Ως ενήλικοι συχνά ρίχνουμε το φταίξιμο στους γονείς μας για όλα τα κακά της μοίρας μας και για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και λειτουργούμε σε αυτόν. Την ευθύνη αυτή την επιρρίπτουμε στους γονείς μας συνεπικουρούμενοι σε μεγάλο βαθμό από τους ειδικούς που ασχολούνται με την ψυχή μας. Ψυχολόγοι, ψυχίατροι και ψυχαναλυτές εξακολουθούν να ανατρέχουν στη γέννησή μας και στα πρώτα χρόνια της ζωής μας για να μελετήσουν τη σχέση μας με τους γονείς μας και πώς μας επηρέασε. Η αλήθεια είναι ότι μας βοηθούν να εξηγήσουμε τα ανεξήγητα που μας συμβαίνουν και έχουν σχέση με το μέσα μας, τα συναισθήματά μας, τις σκέψεις μας, τις πράξεις μας, τον τρόπο με τον οποίο σχετιζόμαστε ή δεν σχετιζόμαστε με τους άλλους, το αν και πόσο κυνηγάμε τα όνειρά μας, το πώς αντιμετωπίζουμε την ύπαρξή μας συνολικά με βάση όσα βιώσαμε ως παιδιά.
Μέσα από τη διαδικασία της ψυχανάλυσης, μπόρεσα κι εγώ να εξηγήσω αρκετά από αυτά που μου συμβαίνουν. Κάποια τα αγκάλιασα, άλλα με τρόμαξαν, ορισμένα με έβαλαν σε σκέψεις και αρκετά με έκαναν σοφότερο. Όμως, αν είχα παιδιά, θα είχα προβληματιστεί πολύ με τη μεγάλη ευθύνη κάποιου/ας να έχει και να ανατρέφει παιδιά. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που ακόμη δεν έχω αποκτήσει παιδιά. Η ευθύνη δεν αλλάζει ανά τους αιώνες, αλλά η γνώση και η υπερανάλυση όλων αυτών των ζητημάτων είναι πλέον προσβάσιμες στους νέους γονείς. Είναι λογικό λοιπόν να πέφτουν με τα μούτρα στη μελέτη για να προλάβουν τα λάθη των δικών τους γονιών, πεπεισμένοι πλέον ότι αυτά επηρέασαν αρνητικά τους ίδιους.
Οι περισσότεροι αναζητούν μύθους και αλήθειες σε οδηγούς σωστής ανατροφής, μετρούν πλέον την κάθε λέξη τους μπροστά στα παιδιά τους και αντιλαμβάνονται ότι τα δικαιώματά τους σταματούν εκεί όπου ξεκινούν αυτά των παιδιών τους. Προφανώς και είναι ευχής έργο που οι νέοι γονείς είναι πιο ενημερωμένοι καθώς έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπαραγάγουν τα παιδιά τους στερεοτυπικές συμπεριφορές. Είναι θετικό από πολλές πλευρές αφού μπορούν πλέον να βάλουν όρια με την πειθώ και όχι με το ξύλο – που δεν βγήκε από τον παράδεισο. Μπορούν να διδάξουν τα παιδιά τους να εκφράζουν τα συναισθήματά τους χωρίς να ντρέπονται. Να καταλαβαίνουν πότε οι γύρω τους έχουν ανάγκη και να τους βοηθούν. Να αγαπούν και να σέβονται τον εαυτό τους και τους άλλους.
Με αυτά και με άλλα, άρχισα να κατανοώ το άγχος, την αγωνία και την εμμονή –σε ορισμένες περιπτώσεις– των νέων γονέων να τα κάνουν όλα τέλεια. Παλαιότερα οι γονείς μας μας μεγάλωναν με όσα γνώριζαν τότε. Ας τους κρίνουμε λοιπόν με εκείνα τα δεδομένα και όχι με τα σημερινά. Στο κάτω κάτω της γραφής, έκαναν ό,τι μπορούσαν, έκαναν το καλύτερο όπως το είχαν στο μυαλό τους, κι εμείς –οι περισσότεροι τουλάχιστον– δεν τα πήγαμε και τόσο άσχημα στη ζωή μας.
Η τελειότητα που αναζητούν οι σύγχρονοι γονείς για την ανατροφή των παιδιών τους είναι άπιαστο όνειρο – όχι στην εποχή στην οποία ζούμε, αλλά σε κάθε εποχή. Υπάρχει μια καλή ανατροφή, αλλά όχι μια τέλεια ανατροφή. Με την ίδια λογική, υπάρχουν καλοί και κακοί γονείς. Η ευρεία γνώση που διαθέτουν σήμερα οι νέοι γονείς είναι σίγουρα μια καλύτερη βάση για να χρησιμοποιήσουν το ένστικτό τους στο μεγάλωμα των παιδιών τους. Πάλι θα κάνουν λάθη, αλλά είναι στο χέρι τους να κάνουν λιγότερα.