«Πόλεμο» ενάντια στην παχυσαρκία έχει κηρύξει πιλοτικό πρόγραμμα που τρέχει στη χώρα μας και συγκεκριμένα σε δέκα Κέντρα Υγείας στην Αττική.μΣτόχος του είναι να εντοπίζει τις οικογένειες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο και έπειτα, με τη βοήθεια και ψηφιακών εργαλείων, αυτές να «εκπαιδεύονται» για την ανάπτυξη δεξιοτήτων που θα χαρίσουν σε όλα τα μέλη τους περισσότερα και ποιοτικότερα χρόνια ζωής.
Διαβάστε επίσης: Υγεία: Την θωρακίζουμε με μοβ λαχανικά και φρούτα
Κατά τους πρώτους λίγους μήνες εφαρμογής του, από τις 2.345 οικογένειες που προσήλθαν για τη συμπλήρωση του Ατομικό Δελτίο Υγείας Μαθητή (ΑΔΥΜ) στα συγκεκριμένα Κέντρα Υγείας, 1.876 γονείς (80%) δέχτηκαν να ενημερωθούν και να συμπληρώσουν ένα σύντομο ερωτηματολόγιο γονέων.
Βάσει των απαντήσεων τους, 828 γονείς (38%) βρέθηκαν να βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο και παραπέμφθηκαν, με τη δική τους σύμφωνη γνώμη, για έναν σύντομο ιατρικό έλεγχο που περιλαμβάνει αιματολογικές εξετάσεις, μέτρηση αρτηριακής πίεσης, βάρους, ύψους και περίμετρο μέσης. Μέχρι σήμερα 484 γονείς, δηλαδή το 60% αυτών που βρέθηκαν σε υψηλό κίνδυνο και τους προτάθηκε να υποβληθούν σε έλεγχο στον χώρο του Κέντρου Υγείας, έχουν εξεταστεί. Τι έδειξαν οι εξετάσεις: βρέθηκαν 224 γονείς (48%) να έχουν προδιαβήτη και 85 γονείς (18%) να έχουν διαβήτη. Από αυτούς τους 85, οι 17 (20%) δεν γνώριζαν για τη νόσο τους.
Λύσεις
Τα δεδομένα αυτά εντούτοις σε καμία περίπτωση δεν προκαλούν εντύπωση στους επιστήμονες του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, που είναι υπεύθυνοι του προγράμματος DigiCare4You – Horizon 2020 και χρηματοδοτείται από την ΕΕ. Η ίδια ερευνητική ομάδα είχε κληθεί από τη διαΝΕΟσις να χαρτογραφήσει τις διαστάσεις του προβλήματος της παχυσαρκίας στη χώρα μας και να προτείνει λύσεις.
Εκείνη η έρευνα (Φεβρουάριος 2022) είχε καταλήξει σε ανησυχητικά συμπεράσματα: τα ποσοστά υπερβαρότητας και παχυσαρκίας ξεκινούν από το 21% στην προσχολική ηλικία και φτάνουν στο 41% στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού. Επιπλέον, φάνηκε πως τρεις από τις τέσσερις οικογένειες έχουν τουλάχιστον έναν υπέρβαρο ή παχύσαρκο γονέα και 1 στις 4 έχει και τους δύο.
Η ερευνητική ομάδα τότε έκανε ένα βήμα παραπέρα καταθέτοντας ένα σχέδιο δράσης για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και των συνοδών καρδιομεταβολικών νοσημάτων στην Ελλάδα. Η πρότασή τους είχε δύο άξονες, στοχεύοντας αφενός στον γενικό πληθυσμό μέσω δράσεων στα σχολεία και τους δήμους και αφετέρου σε οικογένειες υψηλού κινδύνου.
Πρόληψη
Το εν εξελίξει πιλοτικό πρόγραμμα έρχεται να υλοποιήσει τον δεύτερο αυτό άξονα, με τη χρήση της θεσμοθετημένης και υποχρεωτικής διαδικασίας συμπλήρωσης του ΑΔΥΜ και του εμπλουτισμού του με ένα σύντομο ερωτηματολόγιο για τους γονείς. Στο πλαίσιο αυτό, οι οικογένειες που διαπιστώνεται ότι όντως βρίσκονται σε κίνδυνο έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν σε ένα πρόγραμμα συμβουλευτικής και υποστήριξης για αλλαγή του τρόπου ζωής αλλά και περιοδικής παρακολούθησης των δεικτών υγείας τους μέσα από τις τοπικές δομές ΠΦΥ.
