Με γοργούς ρυθμούς σχεδιάζεται η επόμενη εμβολιαστική εκστρατεία έναντι του κορωνοϊού αλλά και της εποχικής γρίπης, καθώς τα χρόνια της πανδημίας οι χειμώνες έχουν μετεξελιχθεί σε υγειονομικές προκλήσεις. Η παραλαβή των πρώτων 1 εκατ. δόσεων, ενισχυμένων με την παραλλαγή Ομικρον 1, στρώνει το χαλί για την επίσπευση του προγράμματος ανοσοποίησης, με έμφαση στις ευπαθείς ομάδες.
Εν τούτοις οι ισορροπίες που θα κρίνουν την επιτυχία του προγράμματος είναι πολύ λεπτές. Παράλληλα όμως, εφέτος γίνεται πιο επίκαιρο από ποτέ το ερώτημα εάν ο εμβολιασμός κατά της COVID θα έχει ετήσια διάρκεια ή εάν τους επόμενους μήνες τα επιδημιολογικά δεδομένα θα ανατραπούν εξωθώντας τους ειδικούς να δώσουν το «πράσινο φως» για την 6η κατά σειρά δόση.
Το κυνήγι των… δόσεων
Αρκετοί επιστήμονες επισημαίνουν τους κινδύνους που εγκυμονεί το… κυνήγι για ακόμη πιο επικαιροποιημένα εμβόλια, καθώς μοιραία μία μερίδα πολιτών πιθανόν να αναβάλλει το επόμενο ραντεβού έως τα τέλη του έτους, όταν αναμένεται να τροφοδοτηθεί (και) η χώρα μας με εκείνα τα εμβόλια που θα περιέχουν τα υποστελέχη της Ομικρον, BA.4 και ΒΑ.5 – εφόσον λάβουν έγκριση.
Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας Ευάγγελος Μανωλόπουλος σχολιάζει πως συζήτηση περί επικαιροποιημένων και… ακόμη πιο επικαιροποιημένων εμβολίων στην πράξη υπονομεύει τις προοπτικές για ταχύ εμβολιασμό εν όψει του χειμώνα.
«Εχουμε μπει σε έναν διάλογο που κινείται εκτός στόχου. Εχει λίγη σημασία εάν το εμβόλιο περιλαμβάνει την Ομικρον 1 ή τα υποστελέχη ΒΑ.4 και ΒΑ.5. Και αυτό γιατί είναι λίγο πιο βελτιωμένα, αλλά ουσιαστικά πρόκειται για τα ίδια εμβόλια που είχαμε και στην πρώτη περίοδο της εκστρατείας. Συνεπώς, το μήνυμα που πρέπει να περάσει στην κοινωνία είναι πως ήρθε η ώρα του εμβολιασμού» υπογραμμίζει ο ίδιος, μιλώντας στο «Βήμα».
Και διευκρινίζει πως τα οφέλη των νέων εμβολίων θα διαπιστωθούν το ερχόμενο διάστημα. «Αυτό που ελπίζουμε είναι να μειωθεί η μεταδοτικότητα των νέων υποπαραλλαγών. Σε ό,τι όμως αφορά την αποτελεσματικότητά τους από σοβαρή νόσηση, δεν περιμένουμε καμία αλλαγή. Αρα σημασία έχει κανείς να ενισχύσει την ανοσία του, καθώς είναι αποδεδειγμένο πως αυτή φθίνει με την πάροδο των μηνών. Ομως με ποιο εμβόλιο θα επιτευχθεί αυτό, είναι ήσσονος σημασίας».
Το πρόγραμμα του φθινοπώρου
Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος μετράει αντίστροφα έως τις αυριανές επίσημες ανακοινώσεις, διά στόματος της προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών. Οι αποφάσεις εν τούτοις είναι ήδη ειλημμένες, με τους ειδικούς να εστιάζουν για ακόμη μία φορά στις ιδιαίτερες ανάγκες των ευπαθών ομάδων.
Στο πλαίσιο αυτό, αύριο θα «κλειδώσει» η ημερομηνία έναρξης των εμβολιασμών έναντι του πανδημικού ιού ενώ ανοιχτό είναι το ενδεχόμενο το επόμενο διάστημα να ενεργοποιηθεί το «plan b» του υπουργείου Υγείας για εμβολιασμούς και στα φαρμακεία της γειτονιάς.
Αλλωστε εφέτος ο εμβολιασμός έναντι της COVID θα είναι προαιρετικός, καθώς έχει παρέλθει η πανδημική περίοδος που ισοδυναμούσε με έκτακτη υγειονομική ανάγκη ενώ ένα ακόμη ζητούμενο στην πολύπλοκη εξίσωση είναι εάν το δρομολογούμενο πρόγραμμα σηματοδοτεί την είσοδο στην επόμενη φάση, όπου ο εμβολιασμός θα είναι ετήσιος, όπως ισχύει με τη γρίπη.
