που θίγει θα απασχολούν εσαεί τον άνθρωπο, ακόμα και η τεχνητή νοημοσύνη που θα κατακτήσει τον κόσμο – κάτι που ήδη έχει κάνει μάλλον. Η κόρη μου είναι 2 χρονών και νομίζω ότι δεν θα χρειάζεται να γράφει. Κι αν γράφει, θα γράφει για λίγο, μετά θα πιάνει το iPad. Είναι μεγάλο το άλμα!

Ο Αίας εκφράζει τη δύση ενός ανθρώπινου μοντέλου και την ανατολή ενός άλλου, που συμβολίζεται από τον Οδυσσέα. Σε τέτοια φάση είμαστε πάλι: κάτι φεύγει και κάτι έρχεται. Πάντα κάτι φεύγει και κάτι έρχεται, αλλά τώρα είναι ορατότατο. Επομένως, πρέπει να συνεχίζουμε να ανακαλύπτουμε τον Αίαντα και τον Οδυσσέα – αν μη τι άλλο, να καταλαβαίνουμε τι μας συμβαίνει. Αυτά τα σπουδαία έργα μάς επαναπροσδιορίζουν. Γι’ αυτό, είναι τόσο απαραίτητοι ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης, ο Αριστοφάνης, όπως και ο Ντοστογιέφσκι και ο Τσέχοφ, όλοι οι μεγάλοι που μπήκαν μέσα στον άνθρωπο, στον ψυχισμό του, στις πυρηνικές του σκέψεις, στους φόβους του.

Ακούγεται πολύ τρομακτικό να έχεις μικρό παιδί στις μέρες μας.

Όχι. Είναι και πολύ ωραίο και μαγικό. Εδώ είμαστε, θα αντιμετωπίσουμε τα πάντα. Μια χαρά θα πάνε όλα. Δεν πειράζει κι αν η κόρη μου δεν θα γράφει. Μας τρομάζει αυτό επειδή εμείς ξέρουμε να γράφουμε και, σε κάθε περίπτωση, μας τρομάζει το καινούριο.

Κάτι επίσης πολύ ισχυρό στα κείμενα του Σοφοκλή είναι η θεϊκή βούληση.

Επιπλέον, ο Αίας είναι ο πρώτος αυτόχειρας και το πρώτο καταγεγραμμένο περιστατικό μανιοκατάθλιψης. Είναι ξεκάθαρο ότι, την ώρα που η Αθηνά τον κινεί προς τα κοπάδια του στρατοπέδου, εκείνος, νομίζοντας πως εφορμά εναντίον των εχθρών του, υποφέρει από ψυχωσικό επεισόδιο. Κι όλα αυτά τότε προσπαθούσαν να τα ερμηνεύουν με άλλους τρόπους. Πράγματι, όμως, η θεϊκή βούληση ήταν πάντα παρούσα. Είναι ισχυρός ο Θεός, και καλά κάνει! Το γεγονός ότι υπάρχει κάτι πιο μεγάλο από μένα πάντα με γειώνει. Με ελευθερώνει να σκέφτομαι ότι υπάρχει κάτι πολύ σημαντικότερο από το μικρόκοσμό μου.

Με αυτή την έννοια, πιστεύεις;

Έχω ανάγκη να πιστεύω! Είμαι χριστιανός, η ιστορία του Ιησού είναι μοναδική και προσωπικά με συγκινεί βαθύτατα.

Η πίστη σου σε βοήθησε στις απώλειες που βίωσες; Να αισθάνεσαι τους δικούς σου ακόμη δίπλα σου;

Η πίστη μου φυσικά και με έχει βοηθήσει, όμως το αν τους αισθάνομαι δίπλα μου δεν έχει σχέση με τη θρησκεία. Το πώς με έχει βοηθήσει είναι άλλωστε πολύ προσωπικό θέμα.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ: ΠΑΝΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΑΤΑΛΙΑ ΜΠΑΛΤΑ

GROOMING: ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΓΕΝΤΗ