Μοιάζει με το γεωμετρικό όργανο του διαβήτη. Περίεργη παρομοίωση, θα πει κανείς, αλλά όπως ο διαβήτης έτσι και ο Τάσος Ιορδανίδης έχει το κέντρο του και, πατώντας εκεί το ένα πόδι του ως σταθερά, διαγράφει ολοστρόγγυλους ομόκεντρους κύκλους, άλλοτε μεγαλύτερους και άλλοτε μικρότερους, ανάλογα με το πού θα αποφασίσει να τοποθετήσει το άλλο σκέλος του.

Σε αυτούς τους κύκλους χωρούν όλες οι επαγγελματικές προκλήσεις που τον γοητεύουν, αλλά και εκείνες οι καθημερινές, οι ανθρώπινες, που πρέπει να αντιμετωπίσει.

Εκεί κατακτά την επιτυχία, εκεί μαθαίνει από την αποτυχία και με κέντρο του τη σύντροφό του, Θάλεια Ματίκα, ξέρει πως όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή του μπορεί να τα μοιραστεί μαζί της.

Φέτος δηλώνει ευγνώμων για πολλά: Ο ρόλος του Μάνου, που υποδύεται στη σειρά «Η γη της ελιάς» του Mega συνεχίζει για τρίτη χρονιά με επιτυχία να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του τηλεοπτικού κοινού.

Η συναισθηματικά γενναιόδωρη θεατρική παράσταση «Θέλω να σου κρατώ το χέρι», που έγραψε ο ίδιος και σκηνοθέτησε η σύζυγός του, σημειώνει για τρίτη σεζόν μεγάλη προσέλευση κοινού στο θέατρο Άλφα «Ληναίος-Φωτίου».

Φέτος στο βιογραφικό του ήρθε να προστεθεί ο ρόλος του παρουσιαστή στην εκπομπή «Μπαμπά-δες» της ΕΡΤ. Παράλληλα σκηνοθετεί μια πεντάδα υπέροχων κωμικών ηθοποιών στην παράσταση «Πες μου ότι είναι ψέμα – Επιχείρηση Ωρωπός», του Άντονι Νίλσον στο θέατρο Noūs. Επιπλέον έχει γράψει το δεύτερο έργο του, με τίτλο «Φακντ- απ», σε σκηνοθεσία και πάλι της Θάλειας Ματίκα, με την Αφροδίτη Λιάντου και τον Διονύση Παπανδρέου –με τους οποίους συνεργάστηκε και στη «Γη της ελιάς»– στους βασικούς ρόλους, ενώ ετοιμάζει μια διασκευή-μεταγραφή ενός κλασικού έργου του Άουγκουστ Στρίντμπεργκ.  

Τρίτος χρόνος για το «Θέλω να σου κρατώ το χέρι». Εσύ έγραψες το πρώτο σου θεατρικό και η Θάλεια το σκηνοθέτησε. Πέρα από την τεράστια επιτυχία του, αυτό το έργο λειτούργησε και ψυχοθεραπευτικά για εσάς;

Καθώς πρόκειται για μια έντονη παράσταση, που έχει όμως και πολύ χαλαρές στιγμές, συχνά λέμε χαριτολογώντας ότι λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά, με την έννοια ότι έχουμε σταματήσει να τσακωνόμαστε επειδή όλα τα προβλήματά μας βγαίνουν στη φόρα επάνω στη σκηνή.

Αυτό μπορεί να ισχύει ως ένα βαθμό, αλλά δεν παύει βέβαια να είναι μια θεατρική παράσταση, οπότε υπάρχει αυτή η σύμβαση. 

Τρίτη σεζόν και στη «Γη της Ελιάς», στην σειρά του Mega που γνωρίζει τεράστια επιτυχία; Πώς νιώθεις γι’ αυτό;

Ευγνώμων. Γιατί δεν είναι αυτονόητα τα πράγματα. Και τι εννοώ; Όταν ξεκίνησε η «Γη της Ελιάς» παρόλο που όλα βροντοφώναζαν την επιτυχία της από την αρχή δεν ήταν αυτονόητο ότι θα φτάναμε στον τρίτο κύκλο.

Με συγκινεί που ο κόσμος έχει αγκαλιάσει αυτή τη δουλειά αλλά και το ρόλο μου ως Μάνος. Συνηθίζω να λέω χαριτολογώντας ότι η σειρά από συνήθεια έγινε εμμονή. 

