Η νούμερο 1 συνήθεια που έχουμε οι περισσότεροι άνθρωποι όταν προσπαθούμε να χάσουμε βάρος είναι να ελέγχουμε την πρόοδό μας με τη βοήθεια της ζυγαριάς. Ωστόσο, όταν ζυγιζόμαστε σε καθημερινή βάση, παρατηρούμε ότι ο αριθμός που αναγράφεται στη ζυγαριά μας αλλάζει σημαντικά από μέρα σε μέρα. Και ενώ ορισμένες φορές μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι κρύβεται πίσω από αυτή τη μεταβολή, π.χ. η πίτσα που φάγαμε το προηγούμενο βράδυ, κάποιες άλλες ευθύνονται παράγοντες που μπορεί να μην είχαμε υπόψη.
Πότε να ανεβαίνουμε στη ζυγαριά;
Καλό είναι να ζυγιζόμαστε κάθε φορά την ίδια περίπου ώρα, ιδανικά το πρωί, πριν φάμε πρωινό και αφού πάμε στην τουαλέτα, καθώς έτσι ελαχιστοποιείται η επίδραση του φαγητού και των υγρών στο μετρούμενο βάρος. Αντίθετα, το βράδυ η μέτρηση επηρεάζεται από τα φαγητά και τα ποτά που έχουμε καταναλώσει μέσα στην ημέρα, αλλά και από τις απώλειες (π.χ. μέσω της άσκησης), οπότε το βάρος παρουσιάζεται αυξημένο κατά 0,5-1 κιλό.
Μη ζυγίζεστε μετά την προπόνησή σας. Ο οργανισμός σας έχει αποβάλει πολλά υγρά μέσω ιδρώτα και έχει αφυδατωθεί, με αποτέλεσμα να ζυγίζετε λιγότερα κιλά από όσα είστε πράγματι.
Με τα ρούχα ή χωρίς
Η ένδειξη της ζυγαριάς επηρεάζεται αν ανέβουμε πάνω με ρούχα και παπούτσια. Συνήθως το βάρος των ρούχων κυμαίνεται από μισό ως ένα κιλό, ενώ ένα ζευγάρι παπούτσια μπορεί να αυξήσουν το βάρος ακόμα κατά ενάμισι κιλό. Για να μην κάνουμε, λοιπόν, υπολογισμούς με αμφίβολα αποτελέσματα, το καλύτερο είναι να ζυγιζόμαστε κάθε φορά ξυπόλυτοι, φορώντας μόνο τα εσώρουχά μας ή ελαφριές πιτζάμες.
Πάντα να ελέγχετε ότι η ζυγαριά σας ακουμπάει στο πάτωμα γιατί διαφορετικά μπορεί να εκπλαγείτε από τα αναγραφόμενα κιλά, τα οποία δεν θα αντιστοιχούν στο πραγματικό σας βάρος.
Πόσες φορές να ζυγιζόμαστε;
Το βάρος μας μπορεί να αλλάξει ακόμη και κατά τη διάρκεια της ημέρας. Για παράδειγμα αν πιούμε ένα ποτήρι νερό και ανέβουμε στη ζυγαριά αμέσως μετά, θα ζυγίζουμε 200-300 γρ. περισσότερο. Αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει, όμως, είναι το κατά πόσο χάσαμε λίπος. Για να το δούμε αυτό, πρέπει να ζυγιζόμαστε μία φορά την εβδομάδα (και όχι συχνότερα), ώστε να υπάρχει χρόνος για την κινητοποίηση των αποθεμάτων λίπους.
Είναι πιο αξιόπιστη η ένδειξη της ζυγαριάς ή το νούμερο των ρούχων;
Συνήθως μεγαλώνοντας παίρνουμε βάρος, επειδή μειώνεται ελαφρά ο βασικός μας μεταβολισμός, αυξάνεται η πρόσληψη τροφής και μειώνεται η άσκηση. Γι’ αυτό και καλό είναι να παρακολουθούμε πιθανές αλλαγές στο σώμα μας, τόσο με τη βοήθεια της ζυγαριάς όσο και με το νούμερο στα ρούχα. Στα πλεονεκτήματα της ζυγαριάς συγκαταλέγεται το γεγονός ότι καταγράφει το βάρος με μεγαλύτερη αξιοπιστία από ό,τι το νούμερο στα ρούχα. Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν μπορεί να διακρίνει τις αλλαγές στη μυϊκή μάζα. Τι σημαίνει αυτό;
Στην περίπτωση που κάνουμε εντατική άσκηση, το πρώτο διάστημα της δίαιτας ίσως παρατηρήσουμε μια αύξηση του βάρους μας στη ζυγαριά, ενώ οι πόντοι μας μειώνονται και υπάρχει ορατή αλλαγή στην εφαρμογή των ρούχων. Κατά συνέπεια, άτομα με σταθερές συνήθειες άσκησης μπορούν να εμπιστευτούν τη ζυγαριά, ενώ άνθρωποι που άλλαξαν σημαντικά τα επίπεδα άσκησης, πρέπει να συμβουλεύονται παράλληλα και το νούμερο στα ρούχα τους.
Επηρεάζεται το βάρος μας στην περίοδο;
Οι ορμονικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα κατά την έμμηνο ρύση συχνά δημιουργούν κατακράτηση υγρών και εμφανίζονται ως πλασματική αύξηση βάρους. Το αυξημένο, δηλαδή, βάρος που αναγράφεται στη ζυγαριά δεν αντιστοιχεί σε λίπος, αλλά σε υγρά. Πρόκειται για οίδημα που σύντομα θα φύγει, οπότε δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Για να περιορίσουμε, όμως, την κατακράτηση υγρών, καλό είναι να καταναλώνουμε λιγότερο μαγειρικό αλάτι, καθώς και τροφές πλούσιες σε αλάτι (π.χ. τυριά, ελιές, πατατάκια).