Επιστήμονες εντόπισαν πάνω από 5.000 γενετικές παραλλαγές που επιτρέπουν σε ορισμένους καρκίνους να ευδοκιμήσουν, μαζί με έναν πιθανό θεραπευτικό στόχο για τη θεραπεία ή ακόμη και την πρόληψη της ανάπτυξης αυτών των καρκίνων. Η παρούσα μελέτη φέρνει στο φως νέα επιστημονικά δεδομένα που μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα πώς λειτουργεί ο καρκίνος αλλά και τι μπορούμε να κάνουμε για να τον καταπολεμήσουμε.
Οι ερευνητές από το Ινστιτούτο Wellcome Sanger και οι συνεργάτες τους στο Ινστιτούτο Έρευνας για τον Καρκίνο του Λονδίνου και το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ αξιολόγησαν τις επιδράσεις όλων των πιθανών γενετικών αλλαγών στο γονίδιο «προστασίας από όγκους», γνωστό και ως BAP1. Βρήκαν ότι περίπου το ένα πέμπτο αυτών των πιθανών αλλαγών ήταν παθογόνες, αυξάνοντας σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του οφθαλμού, του βλεννογόνου του πνεύμονα, του εγκεφάλου, του δέρματος και των νεφρών.
Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο Nature Genetics, είναι άμεσα διαθέσιμα για να μπορούν να χρησιμοποιηθούν απευθείας από τους γιατρούς με στόχο την έγκαιρη διάγνωση των ασθενών και την επιλογή των πιο αποτελεσματικών θεραπειών. Καθώς αξιολογήθηκαν όλες οι πιθανές παραλλαγές του γονιδίου, τα ευρήματα μπορεί να ωφελήσουν άτομα με διαφορετική εθνοτική καταγωγή, τα οποία ιστορικά υποεκπροσωπούνται στη γενετική έρευνα.
Νέα φάρμακα κατά του καρκίνου
Η ομάδα των επιστημόνων αποκάλυψε επίσης μια σύνδεση μεταξύ ορισμένων παραλλαγών του γονιδίου BAP1 και υψηλότερων επιπέδων IGF-1, μιας ορμόνης και αυξητικού παράγοντα. Αυτή η ανακάλυψη ανοίγει την πόρτα για την ανάπτυξη νέων φαρμάκων που θα μπορούσαν να αναστείλουν αυτές τις επιβλαβείς επιδράσεις, ενδεχομένως επιβραδύνοντας ή αποτρέποντας την εξέλιξη ορισμένων μορφών καρκίνου.
Το BAP1 δρα ως ισχυρό ογκοκατασταλτικό γονίδιο στο σώμα, προστατεύοντας από καρκίνους των ματιών, του βλεννογόνου του πνεύμονα, του εγκεφάλου, του δέρματος και των νεφρών. Οι κληρονομικές παραλλαγές που το διαταράσσουν μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης αυτών των καρκίνων κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ατόμου έως και 50%, που συνήθως συμβαίνει γύρω στη μέση ηλικία.
Η έγκαιρη ανίχνευση αυτών των παραλλαγών μέσω γενετικού ελέγχου μπορεί να συμβάλλει στην δημιουργία στοχευμένων προληπτικών μέτρων, να βελτιώσει σημαντικά την αποτελεσματικότητα της θεραπείας αλλά και την ποιότητα ζωής των ατόμων που επηρεάζονται. Ωστόσο, μέχρι τώρα, λίγα ήταν γνωστά για τις γενετικές αλλαγές στο γονίδιο BAP1 που πρέπει να προσέξουμε, ειδικά για τις σπάνιες παραλλαγές που προκαλούν την δυσλειτουργία του και τροφοδοτούν την ανάπτυξη καρκίνων.
Πώς συνδέονται καρκίνος και παραλλαγές;
Οι ερευνητές εξέτασαν και τις 18.108 πιθανές αλλαγές DNA στο γονίδιο BAP1 αλλάζοντας τεχνητά τον γενετικό κώδικα των ανθρώπινων κυττάρων. Διαπίστωσαν ότι 5.665 από αυτές τις αλλαγές ήταν επιβλαβείς και διέκοψαν τις προστατευτικές επιδράσεις του γονιδίου BAP1. Η ανάλυση των δεδομένων της UK Biobank επιβεβαίωσε ότι τα άτομα που φέρουν αυτές τις επιβλαβείς παραλλαγές του BAP1 έχουν πάνω από 10% περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με καρκίνο από τον γενικό πληθυσμό.
Η ομάδα ανακάλυψε επίσης ότι τα άτομα με επιβλαβείς παραλλαγές BAP1 έχουν αυξημένα επίπεδα IGF-1 στο αίμα τους, μια ορμόνη που συνδέεται τόσο με την ανάπτυξη του καρκίνου όσο και με την ανάπτυξη του εγκεφάλου. Ακόμη και άτομα χωρίς καρκίνο εμφάνισαν αυτά τα αυξημένα επίπεδα, υποδηλώνοντας ότι η IGF-1 θα μπορούσε να αποτελέσει στόχο για νέες θεραπείες για την επιβράδυνση ή την πρόληψη ορισμένων καρκίνων.