Πώς νιώθεις και ως παρουσιαστής στην εκποµπή «Μπαµπά-δες»;

Όταν μου έγινε η πρόταση, ήμουν πάρα πολύ θετικός, αλλά στη συνέχεια άρχισα να έχω κάποιους ενδοιασμούς. Η Θάλεια, όμως, μου έδωσε την ενθάρρυνση που χρειαζόμουν και, όπως είπε και ο γιος μου, «κι αν αποτύχεις, μπαμπά, και τι έγινε;».

Και κάπως έτσι το δέχτηκα, γιατί είναι μια εκπομπή με πολλές ευαισθησίες και με ένα θέμα το οποίο εμένα προσωπικά με αγγίζει πάρα πολύ, καθώς αφορά τον θεσμό της οικογένειας, αλλά και την «μπαμπαδοσύνη», το «μπαμπάδιασμα». (γέλια) Και με αυτή την ιδιότητα το παρουσιάζω… ως μπαμπάς.   

Η αλήθεια είναι ότι δίνεις την εικόνα ενός µπαµπά που έχει ολοκληρωµένο τον ρόλο του γονιού…

Είμαι περήφανος που τον έχω, έχω την ανάγκη να έχω αυτόν τον ρόλο. Ακόμα κι αν έχουν περιοριστεί οι αντοχές μου με το πέρασμα των χρόνων –καθώς μεγαλώνω κιόλας, δεν είμαι αυτός που ήμουν παλιότερα, όπως ισχύει για όλους τους ανθρώπους–, θέλω να είμαι πάντα εκεί, παρών, είναι κάτι που δεν χωρά συζήτηση για εμένα.

Όμως είναι μεγάλη ευλογία πάνω σε αυτό το κομμάτι –γιατί, κακά τα ψέματα, τα παιδιά είναι μια πολύ «δύσκολη πίστα»– το ότι έχουμε μια άριστη και αγαστή συνεργασία με τη Θάλεια. Γιατί είναι συνεργασία το μεγάλωμα των παιδιών.  

Από τη δική σου εµπειρία, τι διατηρεί µια σχέση υγιή και ανθεκτική στον χρόνο;

Δεν ξέρω να απαντήσω. Αυτά τα πράγματα τυχαίνουν.

Αυτό όμως που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι ότι από την πρώτη στιγμή που γνωριστήκαμε με τη Θάλεια μέχρι τώρα, μετά τα δύο παιδιά και τα δεκαπέντε χρόνια της κοινής μας ζωής και με όλα όσα έχουμε περάσει, έχουμε καταφέρει να επικοινωνούμε πολύ ουσιαστικά. Είμαστε πάντα στην ίδια σελίδα.

Επικοινωνούμε νοητικά, συναισθηματικά. Έχουμε κοινή αίσθηση του χιούμορ. Γελάμε πολύ. Είναι η καλύτερή μου φίλη. Είμαι ο καλύτερός της φίλος.

Δεν υπάρχει κάτι κρυφό μεταξύ μας. Δεν υπάρχει περίπτωση να μου πει κάτι κάποιος για τη Θάλεια και να μην της το πω. Ή να πει κάποιος κάτι στη Θάλεια και να μη μου το πει. Είμαστε σύμμαχοι. Και μεταξύ μας… ουδέν κρυπτόν. 

Αληθεύει ότι η επιθυµία για την απόκτηση παιδιών ήταν µεγαλύτερη σε εσένα από ό,τι στη Θάλεια;

Ήταν κάτι που εγώ το ήθελα πιο συνειδητά, γιατί ασυνείδητα και η Θάλεια το ήθελε πολύ. Την παρατηρώ τώρα, που είναι πολύ πιο συνειδητοποιημένη από εμένα σε πολλές εκφάνσεις της ζωής μας. 

Μου έκανε εντύπωση αυτό που είπε ο γιος σου όταν προβληµατιζόσουν για το αν θα αναλάµβανες την παρουσίαση της εκποµπής. Η πιθανότητα της αποτυχίας όταν παίρνουµε µια απόφαση και η υγιής αποδοχή της, εντέλει, είναι κάτι που έχετε διδάξει, µεταξύ άλλων, στα παιδιά σας;

Φυσικά, και οι αποτυχίες άλλωστε είναι μέσα στη ζωή. Είναι μάλιστα απαραίτητες, γιατί μέσα από αυτές ανακαλύπτεις ουσιαστικά και εποικοδομητικά πτυχές του εαυτού σου που διαφορετικά θα αγνοούσες.

