Η βαριά Covid-19 συνδέεται με αύξηση του κινδύνου για μακρόχρονα ψυχικά προβλήματα έως και 16 μήνες μετά τη νόσο, δείχνει νέα διεθνής έρευνα. Είναι η πρώτη που μελετά σε τόσο βάθος χρόνου τις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία ασθενών που είχαν μείνει στο κρεβάτι τουλάχιστον από μία εβδομάδα λόγω σοβαρών συμπτωμάτων.
Η ανάλυση έδειξε ότι τα περισσότερα ψυχικά συμπτώματα υποχωρούν εντός δύο μηνών μετά τη διάγνωση της νόσου, όμως οι ασθενείς που πέρασαν πιο βαριά την Covid-19, ακόμη κι αν δεν χρειάστηκε να νοσηλευθούν, είναι πιθανότερο, σε σχέση με όσους δεν έμειναν καθόλου στο κρεβάτι, να εμφανίζουν κατάθλιψη, στρες και αϋπνία για μήνες μετά την ανάρρωση από τη λοίμωξη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Ουνούρ Άνα Βαλντιμαρσντοτίρ του Πανεπιστημίου της Ισλανδίας, δημοσιεύουν στο Lancet Public Health ανάλυση στοιχείων για έξι χώρες (Βρετανία, Σουηδία, Δανία, Νορβηγία, Ισλανδία και Εσθονία), εξετάζοντας συνολικά 247.249 άτομα, από τα οποία τα 9.979 (ποσοστό 4%) είχαν διαγνωστεί με Covid-19 το 2020 ή το 2021.
Οι πρώην ασθενείς παρουσίαζαν υψηλότερα ποσοστό κατάθλιψης και αϋπνίας (20,2% και 29,4%) σε σχέση με όσους δεν είχαν διαγνωστεί ποτέ με κορωνοϊό (11,3% και 23,8% αντίστοιχα). Η μελέτη εντοπίζει σαφή συσχέτιση ανάμεσα στο πόσο καιρό είχε μείνει στο κρεβάτι ένας ασθενής με Covid-19 και στο πόσο καιρό μετά εμφάνιζε ακόμη κατάθλιψη ή αϋπνία. Έπειτα από 16 μήνες, όσοι είχαν μείνει στο κρεβάτι για περισσότερες από επτά ημέρες συνέχιζαν να εμφανίζουν 50 έως 60% μεγαλύτερη πιθανότητα κατάθλιψης και άγχους σε σύγκριση με όσους που δεν είχαν ποτέ αρρωστήσει με Covid-19.
Από την άλλη πλευρά, όσοι αρρώστησαν ήπια από την Covid-19 έχουν μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης ψυχικών διαταραχών, όπως κατάθλιψης και άγχους, σε σχέση με εκείνους που ποτέ δεν διαγνώστηκαν με κορονοϊό. Μία εξήγηση των ερευνητών γι’ αυτό είναι ότι η επιστροφή στην κανονική ζωή έφερε ανακούφιση στους πρώτους, ενώ όσοι ποτέ δεν μολύνθηκαν από κορονοϊό συνέχισαν να έχουν άγχος μήπως αρρωστήσουν εξαιτίας του.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