Οι διατροφικές μας επιλογές δεν επηρεάζουν μόνο τη δική μας υγεία, αλλά και την υγεία του πλανήτη. Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχει ένα ιδιαίτερα ευεργετικό διατροφικό πρόγραμμα, με πολύ χαμηλό περιβαλλοντικό, το οποίο ονομάζεται Planetary Health Diet (PHD).
Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ εξέτασαν τις διατροφικές συνήθειες 206.404 εθελοντών και είδαν ότι όσοι ακολουθούσαν διατροφή που έμοιαζε περισσότερο με τη δίαιτα PHD – δηλαδή περισσότερες φυτικές τροφές και λιγότερα ζωικά ή επεξεργασμένα προϊόντα – είχαν 30% μειωμένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου, από οποιαδήποτε αιτία (π.χ. καρκίνο, καρδιαγγειακά ή αναπνευστικά νοσήματα).
Σύμφωνα με τη μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση The American Journal of Clinical Nutrition, σε σύγκριση με τα άλλα διατροφικά πλάνα, η PHD δίαιτα είχε:
- 29% λιγότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου,
- 21% χαμηλότερη ανάγκη σε λιπάσματα,
- και 51% χαμηλότερη χρήση καλλιεργήσιμης γης.
Η αλλαγή της διατροφής μας μπορεί να επιβραδύνει την κλιματική αλλαγή
Ο τρόπος που παράγουμε και καταναλώνουμε τροφή σήμερα συνδέεται άμεσα με την απώλεια βιοποικιλότητας, την κλιματική κρίση, αλλά και με την εμφάνιση πανδημιών.
Η υιοθέτηση μίας διατροφής φιλικής για τον πλανήτη θα μπορούσε, σύμφωνα με έκθεση της WWF, να μειώσει παγκοσμίως κατά τουλάχιστον 30% τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που σχετίζονται με την τροφή, την απώλεια της άγριας ζωής κατά 46%, τη χρήση γης για καλλιέργεια κατά 41% και τους πρόωρους θανάτους κατά τουλάχιστον 20%.
«Ό,τι είναι υγιεινό για την πλανήτη, είναι και για τους ανθρώπους, επομένως το όφελος είναι διπλό», επισημαίνει Δρ Γουόλτερ Γουίλετ, καθηγητής Επιδημιολογίας και Διατροφής στο Χάρβαρντ.
Τι ακριβώς σημαίνει όμως μία «διατροφή φιλική για τον πλανήτη»; Εννοούμε την επιλογή υγιεινών τροφών που παράχθηκαν με σεβασμό προς το περιβάλλον, κατανάλωση περισσότερων φυτικών πρωτεϊνών συγκριτικά με ζωικών, καθώς και την αποφυγή υπερκατανάλωσης φαγητού.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να κόψουμε όλες τις ζωικές τροφές από τη διατροφή μας. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο BMJ Global Health, η αντικατάσταση του κόκκινου κρέατος με μικρά ψάρια, όπως η ρέγγα και η σαρδέλα, θα μπορούσε να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και να αποτρέψει 750.000 θανάτους που προκαλούνται από ασθένειες, όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο ή ο καρκίνος του παχέος εντέρου.
Εα μικρά ψάρια είναι εξαιρετικά θρεπτικά και η κατανάλωσή τους δεν επιβαρύνει τον πλανήτη, αφού βρίσκονται σε μεγάλη αφθονία στους ωκεανούς του κόσμου.
Επιπλέον, είναι πλούσια σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, η πρόσληψη των οποίων μπορεί να προλάβει τη στεφανιαία νόσο. Έχουν, επίσης, το χαμηλότερο αποτύπωμα άνθρακα από κάθε άλλη ζωική πηγή τροφής, υπογραμμίζει η ερευνητική ομάδα.
«Σε σύγκριση με το κόκκινο κρέας, τα θαλασσινά όχι μόνο παρέχουν υψηλότερη συγκέντρωση βασικών θρεπτικών συστατικών, αλλά προλαμβάνουν και τα μη μεταδοτικά νοσήματα που σχετίζονται με τη διατροφή. Η μελέτη μας καταδεικνύει ότι η υιοθέτηση των μικρών ψαριών ως εναλλακτική λύση στο κόκκινο κρέας θα προσέφερε δυνητικά σημαντικά οφέλη για τη δημόσια υγεία (με την αποφυγή παγκοσμίως 0,5-0,75 εκατ. θανάτων που σχετίζονται με τη διατροφή), ιδίως όσον αφορά τη μείωση των ισχαιμικών καρδιακών παθήσεων», τονίζουν οι συγγραφείς της μελέτης.