Έχετε δει στον ύπνο σας ότι για κάποιον λόγο έχετε την άνεση να ζήσετε αξιοπρεπώς χωρίς να χρειάζεται να εργάζεστε; Εμένα μου έχει συμβεί και όταν δεν κοιμάμαι και εκεί συνειδητοποιώ ότι ανήκω στην άλλη κατηγορία, σε αυτήν που ανήκει η πλειονότητα των ανθρώπων οι οποίοι εργάζονται για να ζήσουν αξιοπρεπώς. Όμως πόσοι από τους εργαζόμενους… ζουν τη ζωή τους, όπως έχουμε συνηθίσει να λέμε;
Όσοι εργάζονται για να επιβιώσουν –και αυτοί αυξάνονται πολύ τα τελευταία χρόνια– σίγουρα δεν ζουν τη ζωή τους με αυτή την έννοια. Ούτε όσοι εργάζονται –κατ’ επιλογή– περισσότερο από όσο θα μπορούσαν ζουν τη ζωή τους, καθώς δεν έχουν χρόνο για να το κάνουν. Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι που έχουν καταφέρει να ισορροπούν ανάμεσα στη ζωή και τη δουλειά τους, ανεξάρτητα από το σε ποια από τις παραπάνω κατηγορίες ανήκουν.
Οι φράσεις που ακούμε συχνά
Έβαλα όλα τα ζητήματα από την αρχή γιατί όλο και περισσότεροι άνθρωποι γύρω μου ανήκουν είτε στο «Ζω για να δουλεύω» είτε στο «Δουλεύω για να ζω». «Η προσωπική μου ζωή είναι πάνω από όλα» είναι μια φράση που, εγώ τουλάχιστον, ακούω όλο και σπανιότερα όσο περνούν τα χρόνια.
Όταν ρωτάμε καμιά φορά τον εαυτό μας γιατί επιτρέπουμε να συμβαίνει αυτό, οι δικαιολογίες είναι αμέτρητες. Η αλήθεια είναι πως μας έμαθαν εδώ και χρόνια ότι η επαγγελματική μας ζωή λειτουργεί ως «διαβατήριο» και για τις προσωπικές και κοινωνικές μας σχέσεις. Έτσι αρκετοί από εμάς πειστήκαμε ότι και οι προσωπικές μας σχέσεις θα πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τον χώρο της δουλειάς. Επιπλέον πέσαμε στην παγίδα της τεχνολογίας, η οποία μας αναγκάζει να δουλεύουμε περισσότερο, καθώς μπορούμε να εργαζόμαστε από όπου κι αν βρισκόμαστε. Ήρθε και η καραντίνα και μας έμαθε την εργασία από το σπίτι, η οποία αποδείχθηκε πιο δύσκολη και πιο απαιτητική από αυτή στο γραφείο, καθώς μας αποκόπτει και από την όποια κοινωνική επαφή.
Όλο αυτό πασπαλίστηκε με την «αναγνώριση» στον χώρο της δουλειάς και μας έκανε να φουσκώνουμε σαν παγώνια και να «κολλάμε» περισσότερο με αυτήν. Έτσι οι δικαιολογίες έγιναν για πολλούς ένας νέος τρόπος ζωής που αφήνει εκτός την προσωπική μας ευχαρίστηση, περιορίζοντας σημαντικά τον χρόνο με τον εαυτό μας, τα παιδιά μας, τους φίλους μας και όλους τους σημαντικούς ανθρώπους της ζωής μας, με τους οποίους περνάμε καλά.
Κάποιοι φτάνουν στο σημείο να αισθάνονται ενοχικά όταν κατεβάζουν τον διακόπτη. Να λένε πως αγαπούν τη δουλειά τους τόσο πολύ που, χωρίς αυτήν, η ζωή τους δεν έχει νόημα. Όμως, όταν φτάνεις στο σημείο η ζωή σου να έχει νόημα μόνο μέσα από τη δουλειά σου και να αυτοπροσδιορίζεσαι μόνο μέσα από την καριέρα σου, μάλλον έχεις περάσει απέναντι, χωρίς να το έχεις καταλάβει. Αυτή είναι και η στιγμή –όση ευχαρίστηση και αν σου προσφέρει το επάγγελμά σου– να αναθεωρήσεις. Να αναζητήσεις και άλλες χαρές, έξω από την επαγγελματική καταξίωση. Διαφορετικά, όλο αυτό μοιάζει με… ύβρη απέναντι σε εκείνους τους ανθρώπους που σήμερα όντως δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς τη δουλειά τους, αλλά παρά τις δυσκολίες καταφέρνουν να δημιουργήσουν ποιοτικό χρόνο με τους αγαπημένους τους, κατεβάζοντας με ευκολία και χωρίς τύψεις τον διακόπτη.
Τα δώρα της ζωής στις ημέρες μας κοστίζουν, όχι τόσο σε χρήμα, αλλά σε ποιοτικό χρόνο. Κερδισμένοι είναι εκείνοι που το αντιλαμβάνονται αυτό στην ανατολή και όχι στη δύση της ζωής τους.