Νέα επιστημονική μελέτη προειδοποιεί ότι οι κοινές πεποιθήσεις σχετικά με τα οφέλη της κατανάλωσης αλκοόλ για την μακροζωία μπορεί να επηρεάσουν δυσμενώς την δημόσια υγεία. Πολλές μελέτες παρατήρησης στο παρελθόν έχουν προτείνει ότι η μέτρια κατανάλωση μπορεί να συνδέεται με λιγότερα προβλήματα υγείας, ωστόσο οι ερευνητές της παρούσας μελέτης υποστηρίζουν ότι αυτές οι συγκρίσεις μπορεί να είναι παραπλανητικές.

Σύμφωνα με τα ευρήματά τους, που δημοσιεύθηκαν στο Journal of Studies on Alcohol and Drug, τα αντιληπτά οφέλη για την υγεία από την μέτρια κατανάλωση αλκοόλ με στόχο την μακροζωία φάνηκαν να μειώνονται.

Υγεία & αλκοόλ… Μπαίνουν στην ίδια εξίσωση;

Σε προηγούμενη έρευνα, που διεξήχθη από ορισμένους από τους ίδιους ερευνητές και δημοσιεύθηκε το 2023 στο JAMA Network Open, δεν βρέθηκαν στοιχεία που να υποστηρίζουν ότι η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ μειώνει τον κίνδυνο θνησιμότητας. Στην νέα τους έρευνα, οι ερευνητές αξιολόγησαν αυστηρότερα τους περιορισμούς και τις προκαταλήψεις ορισμένων μελετών που συνέδεαν τη μέτρια κατανάλωση αλκοόλ με οφέλη για την υγεία.

Η ανάλυσή τους περιελάμβανε 107 μελέτες παρατήρησης με περισσότερους από 4,8 εκατομμύρια συμμετέχοντες και 425.564 καταγεγραμμένους θανάτους, με διαφορετικό εύρος ηλικιών και υπόβαθρο. Ωστόσο, οι μελέτες που περιλάμβαναν άτομα με συγκεκριμένες ασθένειες ή προβληματικές συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ αποκλείστηκαν.

Οι ερευνητές διεξήγαγαν ξεχωριστές μετά-αναλύσεις μελετών που κατηγοριοποιήθηκαν ως χαμηλότερης και υψηλότερης ποιότητας με βάση συγκεκριμένα κριτήρια και πιθανές προκαταλήψεις, που θα μπορούσαν να διαστρεβλώσουν τις αντιληπτές επιπτώσεις της μέτριας κατανάλωσης αλκοόλ στην υγεία, ειδικά μεταξύ των μεγαλύτερων ενηλίκων.

Οι βασικές εκτιμήσεις περιελάμβαναν την γενιά των συμμετεχόντων και εάν απείχαν από το αλκοόλ καθ’όλη την διάρκεια της ζωής τους ή εάν ξεκίνησαν να απέχουν πιο πρόσφατα. Οι ερευνητές καθόρισαν γενικά την μέτρια κατανάλωση αλκοόλ από 1 έως 14 ποτά την εβδομάδα, που ισοδυναμούσε με 1,30 γραμμάρια (γρ) έως 25γρ αιθανόλης ημερησίως. Χρησιμοποιώντας μικτά μοντέλα γραμμικής παλινδρόμησης, οι ερευνητές αξιολόγησαν τους κινδύνους θνησιμότητας που συνδέονται με την ποιότητα των μελετών, με στόχο να διευκρινίσουν τις επιπτώσεις της μέτριας κατανάλωσης αλκοόλ στην υγεία.

Η μέτρια κατανάλωση δεν συνδέεται με χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου

Οι μελέτες υψηλότερης ποιότητας επικεντρώθηκαν σε συμμετέχοντες ηλικίας 55 ετών και άνω, κατηγοριοποίησαν σωστά τους πρώην και περιστασιακούς πότες από αυτούς που απείχαν καθ’όλη την διάρκεια της ζωής τους και παρακολούθησαν τους συμμετέχοντες από την νεότερη έως την μεγαλύτερη ηλικία.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτές οι μελέτες υψηλότερης ποιότητας επισημαίνουν ότι όσοι κατανάλωναν χαμηλό όγκο αλκοόλ φαίνεται να έχουν παρόμοιο εκτιμώμενο κίνδυνο θνησιμότητας με εκείνους που δεν πίνουν καθόλου. Ως εκ τούτου, η μέτρια κατανάλωση δεν συνδέεται με την μακροζωία.

Αντίθετα, οι έρευνες χαμηλότερης ποιότητας επικεντρώνονταν συχνά σε μεγαλύτερους συμμετέχοντες (μέσος όρος 56 ετών και άνω), κατατάσσοντας εσφαλμένα πρώην και περιστασιακούς πότες ως απέχοντες. Αυτό, σύμφωνα με τους ερευνητές, οδήγησε σε σημαντικά χαμηλότερες εκτιμήσεις θνησιμότητας για όσους πίνουν χαμηλό όγκο σε σύγκριση με εκείνους που απέχουν, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ σε όλη τη ζωή.

Έτσι, τα άτομα που σταμάτησαν να πίνουν εξαιτίας προβλημάτων υγείας, που εμφανίστηκαν αργότερα στη ζωή, μπορεί να φαίνεται ότι έχουν μικρότερη διάρκεια ζωής από εκείνα που καταναλώνουν μέτρια επίπεδα αλκοόλ.