Μελέτη 17 κοινώς χρησιμοποιούμενων «παντοτινών χημικών» αποκάλυψε ότι αυτές οι τοξικές ουσίες φαίνεται ότι μπορούν εύκολα να απορροφηθούν από το ανθρώπινο δέρμα.

Νέα έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο Environment International, αναφέρει για πρώτη φορά ότι ένα ευρύ φάσμα PFAS (υπερφθοροαλκυλικές ουσίες) – χημικές ουσίες που δεν διασπώνται στην φύση – φαίνεται ότι μπορούν να διαπεράσουν τον φραγμό της επιδερμίδας, φτάνοντας στην κυκλοφορία του αίματος.

Που χρησιμοποιούνται τα «παντοτινά χημικά»;

Τα PFAS χρησιμοποιούνται ευρέως σε βιομηχανικά και καταναλωτικά προϊόντα, από σχολικές στολές έως προϊόντα προσωπικής υγιεινής, λόγω των υδατοαπωθητικών ιδιοτήτων τους.

Ενώ ορισμένες ουσίες έχουν απαγορευτεί, άλλες εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ευρέως, χωρίς να έχουν διερευνηθεί ακόμα πλήρως οι τοξικές επιπτώσεις τους.

Τα PFAS είναι ήδη γνωστό ότι εισέρχονται στο σώμα μέσω άλλων οδών, για παράδειγμα με την εισπνοή ή την κατάποση της τροφής ή του πόσιμου νερού.

Εξίσου γνωστές είναι οι δυσμενείς επιπτώσεις τους για την υγεία, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης ανοσολογικής απόκρισης στον εμβολιασμό, της μειωμένης ηπατικής λειτουργίας και του μειωμένου βάρους γέννησης.

Πώς διαπερνούν την επιδερμίδα;

Ενώ παλιότερα οι ειδικοί θεωρούσαν ότι δεν μπορούσαν να παραβιάσουν τον δερματικό φραγμό, πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει την σύνδεση μεταξύ της χρήσης προϊόντων προσωπικής υγιεινής και συγκεντρώσεων PFAS στο ανθρώπινο αίμα και στο μητρικό γάλα.

Η παρούσα μελέτη πρόκειται για την πιο ολοκληρωμένη μέχρι στιγμής αξιολόγηση για την απορρόφηση των PFAS από την ανθρώπινη επιδερμίδα και επιβεβαιώνει ότι τα περισσότερα από αυτά φαίνεται ότι μπορούν να εισέλθουν στο σώμα μέσω της δερματικής οδού.

«Η ικανότητα αυτών των χημικών ουσιών να απορροφώνται από το δέρμα είχε προηγουμένως απορριφθεί επειδή τα μόρια είναι ιονισμένα. Το ηλεκτρικό φορτίο, που τους δίνει την ικανότητα να απωθούν το νερό και τους λεκέδες, πιστεύεται ότι δεν τους επιτρέπει να διασχίσουν τη μεμβράνη του δέρματος» αναφέρει η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Δρ Oddný Ragnarsdóttir, που πραγματοποίησε την έρευνα ενώ σπούδαζε για το διδακτορικό της στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ.

«Ωστόσο, η έρευνά μας δείχνει ότι αυτή η θεωρία δεν ισχύει πάντα και ότι, στην πραγματικότητα, η πρόσληψη μέσω του δέρματος θα μπορούσε να είναι μια σημαντική πηγή έκθεσης σε αυτές τις επιβλαβείς χημικές ουσίες» εξηγεί.

Τι έδειξε η έρευνα για τα PFAS

Οι ερευνητές μελέτησαν 17 διαφορετικά PFAS. Οι ενώσεις που επιλέχθηκαν ήταν από εκείνες που χρησιμοποιούνται ευρέως και μελετήθηκαν ευρύτερα για τις τοξικές τους επιδράσεις και άλλους τρόπους μέσω των οποίων οι άνθρωποι θα μπορούσαν να εκτεθούν σε αυτές.

Στα πειράματά της η ομάδα χρησιμοποίησε τρισδιάστατα μοντέλα ανθρώπινου δέρματος, πολυεπίπεδους εργαστηριακούς ιστούς που μιμούνται τις ιδιότητες του κανονικού ανθρώπινου δέρματος.

Στην συνέχεια, εφάρμοσαν δείγματα κάθε χημικής ουσίας για να μετρήσουν ποιες αναλογίες απορροφήθηκαν, δεν απορροφήθηκαν ή διατηρήθηκαν στα μοντέλα.

Από τα 17 PFAS που δοκιμάστηκαν, η ομάδα διαπίστωσε ότι 15 ουσίες έδειξαν σημαντική δερματική απορρόφηση, τουλάχιστον το 5% της δόσης της αρχικής έκθεσης.

Στις δόσεις που εξετάστηκαν,παρατηρήθηκε ότι η απορρόφηση στην κυκλοφορία του αίματος του PFOA (υπερφθορο-οκτανοϊκό οξύ) ήταν 13,5% με ένα επιπλέον 38% της εφαρμοζόμενης δόσης να διατηρείται στο δέρμα για πιθανή μακροπρόθεσμη πρόσληψη στην κυκλοφορία.

Η ποσότητα που απορροφήθηκε φάνηκε να συσχετίζεται με το μήκος της ανθρακικής αλυσίδας μέσα στο μόριο.

Ουσίες με μακρύτερες αλυσίδες άνθρακα εμφάνισαν χαμηλότερα επίπεδα απορρόφησης, ενώ ενώσεις με μικρότερες αλυσίδες που εισήχθησαν για να αντικαταστήσουν τα PFAS μακρύτερης αλυσίδας άνθρακα όπως το PFOA, απορροφήθηκαν πιο εύκολα.