Πιθανότατα δεν χρειάζεται να μας έχει συμβεί για να το φανταστούμε: Για μία γυναίκα που έρχεται αντιμέτωπη αρχικά με την υποψία και στη συνέχεια με τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού, το πρώτο αυτό διάστημα, το οποίο περιλαμβάνει και όλες τις εξετάσεις κατ’ αρχάς για την επιβεβαίωση της διάγνωσης και στη συνέχεια για τη σταδιοποίηση της νόσου, είναι πολύ αγχωτικό και ψυχοφθόρο. Η γυναίκα βρίσκεται μπροστά σε ένα ξαφνικό γεγονός που της προκαλεί σοκ και παράλληλα άγχος και φόβο για το πόσο σοβαρό είναι όλο αυτό που της συμβαίνει και ποια εξέλιξη θα έχει.
Αφού όμως περάσει αυτό το πρώτο διάστημα και η διάγνωση επιβεβαιωθεί και το θεραπευτικό πλάνο καθοριστεί και μπει το σχέδιο δράσης, τότε κατά κανόνα το αρχικό μούδιασμα από το σοκ της διάγνωσης περνάει και η ασθενής προχωρεί δυναμικά στη θεραπεία. Αν και η περίοδος της θεραπείας είναι κουραστική ή και εξαντλητική ακόμη σωματικά, η ασθενής νιώθει πως κάνει ό,τι περισσότερο μπορεί ώστε να αντιμετωπίσει και να ξεπεράσει το πρόβλημά της και έτσι παίρνει θάρρος και αισιοδοξία για το μέλλον.
Ειδικά αν στη θεραπεία περιλαμβάνεται και χειρουργείο, η ασθενής νιώθει ακόμη πιο ασφαλής καθώς αντιλαμβάνεται ότι με την εγχείρηση η κακοήθεια έχει αντιμετωπιστεί στο αρχικό στάδιο και ότι οι υπόλοιπες θεραπείες λειτουργούν κατά κάποιον τρόπο σε προληπτικό επίπεδο.
Πώς μπορεί να βοηθήσει το περιβάλλον
Είναι εύλογο ότι η υποστήριξη για μια γυναίκα που βιώνει ένα τέτοιο πρόβλημα υγείας είναι ευκταία και απαραίτητη.
Φυσικά οι κοντινοί της άνθρωποι είναι εκείνοι οι οποίοι πρώτοι θα την υποστηρίξουν, τόσο στα πρακτικά καθημερινά ζητήματα όσο και στα ψυχολογικά, κυρίως με το να είναι παρόντες και δεκτικοί και με το να αποφεύγουν να μειώνουν τους φόβους και τις ανασφάλειές της τονίζοντας συνεχώς ότι όλα θα πάνε καλά γιατί αυτό μπορεί να δημιουργεί πίεση και κατ’ επέκταση θυμό στην ασθενή.
Είναι επίσης πολύ σημαντικό η γυναίκα που νοσεί να καταφέρει να νιώθει ότι μπορεί να στηριχθεί και να εμπιστευτεί τους γιατρούς της εκτός από τους φίλους και τους συγγενείς της.
«Τι θα μου πει ο ψυχολόγος;»
Πρόκειται για μία απορία που δεν είναι απίθανο να ακούσουμε από μία ασθενή με καρκίνο του μαστού, και όχι μόνο.
Στην πραγματικότητα όμως δεν έχει σημασία τι θα πει ο ψυχολόγος αλλά τι θα πει η ασθενής σε εκείνον καθώς θα μοιραστεί όλες τις ανησυχίες, τα γιατί, την απογοήτευση, τον φόβο και τα συναισθήματα που ίσως δεν μπορεί να μοιραστεί με την οικογένειά της. Φυσικά δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια ανάγκη στήριξης, ούτε τον ίδιο τρόπο με τον οποίο θα την αναζητήσουν.
Γενικά πάντως, τόσο η επικοινωνία με έναν ειδικό ψυχική υγείας ή η συμμετοχή σε μία ομάδα υποστήριξης όσο και η φαρμακευτική αγωγή, αντικαταθλιπτικά, αγχολυτικά κ.λπ. (αν κριθεί απαραίτητη από έναν ψυχίατρο σε συνεργασία με τους θεράποντες γιατρούς), μπορούν πιθανώς να βοηθήσουν την ασθενή να διαχειριστεί το στρες της διάγνωσης, της θεραπείας, των αλλαγών στην εμφάνιση, του αβέβαιου μέλλοντος, των εξετάσεων κ.λπ. Aλλωστε όσο πιο ήρεμος είναι ένας ασθενής τόσο πιο δεκτικός, συνεργάσιμος και πιο υπεύθυνος είναι.