Και εκτός αυτού, αν δεν αποτύχεις, πώς θα χαρείς και στην επιτυχία. Στα παιδιά μας προσπαθούμε να περάσουμε αυτήν τη φιλοσοφία γιατί οφείλουμε να τα προστατεύσουμε. Δεν θα πέσουμε στα τάρταρα αν αποτύχουμε.

Εγώ νομιμοποιούμαι να το λέω αυτό, γιατί όποιος γνωρίζει την ιστορία μου ξέρει και πώς έχω διαχειριστεί την αποτυχία μου. Δεν είναι ότι υπήρξα άνθρωπος που του άρεσε να παίρνει μεγάλα ρίσκα.

Ήθελα απλά να έχω την ευθύνη μου και τον έλεγχο, ο οποίος μου ξέφυγε πάρα πολύ, αρκετές φορές. Μετά τον κορονοϊό, έδωσα τον λόγο μου στον εαυτό μου ότι από εδώ και μπρος δεν θα ανοίγομαι παραπάνω από όσο μπορώ να απλώσω τα χέρια μου.

Και αυτό μου έδωσε την πίστη ότι αυτή καθαυτή η δουλειά είναι που μετράει και που στο τέλος της ημέρας θα έχει και την απήχηση, αν είναι η τύχη της να την έχει. 

Έδινες πάντως την αίσθηση, από το ξεκίνηµα ήδη της επαγγελµατικής σου πορείας, ότι ήθελες πάντα να έχεις τον έλεγχο των πραγµάτων…

Πίστευα ότι αυτό ήταν μονόδρομος. Αυτή την πεποίθηση είχα από παιδί, πριν καν σκεφτώ να ασχοληθώ με το θέατρο, γιατί ο πατέρας μου πάντα μου έλεγε: «Ό,τι και να κάνεις, να έχεις την ευθύνη της δουλειάς σου. Να είσαι εσύ αυτός που θα αποφασίζει για τη δουλειά σου».

Είναι δηλαδή κάτι που έχει περάσει στο αίμα μου από νωρίς. Μπαίνοντας στη διαδικασία της θεατρικής διαδρομής, από τη σχολή κιόλας, είχα αποφασίσει ότι θα προσπαθούσα να κάνω τις δικές μου δουλειές.

Ήθελα λοιπόν να συναναστρέφομαι ανθρώπους με τους οποίους, αν μη τι άλλο, επικοινωνούσα καλλιτεχνικά. Δεν θα μπορούσα εύκολα να λειτουργήσω υπό τη σκέπη μιας θεατρικής στέγης που δεν θα μοιραζόμασταν το ίδιο όραμα.  

Διάβασα κάπου ότι αφιέρωσες την εκποµπή «Μπαµπά-δες» στον πατέρα σου…

Τον λατρεύω τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου ήταν λεβέντης. Προσπαθώ πραγματικά να του μοιάσω σε πολλά πράγματα, χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια πως δεν είχε και τα ελαττώματά του.

Τον διέκρινε μια σοφία λαϊκή, δούλεψε από μικρός και κατάφερε πολλά. Ήταν οικογενειάρχης αλλά και ένας άνθρωπος με προχωρημένη ματιά για τα δεδομένα της γενιάς του.

Ήταν ένα ανοιχτό μυαλό ο πατέρας μου. Και είχε κάτι ακόμα… Αν καταλάβαινε ότι έχεις δίκιο σε κάτι, στο οποίο αρχικά διαφωνούσε μαζί σου, ερχόταν μετά από μια-δυο μέρες και αποδεχόταν το λάθος του.

Αυτό για εμένα είναι πάρα πολύ σημαντικό. Δεν μπορώ τα αγύριστα κεφάλια. Έτσι είναι η μητέρα μου – να είναι καλά, θα τη διαβάσει τη συνέντευξη και θα μου κρατάει μούτρα.

Εκείνη διατηρεί ακλόνητα τα πιστεύω της, τις αξίες της, μέχρι τώρα. Σεβαστό και αυτό, γιατί δείχνει ότι έχει έναν πολύ γερό πυρήνα.   

Όταν επέλεξες τη Θάλεια για σύντροφό σου, διέκρινες σε εκείνη στοιχεία της µητέρας σου;

Κατ’ αρχάς, δεν επέλεξα εγώ τη Θάλεια. Ο άνθρωπος ο οποίος κυνηγιέται έχει την επιλογή. Εγώ την κυνήγησα πολύ τη Θάλεια. Άρα θεωρώ ότι εκείνη με επέλεξε για να προχωρήσουμε κάνοντας οικογένεια και να πορευτούμε μαζί στη ζωή.