«Το συγκεκριμένο πρόγραμμα εστιάζει στους ενήλικους και συγκεκριμένα στην πρόληψη του διαβήτη και της υπέρτασης σε οικογένειες υψηλού κινδύνου» σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Ιωάννης Μανιός, καθηγητής στο Τμήμα Διαιτολογίας – Διατροφής της Σχολής Επιστημών Υγείας και Αγωγής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. Για να επιτευχθεί όμως αυτό, όπως ο ίδιος επισημαίνει, είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός που θα φέρνει τις ευπαθείς ομάδες σε επαφή με το σύστημα Υγείας.
Επειτα, η προσέγγιση αυτή οδηγεί στην πράξη σε μία ολιστική φροντίδα όλων μελών της οικογένειας. «Είναι σαφές πως οι συνήθειες των γονέων επηρεάζουν τα παιδιά, κληροδοτώντας τους αντίστοιχες συμπεριφορές, αντιλήψεις και πρότυπα. Προτρέποντας και καθοδηγώντας συνεπώς τους γονείς να υιοθετήσουν μία πιο υγιεινή στάση ζωής, μέσω της ισορροπημένης διατροφής αλλά και της φυσικής άσκησης, οι αλλαγές αυτές επιδρούν θετικά στην καθημερινότητα της οικογένειας» προσθέτει ο Ι. Μανιός. Και συμπληρώνει, πως η προστασία των παιδιών συχνά αποτελεί κίνητρο για τους γονείς.
Ψηφιακή εφαρμογή υγείας για κινητά τηλέφωνα
Οπως εξηγεί ο καθηγητής Ιωάννης Μανιός, για τη βελτιστοποίηση της αποτελεσματικότητας της παρέμβασης αλλά και για τη μείωση του αριθμού των επισκέψεων στα Κέντρα Υγείας, στους συμμετέχοντες δίνεται πρόσβαση σε μια ψηφιακή εφαρμογή υγείας για κινητά τηλέφωνα. Το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη κατάλληλων δεξιοτήτων που θα βοηθήσουν τις οικογένειες να αυτοδιαχειριστούν αποτελεσματικά την κατάσταση της υγείας τους (π.χ. παρακολούθηση της ποιότητας της διατροφής και σχεδιασμός γευμάτων, αύξηση της σωματικής δραστηριότητας, μείωση καθιστικού χρόνου κ.λπ.).
Μια, δε, σημαντική λεπτομέρεια, είναι πως η χρήση αυτών των ψηφιακών εργαλείων επιτρέπει και στους επαγγελματίες υγείας – εφόσον συναινέσουν οι συμμετέχοντες – να παρακολουθούν εξ αποστάσεως συγκεκριμένους δείκτες και συμπεριφορές υγείας των ασθενών τους, εστιάζοντας περισσότερο σε εκείνους που δυσκολεύονται να προσκολληθούν στους στόχους της παρέμβασης, αφιερώνοντάς τους περισσότερο χρόνο και υποστήριξη.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως το πρόγραμμα αυτό είναι σε απόλυτη συμφωνία με το εθνικό πρόγραμμα «Σπύρος Δοξιάδης», που έχει ανοίξει δυναμικά το (μέχρι πρότινος παραμελημένο στη χώρα μας) κεφάλαιο της πρόληψης. Ο Ι. Μανιός, υπό το πρίσμα αυτό, εισάγει μία ακόμη σημαντική παράμετρο, αυτή της αυτοφροντίδας. «Ο πολίτης να είναι δηλαδή υπεύθυνος για την υγεία του, υπό την προϋπόθεση ότι η πολιτεία τού παρέχει την απαραίτητη πληροφόρηση και εργαλεία αλλά και πρόσβαση σε πρωτοβάθμιες δομές υγείας. Η σύγχρονη αντίληψη της Δημόσιας Υγείας κινείται παγκοσμίως προς την κατεύθυνση αυτή. Σε παρεμβάσεις εντός της κοινότητας, έγκαιρα, με στόχο την προαγωγή της υγείας, μειώνοντας τον κίνδυνο των πολιτών να καταλήξουν στο νοσοκομείο».