Τα τελευταία χρόνια η ψυχοθεραπεία έχει σταματήσει να αποτελεί ένα ζήτημα-ταμπού και όλο και περισσότερος κόσμος στρέφεται προς αυτή, όχι μόνο για να επιλύσουν τα ζητήματα που τους αφορούν, αλλά απλά και για να “βελτιώσουν” τον εαυτό τους.
Φυσικά η ανάπτυξη της τεχνολογίας και της online ψυχοθεραπείας έχει βοηθήσει αρκετά, καθώς τα άτομα μπορεί να αισθάνονται πιο άνετα να αποφύγουν την δια ζώσης επαφή με άλλα άτομα στα οποία θα πρέπει μάλιστα να ανοιχτούν.
Πολλοί ενήλικες έρχονται αντιμέτωποι με την κατάθλιψη, η οποία παραμένει μια σημαντική πρόκληση για τη δημόσια υγεία, καθώς αποτελεί μια από τις κύριες αιτίες αναπηρίας παγκοσμίως.
Ενώ γνωρίζουμε ότι η ψυχοθεταπεία είναι μια αποτελεσματική μέθοδος καταπολέμησης της κατάθλιψης, η ιδανική συχνότητα και ο κατάλληλος αριθμών συνεδριών παραμένουν άγνωστα μέχρι στιγμής.
Τι κάνει την ψυχοθεραπεία πιο αποτελεσματική;
Αυτό λοιπόν θέλησε να εξετάσει μια νέα έρευνα, δηλαδή με ποιο τρόπο η ψυχοθεραπεία μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματική στην καταπολέμηση της κατάθλιψης.
Ο λόγος που είναι σημαντικό να γνωρίζουμε την ιδανική συχνότητα και διάρκεια των συνεδριών ψυχοθεραπείας για την καταπολέμηση της κατάθλιψης είναι για να γνωρίζουμε πόση ψυχοθεραπεία και πόσο συχνά είναι αποτελεσματική.
Είναι επίσης σημαντικό να γνωρίζουμε πότε η πρόσθετες συνεδρίες δεν έχουν κάτι επιπλέον να προσφέρουν στον θεραπευόμενο, έτσι ώστε θεραπευτής και θεραπευόμενος να εξοικονομήσουν χρόνο και πιθανόν να εξυπηρετηθεί περισσότερος κόσμος που έχει ανάγκη την ψυχοθεραπεία.
Για την μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από συνολικά 176 έρευνες με 15.158 συμμετέχοντες που έπασχαν από κατάθλιψη. Οι ερευνητές στη συνέχεια εξήγαγαν πληροφορίες σχετικά με διάφορες πτυχές των ερευνών, όπως τον αριθμό των συνεδριών, την διάρκεια τους, ο συνολικός χρόνος επαφής καθώς και ο αριθμός των συνεδριών ανά εβδομάδα.
Από τα στοιχεία αυτά οι ερευνητές δεν διαπίστωσαν σημαντική σχέση μεταξύ του αριθμού των ψυχοθεραπευτικών συνεδριών ή του συνολικού χρόνου επαφής με τον θεραπευτή και της αποτελεσματικότητας της θεραπείας. Αυτό υποδηλώνει ότι η απλή αύξηση του αριθμού των συνεδριών ή του χρόνου που περνάει ο θεραπευόμενος με τον θεραπευτή δεν οδηγεί απαραίτητα σε καλύτερα αποτελέσματα. Μάλιστα η μεγαλύτερη διάρκεια των συνεδριών οδήγησε σε χαμηλότερη αποτελεσματικότητα.
Αυτό όμως που είχε θετικό αποτέλεσμα στους θεραπευόμενους ήταν ο αριθμός των συνεδριών που έκαναν σε μια εβδομάδα. Πιο συγκεκριμένα αυξάνοντας τις συνεδρίες από μια σε δύο την εβδομάδα, ακόμα και αν η διάρκεια ήταν μικρότερη φάνηκε να αυξάνει το μέγεθος της επίδρασης.