Πάνω από το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού εμφανίζει ελλείψεις σε μικροθρεπτικά συστατικά που είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία, συμπεριλαμβανομένου του ασβεστίου, του σιδήρου και των βιταμινών C και E, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική μελέτη από τους ερευνητές του Harvard T.H. Chan School of Public Health και του Global Alliance for Improved Nutrition.

Πρόκειται για την πρώτη μελέτη, που παρέχει παγκόσμιες εκτιμήσεις για την ανεπαρκή κατανάλωση 15 μικροθρεπτικών συστατικών κρίσιμων για την ανθρώπινη υγεία. Τα νέα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο Lancet Global Health.

Οι ανεπάρκειες μικροθρεπτικών συστατικών αποτελούν μία από τις πιο κοινές μορφές υποσιτισμού παγκοσμίως, με κάθε ανεπάρκεια να έχει τις δικές της συνέπειες για την υγεία, από την δυσμενή έκβαση της εγκυμοσύνης, μέχρι την αυξημένη ευαισθησία σε μολυσματικές ασθένειες ή ακόμα και την τύφλωση.

Σε προηγούμενες μελέτες έχουν υπολογιστεί οι ποσότητες μικροθρεπτικών συστατικών που είναι διαθέσιμες και καταναλώνονται από τους ανθρώπους. Η παρούσα έρευνα αξιολογεί εάν αυτές οι προσλήψεις πληρούν τις συστάσεις των ειδικών και εξετάζει τις ανεπάρκειες που αντιμετωπίζουν ειδικά οι γυναίκες και οι άνδρες κατά τη διάρκεια της ζωής τους.

Ποια μικροθρεπτικά συστατικά μπορεί να σας «λείπουν»;

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από την Global Dietary Database, την World Bank και έρευνες σε 31 χώρες για να συγκρίνουν τις διατροφικές απαιτήσεις με τη διατροφική πρόσληψη μεταξύ των πληθυσμών 185 χωρών. Χώρισαν τους πληθυσμούς σε άντρες και γυναίκες που ανήκαν σε 17 ηλικιακές ομάδες: από μηδέν έως 80 έτη σε χρονικά διαστήματα πέντε ετών, καθώς και σε μια ομάδα 80 ετών και άνω.

Στα πλαίσια της μελέτης αξιολογήθηκαν δεκαπέντε βιταμίνες και μέταλλα: ασβέστιο, ιώδιο, σίδηρος, ριβοφλαβίνη, φυλλικό οξύ, ψευδάργυρος, μαγνήσιο, σελήνιο, θειαμίνη, νιασίνη και βιταμίνες A, B6, B12, C και E.

Οι ερευνητές εντόπισαν σημαντικές ανεπάρκειες σε όλα σχεδόν τα αξιολογούμενα μικροθρεπτικά συστατικά. Η ανεπαρκής πρόσληψη ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη για το ιώδιο (68% του παγκόσμιου πληθυσμού), τη βιταμίνη Ε (67%), το ασβέστιο (66%) και τον σίδηρο (65%).

Περισσότεροι από τους μισούς ανθρώπους φάνηκαν να έχουν ανεπαρκή επίπεδα ριβοφλαβίνης, φυλλικού οξέος και βιταμινών C και B6. Η πρόσληψη νιασίνης ήταν πλησιέστερη στα επαρκή επίπεδα με το 22% του παγκόσμιου πληθυσμού να μην προσλαμβάνει αρκετή, ακολουθούμενη από τη θειαμίνη (30%) και το σελήνιο (37%).

Ποιες ανεπάρκειες αντιμετωπίζουν γυναίκες και άνδρες;

Η εκτιμώμενη ανεπαρκής πρόσληψη ιωδίου, βιταμίνης Β12, σιδήρου και σεληνίου ήταν υψηλότερη για τις γυναίκες από τους άνδρες στην ίδια χώρα και την ίδια ηλικιακή ομάδα. Αντίθετα, οι περισσότεροι άνδρες εμφάνισαν ανεπαρκή επίπεδα ασβεστίου, νιασίνης, θειαμίνης, ψευδαργύρου, μαγνησίου και βιταμινών Α, C και Β6 σε σύγκριση με τις γυναίκες.

Ενώ τα μοτίβα ανεπάρκειας μικροθρεπτικών συστατικών ήταν πιο ξεκάθαρα με βάση το φύλο, οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι οι άνδρες και οι γυναίκες ηλικίας 10-30 ετών ήταν πιο επιρρεπείς σε χαμηλά επίπεδα πρόσληψης ασβεστίου στην Ευρώπη, την Βόρεια Αμερική, την Νότια, Ανατολική και Κεντρική Ασία και την υποσαχάρια Αφρική.

«Αυτά τα ευρήματα είναι ανησυχητικά», αναφέρουν οι ερευνητές. «Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταναλώνουν αρκετά από πολλαπλά βασικά μικροθρεπτικά συστατικά. Αυτά τα κενά θέτουν σε κίνδυνο την υγεία σε παγκόσμια κλίμακα» τονίζουν.