Πονοκέφαλος, πυρετός, πόνοι στις αρθρώσεις, είναι όλες τους δυσάρεστες καταστάσεις που το πρώτο που σκεφτόμαστε είναι πώς θα ξεφύγουμε κατ΄ αρχήν από το πρώτο σύμπτωμα μέχρι να φτάσουμε στο γιατρό να μας δώσει τη θεραπεία που χρειαζόμαστε.
Η άμεση λύση είναι ένα παυσίπονο, το οποίο συνήθως συνεχίζεται και στο πλαίσιο της συνολικής θεραπείας του προβλήματος.
Διαβάστε επίσης: Μαστογραφία: Τι αλλάζει στη διαγνωστική εξέταση;
Όμως είναι πάντα η χρήση των φαρμάκων αυτών – που ονομάζονται Μη Στεροειδή Αντιφλεγμονώδη (ΜΣΑΦ)- η σωστή;
Μύθος πρώτος: «Καλό είναι να πάρεις το παυσίπονο με γεμάτο στομάχι».
Πρόκειται για λάθος, γιατί το στομάχι, εκτός από το φάρμακο έχει να επεξεργαστεί και την τροφή, με αποτέλεσμα να καθυστερεί η δράση του φαρμάκου. Καθυστερεί μάλιστα ακόμη περισσότερο, γιατί αλλάζει και το pH του στομάχου από την όλη διαδικασία που του βάζουμε επιπρόσθετα.
Μύθος δεύτερος: «Καλό είναι να πάρεις κι ένα φάρμακο για το στομάχι, γαστροπροστασία».
Η σύσταση αυτή στηρίζεται στις ανεπιθύμητες ενέργειες των ΜΣΑΦ που περιλαμβάνουν την γαστροραγία. Όμως αυτή δε συμβαίνει σε όλους τους ασθενείς, οπότε ο γιατρός πρέπει να διερευνήσει ποιοί κινδυνεύουν και να το αποφύγει. Διαφορετικά, με τη γαστροπροστασία και πάλι μειώνεται η δράση του αναλγητικού.
Μύθος τρίτος: «Δεν κάνει να παίρνεις το ίδιο παυσίπονο συνέχεια».
Δεν έχει νόημα η εναλλαγή παυσιπόνων. Η διάρκεια ζωής στον οργανισμό των πιο συνηθισμένων αναλγητικών που δεν χρειάζονται συνταγή γιατρού, είναι πολύ μικρή (περίπου 2-3 ώρες), ούτε υπάρχει θέμα «να το συνηθίσεις». Ενδεχομένως να πρέπει να γίνει συνδυασμός τους, για τα ΜΣΑΦ που ο συνδυασμός επιτρέπεται και αυτό το ξέρει ο γιατρός.
Τα παραπάνω επεσήμανε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Φαρμακολογίας της Ιατρικής του ΑΠΘ Χρυσάνθη Σαρδέλη, σε σχετική συνέντευξη Τύπου για την ασφάλεια των ΜΣΑΦ, με αφορμή Φόρουμ ειδικών από 16 ειδικότητες, σχετικά με την ασφάλεια χρήσης της ιβουπροφαίνης.
Όπως εξήγησε η κ. Σαρδέλη, τα ΜΣΑΦ δεν πρέπει να λαμβάνονται από ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια ή στένωση των αρτηριών (καρδιαγγειακές παθήσεις), άσθμα, αγγειοοίδημα ή ρινίτιδα, ασθενείς που έχουν προηγούμενο ιστορικό γαστροραγίας ή έλκους ή τάσεις αιμορραγίας, καθώς και νεφρική ή ηπατική ανεπάρκεια.
Για όσους μπορούν να πάρουν τα φάρμακα αυτά, ο συνδυασμός ιβουπροφαίνης και παρακεταμόλης μαζί, επιτυγχάνει μείωση του πόνου τουλάχιστον κατά 50% άμεσα, ενώ η λήψη μεμονωμένα των διαφόρων αναλγητικών μεμονωμένα περιορίζεται ακόμη και στο 10% μόνο.
Το μέγιστο ρίσκο προβλημάτων στο στομάχι (γαστροραγία) έχει η τολμετίνη και το μικρότερο η ιβουπροφαίνη, ενώ ακολουθεί η δικλοφενάκη. Στη μέση περίπου, βρίσκονται η ασπιρίνη και η ναπροξένη.
Σύμφωνα με τον γενικό γιατρό Άρι Γκόβα, το μέγιστο αναλγητικό αποτέλεσμα επιτυγχάνεται με την δόση 400 mg ιβουπροφαίνης, παρότι συνηθίζεται να θεωρείται ισχυρότερη η δόση των 600 mg, δόση που έχει την ίδια αποτελεσματικότητα με την αμέσως μικρότερη. Ασφαλής θεωρείται η λήψη μέχρι 1.200 mg την ημέρα.
Στην εκδήλωση αναφέρθηκε ότι το εργαστήριο κλινικής Φαρμακολογίας του ΑΠΘ σε συνεργασία με τις ιατρικές εταιρείες γενικής ιατρικής EEEEΠ και ΕΚΟΠ θα πραγματοποιηθεί συστηματική ανασκόπηση και μετανάλυση για την «Συγκριτική εκτίμηση της ασφάλειας της ιβουπροφαίνης σε σχέση με την παρακεταμόλη».