Σύμφωνα με μελέτη από το Πανεπιστήμιο Τουλέιν στη Λουιζιάνα, οι γυναίκες με ηλικία εμμηναρχής κάτω των 13 ετών έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 και εγκεφαλικού επεισοδίου μεγαλώνοντας.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο ακαδημαϊκό περιοδικό «The BMJ».
Η μελέτη
Οι ερευνητές μελέτησαν δεδομένα για περισσότερες από 17.300 γυναίκες ηλικίας από 20 έως 65 ετών σε διάστημα 19 ετών, από το 1999 έως και το 2018.
Οι συμμετέχουσες κατηγοριοποιήθηκαν ανάλογα με την ηλικία που ξεκίνησε η έμμηνος ρύση, με τη μικρότερη να είναι περίπου τα 10 έτη και τη μεγαλύτερη τα 15 και άνω.
Οι γυναίκες που συμμετείχαν στη μελέτη παρακολουθήθηκαν σε βάθος χρόνου με σκοπό να διερευνηθεί εάν υπάρχει κάποια συσχέτιση μεταξύ της ηλικίας έναρξης της περιόδου με την ανάπτυξη διαβήτη τύπου 2 μετέπειτα στη ζωή.
Τα ευρήματα
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, περίπου 1.773, το 10% δηλαδή των γυναικών που συμμετείχαν, ανέπτυξαν διαβήτη τύπου 2 και λίγες (205 γυναίκες) καρδιαγγειακή νόσο.
Η στατιστική ανάλυση αποκάλυψε ότι, σε σύγκριση με τις γυναίκες των οποίων η έμμηνος ρύση είχε ξεκινήσει πριν κλείσουν τα 13 τους χρόνια, οι γυναίκες που είχαν την πρώτη τους περίοδο αργότερα είχαν μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 σε βάθος χρόνου.
Οι ερευνητές τόνισαν πως όσο νωρίτερα ξεκίνησε η περίοδος των συμμετεχόντων, τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο αντιμετώπιζαν.
Χαρακτηριστικά, για τις γυναίκες που είχαν ήδη περίοδο στην ηλικία των 10 ετών, ο κίνδυνος ήταν πιο αυξημένος κατά 32% και 29% για εκείνες που ξεκίνησε στα 12 σε σύγκριση με όσες είχαν την πρώτη τους περίοδο σε μεγαλύτερη ηλικία.
Οι ερευνητές αποκάλυψαν επίσης πως η πρώιμη εμμηναρχή συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού.
Συγκεκριμένα, για τις γυναίκες που είχαν την πρώτη τους περίοδο στα 10 έτη της ζωής τους ή νωρίτερα, ο κίνδυνος αυτός ήταν σχεδόν 3 φορές υψηλότερος μεταξύ των γυναικών που είχαν διαβήτη.
Για την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων, οι ερευνητές συνυπολόγισαν μια σειρά από πιθανώς σημαντικούς παράγοντες εμφάνισης διαβήτη και καρδιαγγειακών νόσων όπως η ηλικία, η διατροφή, το οικογενειακό ιστορικό, το κάπνισμα, η σωματική δραστηριότητα και το βάρος (ΔΜΣ).
Γιατί μπορεί να συμβαίνει αυτό;
Μια πιθανή εξήγηση κατά τους ερευνητές είναι ότι οι γυναίκες με μικρότερη ηλικία εμμηναρχής εκτίθενται στα οιστρογόνα, τις ορμόνες που παίζουν κύριο ρόλο στην σεξουαλική και αναπαραγωγική ζωή των γυναικών, για μεγαλύτερες χρονικές περιόδους, γεγονός που ενδεχομένως σχετίζεται με τα υψηλά επίπεδα αυτών.
Έως έναν βαθμό, η αυξομείωση των οιστρογόνων είναι φυσιολογική. Μπορεί όμως να προκύψουν σοβαρά προβλήματα σε περιπτώσεις που τα επίπεδα παραμείνουν σταθερά αυξημένα, τόσο σε σωματικό όσο και σε ψυχολογικό επίπεδο.
Οι ερευνητές επεσήμαναν τέλος πως η παιδική παχυσαρκία μπορεί επίσης να παίξει αρνητικό ρόλο καθώς σχετίζεται με μικρότερη ηλικία εμμηναρχής και καρδιομεταβολικές ασθένειες αργότερα στη ζωή.