Η απάντηση δεν είναι ακόμη δεδομένη, όμως σύμφωνα με τον καθηγητή και μέλος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Γιώργο Χρούσο πιθανόν να πλησιάζουμε σε αυτό το κομβικό στάδιο. «Πιστεύω ότι θα προσαρμόζεται το ετήσιο εμβόλιο με βάση τα στελέχη που κυκλοφορούν. Ομως για εφέτος δεν είμαστε σίγουροι. Μπορεί να μη χρειαστεί ή να μην προκύψει ανάγκη για έκτη δόση του χρόνου το φθινόπωρο γιατί θα έχει εξαφανιστεί η νόσος» τονίζει, αριθμώντας όλα τα πιθανά σενάρια. Και προσθέτει με νόημα πως «οι περισσότεροι πιστεύουν πάντως πως η νόσος θα είναι ενδημική» και συνεπακόλουθα η επικρατέστερη υπόθεση είναι πως (εφεξής ή τα επόμενα χρόνια) ο εμβολιασμός θα είναι ετήσιος.
Νωρίτερα εφέτος η αντιγριπική εμβολιαστική εκστρατεία
Στη λίστα με τους παράγοντες «χ» συμπεριλαμβάνεται και η (συν)κυκλοφορία της εποχικής γρίπης στην κοινότητα, επιδεικνύοντας ήδη από τον Αύγουστο δυναμικές τάσεις επιστροφής. Είναι ενδεικτικό ότι το Βρετανικό Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) σε ανακοίνωσή του από τις 25 Αυγούστου προειδοποιεί πως οι πολίτες «είναι πιθανόν να νοσήσουν από γρίπη αυτόν τον χειμώνα, καθώς λιγότεροι άνθρωποι θα έχουν δημιουργήσει φυσική ανοσία κατά τη διάρκεια της πανδημίας».
Και προσθέτει: «Εάν κολλήσετε γρίπη και COVID-19 ταυτόχρονα, η έρευνα δείχνει ότι έχετε περισσότερες πιθανότητες να αρρωστήσετε σοβαρά. Ο εμβολιασμός κατά της γρίπης και της COVID-19 θα παρέχει προστασία σε εσάς και στους γύρω σας και για τις δύο αυτές σοβαρές ασθένειες». Εν τω μεταξύ, το θέμα απασχόλησε έντονα τους επιστήμονες που συμμετείχαν στο συνέδριο που διοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Πνευμονολογική Εταιρεία στη Βαρκελώνη και ολοκληρώθηκε χθες, συζητώντας μάλιστα το ενδεχόμενο η έναρξη της αντιγριπικής εμβολιαστικής εκστρατείας να ξεκινήσει εφέτος νωρίτερα.
Πίσω στη χώρα μας, τα φαρμακεία εφοδιάζονται κατά κανόνα τις πρώτες παρτίδες αντιγριπικών εμβολίων στα τέλη του Σεπτέμβρη ενώ πέρυσι στις αρχές Οκτωβρίου ξεκίνησε η ηλεκτρονική συνταγογράφησή τους στις ομάδες πληθυσμού για τις οποίες συνιστάται ο εμβολιασμός. Η κατάσταση όμως γίνεται ακόμη πιο πολύπλοκη, καθώς είναι συχνό το φαινόμενο οι πολίτες να καθυστερούν παραδοσιακά να σηκώσουν το… μανίκι τους, ώστε το ανοσοποιητικό τους να είναι οχυρωμένο στην «καρδιά» του χειμώνα. Και αυτό διότι συνήθως η δραστηριότητα της γρίπης αρχίζει να αυξάνει κατά τον μήνα Ιανουάριο και κορυφώνεται κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο.
«Η διάρκεια της ανοσίας που παρέχουν τα εμβόλια της γρίπης δεν είναι μεγάλη – προστατεύουν για περίπου 4 με 5 μήνες, ίσως και λιγότερο. Εάν όμως τα επιδημιολογικά δεδομένα μαρτυρούν πως η γρίπη κυκλοφορεί στην κοινότητα την τρέχουσα περίοδο δεν θα υπάρχει το περιθώριο καθυστέρησης. Ιδίως δε, εάν συνυπολογίσει κανείς πως μία ταυτόχρονη νόσηση από κοροναϊό και γρίπη μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική για τα ευάλωτα άτομα» τονίζει ο κ. Μανωλόπουλος. Αλλωστε, σύμφωνα με τον ίδιο υπάρχουν… εφεδρείες: «Εάν τον Απρίλιο αποδειχθεί πως η κατάσταση παραμένει δύσκολη, τότε μπορεί να αναθεωρηθούν οι οδηγίες, δίνοντας για παράδειγμα τη δυνατότητα δεύτερης δόσης σε όσους τη χρειάζονται».
Έντυπη έκδοση «ΤΟ ΒΗΜΑ»