Η Θάλεια, λοιπόν, έχει πολλά στοιχεία της μητέρας μου, ενώ παράλληλα είναι τελείως διαφορετική ως άνθρωπος. Είναι δυναμική και αυστηρή.

Τα παιδιά αλλά και οι άντρες –μιλάω για εμένα που είμαι αυτής της λογικής– χρειαζόμαστε και την αυστηρότητα και τα όρια και έχω τη θεωρία ότι αρέσει στις γυναίκες να βάζουν τα όρια και τα πλαίσια, γιατί λόγω του μητρικού τους ενστίκτου νιώθουν την ανάγκη να προσέχουν τους ανθρώπους τους.   

Εσύ βάζεις όρια στον εαυτό σου;

Ναι. Όταν αποφασίσω κάτι που θέλει πειθαρχία, το τηρώ απαρέγκλιτα. Για παράδειγμα, αν και ήμουν ο απόλυτος καπνιστής, έχω κόψει το τσιγάρο εδώ και τέσσερις μήνες.

Πιστεύω ότι όλοι πρέπει να το κάνουμε αυτό. Έχω δει μεγάλη διαφορά στον εαυτό μου τους τελευταίους μήνες.  

Τι ήταν αυτό που σε κινητοποίησε να το κόψεις;

Μια μέρα είχαμε πάει για τρέξιμο με τον γιο μου, κάτι που συνηθίζω να κάνω όταν έχω χρόνο. Και παρότι εγώ τρέχω 10 χιλιόμετρα, ξαφνικά ένιωσα μια δυσφορία στο στήθος και δεν μπορούσα να συνεχίσω.

Μόλις είδα τον τρόμο στα μάτια του γιου μου, αποφάσισα να σταματήσω το κάπνισμα. 

Άρα, η ευθύνη σου απέναντι στον γιο σου και στην κόρη σου, ότι πρέπει να είσαι υγιής για εκείνους, ήταν αυτό που σε έκανε να πάρεις την απόφαση να κόψεις το κάπνισµα.

Ναι, αυτό από μόνο του είναι αρκετό.

Από μια ηλικία και μετά, νομίζω ότι το πιο ισχυρό κίνητρο για να προσέχεις περισσότερο την υγεία σου είναι τα παιδιά σου, ώστε να μπορείς να χαίρεσαι στιγμές μαζί τους, αλλά και να αποτελείς ένα καλό πρότυπο για εκείνα.  

Κατά τη διάρκεια της πανδηµίας, έχασες 32 κιλά.

Τώρα είμαι συν πέντε. Έφαγα αυτή την περίοδο. (γέλια) 

Κατ’ αρχάς, τι σε έκανε να πάρεις κιλά;

Σταδιακά τα έπαιρνα, από τότε που γνώρισα τη Θάλεια. Όταν τα φτιάξαμε, έγινε αυτό που λέει η λαϊκή σοφία «ο έρωτας περνάει από το στομάχι».

Τα δύο πρώτα χρόνια της γνωριμίας μας, πήρα εφτά με οχτώ κιλά. Σε αυτά ήρθε το άγχος της δουλειάς να προσθέσει άλλα έξι.

Ήμουν στα συν δεκατέσσερα όταν ξεκίνησε η πρώτη καραντίνα, όπου ένιωσα ότι σταμάτησε ο χρόνος.

Αποφάσισα λοιπόν, μιας που σταμάτησε ο χρόνος, κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού να ευχαριστηθώ όλες τις απολαύσεις της ζωής στο έπακρο: τα παιδιά μου, τη Θάλεια, τον χρόνο μαζί τους, αλλά και το φαγητό, το ποτό, τα γλυκά…

Και αφού τα ευχαριστήθηκα όλα, αποφάσισα με την πειθαρχία που με διακρίνει σε αυτές τις περιπτώσεις όχι μόνο να χάσω όλα τα επιπλέον κιλά μου, αλλά και να γίνω όπως ήμουν στα 27 μου χρόνια. Και τα κατάφερα.  

Το µεγάλο κίνητρο για να χάσεις βάρος ποιο ήταν;

Δεν ήταν ένα, ήταν πολλά. Πρώτον, η υγεία μου. Είχα αρχίσει να ασθμαίνω, να μην έχω την ίδια φυσική κατάσταση. Δεύτερον, σκέφτηκα ότι έπρεπε να κάνω τηλεόραση, όπου σε αρκετές περιπτώσεις χρειάζεται ένα σμιλεμένο σώμα.

