Την γνωρίζουμε από το έντονο ροχαλητό που προκαλεί, καθώς μπλοκάρει ο αεραγωγός και η προσπάθεια της αναπνοής γίνεται εντονότερη. Ο θόρυβος πολλές φορές ξυπνά αυτόν που ροχαλίζει προκειμένου να μπορέσει να πάρει ανάσα. Όμως αυτές οι διακοπές της αναπνοής, εμποδίζουν το οξυγόνο να φτάσει στον εγκέφαλο, ενώ διακόπτεται και η συνέχεια του ύπνου και μάλιστα στα στάδια της βαθειάς χαλάρωσης που χρειάζεται ο οργανισμός για να ξεκουραστεί.
Τώρα οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι η άπνοια ύπνου, προκαλεί ταυτόχρονα, σοβαρά επεισόδια οξειδωτικού στρες, συστηματικής φλεγμονής και αιμοδυναμικές διακυμάνσεις, ενώ παράλληλα κάνει το συμπαθητικό σύστημα να υπερλειτουργεί και τον μεταβολισμό να μειώνεται.
Η άπνοια ύπνου μπορεί να προκαλέσει ακόμα και άνοια
Όλα αυτά οδηγούν σε υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας, κατάθλιψη, γνωστική εξασθένηση και τελικά σε άνοια.
Όπως διαπίστωσαν επιστήμονες από το Ινστιτούτο Γονιδιακών Μελετών του Πανεπιστημίου της Κορέας Ανσάν, το Πνευμονολογικό τμήμα Εντατικής Θεραπείας και Διαταραχών Ύπνου του Ιατρικού Κέντρου Beth Israel Deaconess της Βοστώνης, το αντίστοιχο τμήμα του Πανεπιστημίου Ανσάν της Κορέας και του τμήματος Νευρολογίας του Ιατρικού Κέντρου Uijeongbu Eulji της Κορέας, η υπνική άπνοια συνδέεται με γνωστικές διαταραχές και επιπτώσεις στην λευκή ουσία του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα την άνοια.
Σε μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA, η διαταραχή της λειτουργίας του ύπνου αποτελεί τη βάση για τις γνωστικές επιπτώσεις της υπνικής άπνοιας, καθώς δημιουργώντας προβλήματα στα αργά κύματα κατά τον βαθύ ύπνο, όπως επίσης και στη ροή του γλυφικού συστήματος που είναι υπεύθυνο για τον καθαρισμό του εγκεφάλου από τοξίνες, όπως γίνεται από το λεφικό σύστημα στο υπόλοιπο σώμα.
Επίσης παρατηρείται άμεσος τραυματισμός του νευρικού ιστού, γεγονός που συμβάλει στην γνωστική έκπτωση, καθώς μειώνεται η φαιά ουσία σε όγκο ή πάχος, ενώ αλλοιώνεται και η ακεραιότητα της λευκής ουσίας.
Παρόλα αυτά, τα ευρήματα δεν είναι πάντα τα ίδια. Έχει αναφερθεί μέχρι και περιφερειακή υπερτροφία της φαιάς ουσίας.
Αντίθετα ευρήματα μπορούν να ερμηνευτούν ανάλογα με τη σοβαρότητα, τη διάρκεια και την ετερογένεια μεταξύ των περιστατικών υπνικής άπνοιας και την οξεία απάντηση του οργανισμού με οίδημα, αντιδραστική γλοίωση, μειωμένη διάχυση σε αντιπαραβολή με χρόνια βλάβη των νευρώνων που συνίσταται σε απώλεια νευρώνων, αξονική εκφύλιση, αυξημένη διάχυση κλπ.
Για τη μελέτη τους, οι επιστήμονες πραγματοποίησαν μελέτες ύπνου και νευροψυχολογική αξιολόγηση 1110 ατόμων μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας σε 2 χρονικά σημεία με διαφορά 4 ετών για να διερευνήσουν τη συσχέτιση της υπνικής άπνοιας με τις επιπτώσεις της στη λευκή ουσία και τη γνωστική λειτουργία του εγκεφάλου τους.
Περιστασιακή και επίμονη άπνοια συσχετίστηκαν με εντεινόμενη προσοχή, οπτική επεξεργασία και μείωση της οπτικής μνήμης, η οποία συσχετίστηκε με αλλαγές στην λευκή ουσία. Οι αλλαγές που παρατηρήθηκαν επηρεάζονταν τόσο από την ηλικία όσο και το φύλο των συμμετεχόντων, οι οποίοι χωρίστηκαν σε ομάδες άνω και κάτω των 60 ετών και κατά φύλο.
Στη συγκεκριμένη μελέτη πραγματοποιήθηκε πολυυπνογραφία και γνωστική αξιολόγηση σε δύο φάσεις, της αρχικής τα έτη 2011-2014 και της παρακολούθησης 4 ετών από το 2015-2018.
Από τους 1110 συμμετέχοντες οι 458 δεν είχαν υπνική άπνοια, 72 είχαν υπνική άπνοια υπό θεραπεία, 163 είχαν περιστασιακή υπνική άπνοια και 417 είχαν επίμονη υπνική άπνοια.
Η περιστασιακή υπνική άπνοια συσχετίστηκε με αλλοιωμένη λευκή ουσία και με συνακόλουθες αλλαγές στη διαρκή προσοχή σε σύγκριση με όσους δεν είχαν υπνική άπνοια.
Οι συμμετέχοντες με υπνική άπνοια υπό θεραπεία εμφάνισαν βελτιωμένη οπτική ανάκληση όταν επανεξετάστηκαν.
Μόνο στην ηλικιωμένη ομάδα (άνω των 60 ετών), η επίμονη υπνική άπνοια συσχετίστηκε με αλλοίωση της λευκής ουσίας και της γνωστικής ικανότητας όπως φάνηκε στο τεστ οπτικής ανάκλησης και αναγνώρισης.
Σε ότι αφορά τα δύο φύλα, η υπνική άπνοια είχε μεγαλύτερη επίδραση στη λευκή ουσία των ανδρών, ενώ στις γυναίκες είχε επιπτώσεις στη γνωστική τους λειτουργία.
Πηγή: In.gr