Οι επιστήμονες έχουν ήδη διαπιστώσει ότι ορισμένα γονίδια μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο ενός ατόμου να αναπτύξει τη νόσο Αλτσχάιμερ αργότερα στη ζωή του.
Τώρα, φαίνεται ότι τα ίδια αυτά γονίδια μπορούν επίσης να αυξήσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης επιληψίας, σύμφωνα με μια νέα μελέτη. Επιπλέον, όσοι πάσχουν από μια συγκεκριμένη μορφή επιληψίας μπορεί να έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν Αλτσχάιμερ.
«Η έρευνά μας διαπίστωσε ότι όχι μόνο τα άτομα με νόσο Αλτσχάιμερ έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν επιληψία, αλλά και ότι τα άτομα με εστιακή επιληψία, η οποία αντιπροσωπεύει πάνω από το ήμισυ όλων των περιπτώσεων επιληψίας, είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν νόσο Αλτσχάιμερ», αναφέρουν οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Zhejiang.
Διαβάστε επίσης: Πόνος: Γιατί χειροτερεύει το βράδυ;
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Neurology.
Η μελέτη
Η ομάδα από την Κίνα εξέτασε τις γενετικές παραλλαγές σε 111.326 άτομα με Αλτσχάιμερ και 677.663 άτομα χωρίς τη νόσο. Ανέλυσε μεγάλες αλυσίδες DNA για να εξεταστούν οι μικρές διαφορές στις γενετικές αλληλουχίες μεταξύ των ατόμων με και χωρίς την πάθηση.
Για να διαπιστώσουν αν υπήρχε αιτία και αποτέλεσμα μεταξύ των γενετικών παραλλαγών και του κινδύνου επιληψίας, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ένα σχέδιο μελέτης γνωστό ως Μεντελική τυχαιοποίηση.
Διαπίστωσαν ότι η ύπαρξη της νόσου εμφάνιζε συσχέτιση με 5,3% αυξημένο κίνδυνο επιληψίας, η οποία χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση επιληπτικών κρίσεων που προέρχονται και από τα δύο μισά του εγκεφάλου.
Επιπλέον, η ομάδα ανακάλυψε έναν αυξημένο κατά 1,3% κίνδυνο εστιακής επιληψίας με σκλήρυνση του ιππόκαμπου, η οποία περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενες επιληπτικές κρίσεις μόνο στη μία πλευρά του εγκεφάλου.
Στη συνέχεια, διερεύνησε τις γενετικές παραλλαγές 15.212 ατόμων με επιληψία, αντιστοιχίζοντας τα γονίδιά τους με εκείνα 29.677 ατόμων χωρίς επιληψία. Τα άτομα με εστιακή επιληψία με σκλήρυνση του ιππόκαμπου είχαν σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν νόσο Αλτσχάιμερ σε σύγκριση με τα άτομα που δεν είχαν επιληψία.
Τέλος, η ομάδα ανέλυσε τα γονίδια 13.116 ατόμων με μια πρωτεΐνη που ονομάζεται αμυλοειδές στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό, τον κύριο βιοδείκτη για τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Μια χαμηλή ποσότητα αμυλοειδούς υποδηλώνει ότι ο ασθενής έχει αυξημένη ποσότητα επιβλαβών αμυλοειδών πλακών στον εγκέφαλο. Διαπίστωσαν ότι τα γονίδια που προβλέπουν μειωμένη ποσότητα του βιοδείκτη σχετίζονταν με υψηλότερο κίνδυνο γενικευμένης επιληψίας.
«Προς το παρόν, δεν υπάρχει θεραπεία για τη νόσο Αλτσχάιμερ ή την επιληψία. Ως εκ τούτου, η καλύτερη κατανόηση της κάθε κατάστασης της νόσου ξεχωριστά και των συνδέσεών τους μεταξύ τους είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση για τη βελτίωση των προσπαθειών διαλογής και θεραπείας και των αποτελεσμάτων για τους πάσχοντες ασθενείς», επισημαίνουν οι ερευνητές.