Τρίτον, η ψωρίαση με την οποία έχω διαγνωστεί. Σκέφτηκα ότι, αν προσέξω τη διατροφή μου και αποφύγω κάποια τρόφιμα, μπορεί να μου κάνει καλό στην ψωρίαση.

Έτσι έκοψα τη γλουτένη και τη ζάχαρη και έβαλα στην καθημερινότητά μου φρούτα και λαχανικά που παλιά έτρωγα σπάνια. Σε μένα, τον Τάσο, λειτούργησε.

Δεν σημαίνει ότι λειτουργεί σε όλους και, προσοχή, δεν είμαι γιατρός. Και τέταρτον, ανέκτησα την καλή ψυχολογία μου, την οποία είχα χάσει όταν δεν γυμναζόμουν.  

Πώς ήταν µια µέρα καλής διατροφής για εσένα;

Το πρωί έτρωγα γιαούρτι με βρόμη, ράσμπερι και αμύγδαλα, για δεκατιανό ένα σάντουιτς ρυζογκοφρέτας, με γαλοπούλα και cottage cheese, το μεσημέρι πρωτεΐνη –ψάρι ή κοτόπουλο– με μια γαβάθα σαλάτα, το απόγευμα δύο φρούτα και το βράδυ το ίδιο με το μεσημέρι, σαλάτα δηλαδή με πρωτεΐνη.

Προσπαθούσα να τρώω ανά τρεις, το πολύ τέσσερις ώρες.  

Θα ήθελες να µοιραστείς µαζί µας την ιστορία σου µε την ψωρίαση;

Ήμουν 21 ετών όταν εκδηλώθηκε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια μέρα που είχα πάει γυμναστήριο και βγάζοντας την μπλούζα μου για να κάνω ντους είδα κάτι σπιθουράκια στο σώμα μου.

Επειδή δεν είχα ποτέ ακμή ή άλλα δερματικά προβλήματα, δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία. Σκέφτηκα «θα περάσει, δεν είναι τίποτα». Τα δύο σπιθουράκια, όμως, έγιναν τέσσερα, τα τέσσερα έγιναν οχτώ, οπότε πήγα στον δερματολόγο μου και μου είπε ότι ήταν ψωρίαση.  

Και ποια ήταν η αντιµετώπιση;

Στην αρχή το αντιμετώπισα με πάρα πολλές θεραπείες. Από ομοιοπαθητικές, εναλλακτικές, μέχρι καθαρά επιστημονικές ιατρικές αγωγές. Όλες είχαν το αποτέλεσμά τους, αλλά ορισμένες είχαν και παρενέργειες στον οργανισμό μου, για παράδειγμα, έπεφτε το ανοσοποιητικό μου σύστημα, με αποτέλεσμα να προσλαμβάνομαι πολύ εύκολα από ιούς και μικρόβια.

Την υγεία μου, εγώ, ο Τάσος που έχει ψωρίαση, τη βρήκα με τη διατροφή και τη γυμναστική. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, όμως, πρέπει να προηγηθεί η επίσκεψη στον δερματολόγο, ο οποίος θα κάνει τη διάγνωση και θα συστήσει τον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος.  

Πώς αντέδρασες στο άκουσµα της διάγνωσης;

Το αποδέχτηκα αμέσως. Δεν στεναχωρέθηκα ποτέ. Ακόμα και τότε, είκοσι χρόνια πριν, που ήμουν πιο νέος και ένιωθα τα περίεργα βλέμματα του κόσμου να πέφτουν πάνω μου, δεν με ένοιαζε. Κάποιες φορές, όταν με κοιτούσαν λίγο παράξενα, τους έλεγα: «Παιδιά, δεν κολλάει, μην ανησυχείτε».  

Αν σου ζητούσαν να πεις τι µαθήµατα σου έχει δώσει η ζωή µέχρι σήµερα, τι θα απαντούσες;

Ότι πρέπει να είσαι σεμνός, ταπεινός, να έχεις μέτρο και να προσέχεις το σώμα σου, για να είσαι καλύτερα και ψυχολογικά, και όλο αυτό σου «επιστρέφεται», καθώς με κάποιον τρόπο συμπαντικό έρχονται όμορφα πράγματα στη ζωή σου. 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ: ΙΩΑΝΝΑ ΤΖΕΤΖΟΥΜΗ,
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΑΤΑΛΙΑ ΜΠΑΛΤΑ,
ΒΟΗΘΌΣ STYLING: ΠΑΝΑΓΙΏΤΗΣ ΚΆΤΣΕΝΟΣ,
GROOMING: ΚΕΡΑΣΊΑ ΚΟΎΗ