Μπορεί να βοηθήσει μία ομάδα;
Αυτό εξαρτάται από την προσωπικότητα του καθενός. Κάποιοι δυσφορούν και άλλοι τους αρέσει να ανήκουν σε γκρουπ και ομάδες.
Εχει πάντως βρεθεί από την έρευνα ότι οι ομάδες είναι βοηθητικές (είτε συλλόγων είτε ομαδικής ψυχοθεραπείας με κοινό αίτημα), αρκεί να υπάρχει ένας ειδικός ψυχικής υγείας που να τις συντονίζει και να φροντίζει για τη σωστή τους λειτουργία.
Σίγουρα όταν κάποιος παίρνει μέρος σε μία ομάδα βοηθιέται από το αίσθημα ότι ανήκει κάπου όπου μπορούν να τον καταλάβουν όχι μόνο «επιστημονικά» αλλά και βιωματικά. Από την άλλη πλευρά, διάφορες ομάδες στα κοινωνικά δίκτυα, όπου ο καθένας μπορεί να πει ό,τι θέλει χωρίς αρμοδιότητα και χωρίς ούτε καν το όνομά του συχνά, μπορεί να είναι ή να γίνουν κάποιες φορές επικίνδυνες αντί για βοηθητικές.
Πόσα πρέπει να αποκαλύψει η ασθενής στους γύρω της;
Η συζήτηση και η αποκάλυψη των όσων έχουν συμβεί και συμβαίνουν έχει να κάνει με την ανάγκη της ασθενούς και με το αν η ίδια θέλει να το συζητήσει. Αν υπάρχουν παιδιά, η πληροφορία θα πρέπει να μεταφέρεται όσο πιο ήπια γίνεται στα ανήλικα παιδιά (κυρίως κάτω των 10 ετών) και οπωσδήποτε φιλτραρισμένη ανάλογα με την ηλικία τους.
Σημαντικό είναι επίσης να υπάρξει η διαβεβαίωση στα παιδιά ότι η κατάσταση ενέχει πολλή αισιοδοξία, ότι οι ασθένειες αντιμετωπίζονται, ότι υπάρχουν καλές θεραπείες, έρευνα κ.λπ. Αν από την άλλη πλευρά, μία γυναίκα δεν θέλει να μιλήσει για την κατάστασή της, θα πρέπει αυτό να γίνει σεβαστό και να διατηρήσει το δικαίωμα να πει μόνο όσα θέλει και να τα συζητήσει όταν θα νιώθει έτοιμη.
Η επιστροφή στην καθημερινότητα
Η επιστροφή στην καθημερινότητα αποτελεί πρόκληση για την ασθενή με τον καρκίνο του μαστού όπως και για κάθε ασθενή που έχει βιώσει και πολεμήσει μία σοβαρή ασθένεια. Στην περίπτωση του καρκίνου του μαστού αλλάζει η ταυτότητα της γυναίκας και με το στρες των εξετάσεων που συνεχίζονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, ειδικά τα πρώτα 5 χρόνια, δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί το τραύμα.
Ετσι, ειδικά γι’ αυτά τα πρώτα χρόνια η πρώην ασθενής βρίσκεται σε μία διαδικασία πένθους επειδή έχει απολέσει την ανεμελιά του αισθήματος υγείας και μπορεί επίσης να βιώνει κατάθλιψη, φοβίες, μετατραυματικό στρες, ενώ πολλοί άνθρωποι βασανίζονται από τη σκέψη ότι αφού ένα άσχημο πράγμα συνέβη μία φορά τότε είναι βέβαιο ότι θα ξανασυμβεί.
Συνήθως για να μπορέσει ο/η πρώην ασθενής να αφήσει πίσω αυτή την αίσθηση χρειάζεται να περάσει αρκετός χρόνος, ίσως η πρώτη πενταετία.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που αναφέρουν μία εμπειρία που τους άλλαξε τη ζωή ανακαλύπτοντας τη σημασία της, το εφήμερο της ύπαρξης και την αξία τού να ζουν την κάθε στιγμή στο έπακρο. Αυτή η ψυχική ανάπτυξη διατηρείται συνήθως καλύτερα όταν συνδυαστεί και με ψυχοθεραπεία, διαφορετικά οι άνθρωποι τείνουμε – αφού περάσει ο πρώτος κίνδυνος – να επιστέφουμε σε αυτό που ξέρουμε και σε μία ζωή γεμάτη στρες, πίεση κ.λπ.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τη δρα Ναταλία Κουτρούλη, ψυχολόγο με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και στη Συμβουλευτική.