Ο θυμός μας βλάπτει, ακόμα και εάν οι επιπτώσεις του είναι αναστρέψιμες βραχυπρόθεσμα. Όπως αποκαλύπτει νέα επιστημονική μελέτη, οι επαναλαμβανόμενες κρίσεις θυμού θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο και για εγκεφαλικό μακροπρόθεσμα, εξαιτίας των επιπτώσεών του στην αγγειακή λειτουργία.
Τα ευρήματα, που δημοσιεύτηκαν στο Journal of the American Heart Association, ρίχνουν φως στην πολυδιάστατη σχέση μεταξύ ψυχικής και σωματικής υγείας.
«Διαπιστώσαμε ότι ο θυμός, αλλά όχι άλλα αρνητικά συναισθήματα που μελετήσαμε, όπως η θλίψη, είχε αρνητικό αντίκτυπο στην αγγειακή υγεία», δήλωσε ο Δρ. Daichi Shimbo, MD, καρδιολόγος και καθηγητής Ιατρικής στο Τμήμα Καρδιολογίας του Columbia University Irving Medical Center και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Ο θυμός μπορεί να μειώσει την αγγειακή λειτουργία
Στόχος των ερευνητών ήταν να μελετήσουν την σχέση μεταξύ της συναισθηματικής κατάστασης ενός ανθρώπου και της υγείας των ενδοθηλιακών κυττάρων, έναν συνολικό δείκτη της αγγειακής υγείας.
Τα ενδοθηλιακά κύτταρα επενδύουν το εσωτερικό των αιμοφόρων αγγείων, αποτελώντας τον ουσιαστικό μηχανισμό για τη διατήρηση της υγιούς ροής του αίματος σε όλο το σώμα, εξηγούν οι ερευνητές.
«Τα αιμοφόρα αγγεία μας δεν είναι απλώς σωλήνες. Αποτελούν ενεργά όργανα που αυτορυθμίζονται και μερικές φορές είτε βελτιώνουν είτε επιδεινώνουν την καρδιαγγειακή μας υγεία», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Η μελέτη περιελάμβανε 280 υγιείς ενήλικες συμμετέχοντες που κατηγοριοποιήθηκαν τυχαία σε μία από τις τέσσερις ομάδες “συναισθηματικής ανάκλησης”. Κατά τη διάρκεια μιας συναισθηματικής ανάκλησης, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να εξερευνήσουν αναμνήσεις και εμπειρίες που σχετίζονται με ένα συναίσθημα.
Σε αυτή την περίπτωση, οι διαφορετικές ομάδες των συμμετεχόντων κλήθηκαν να εξερευνήσουν τυχαία τον θυμό, το άγχος, την λύπη και μια ομάδα παρέμεινε σε μια συναισθηματικά ουδέτερη κατάσταση.
Μετά τη συνεδρία της συναισθηματικής ανάκλησης, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν έναν συνδυασμό δεικτών για να αξιολογήσουν την υγεία των ενδοθηλιακών κυττάρων.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο θυμός επηρέασε αρνητικά την υγεία των ενδοθηλιακών κυττάρων, βλάπτοντας την ικανότητα των αιμοφόρων αγγείων να διαστέλλονται, περιορίζοντας τη ροή του αίματος. Αυτή η διαταραχή στην λειτουργία τους παρέμεινε έως και σαράντα λεπτά μετά την άσκηση ανάκλησης, πριν να επιστρέψει στην πρότερη κατάσταση.
Αυτά τα ευρήματα δεν ταυτοποιήθηκαν για τις άλλες συναισθηματικές καταστάσεις. “Αυτό σημαίνει ότι ενδεχομένως υπάρχουν διαφορετικοί μηχανισμοί πίσω από την λύπη και το άγχος, που εξηγούν γιατί αυξάνουν τον κίνδυνο των καρδιακών παθήσεων” εξηγούν οι ερευνητές.
Πότε κινδυνεύουμε περισσότερο από εγκεφαλικό
Ενώ η διαταραχή στην αγγειακή λειτουργία παρέμεινε έως και 40 λεπτά μετά την άσκηση της συναισθηματικής ανάκλησης, παλαιότερη μελέτη του Χάρβαρντ είχε αποκαλύψει ότι μετά από ένα ξέσπασμα θυμού, ένα άτομο διατρέχει αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακού επεισοδίου, όπως καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό, ειδικά μέσα στις δύο πρώτες ώρες.
Οι ερευνητές είχαν αναφέρει επίσης ότι όσο πιο συχνά βιώνει κανείς επεισόδια θυμού, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κίνδυνος εμφάνισης ενός καρδιαγγειακού επεισοδίου.
Αν και ο ακριβής μηχανισμός για το πώς ο θυμός συνδέεται με δυσμενείς εκβάσεις για την καρδιαγγειακή υγεία δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητός, οι ερευνητές πιστεύουν ότι βρίσκονται σε καλό δρόμο.
“Τα ευρήματα αυτά μας υπενθυμίζουν ότι το μυαλό είναι πράγματι βαθύτατα συνδεδεμένο με το σώμα. Ακόμα και οι παροδικές αλλά έντονες εμπειρίες θυμού φαίνεται να έχουν επίδραση στην αγγειακή λειτουργία και ως εκ τούτου στην καρδιαγγειακή μας υγεία” καταλήγουν οι ερευνητές.