Η βουλωμένη μύτη μάς εμποδίζει να κοιμηθούμε καλά, να αναπνεύσουμε με ευκολία, ακόμα και να σκεφθούμε, να δουλέψουμε ή να απολαύσουμε το φαγητό μας. Το να τρέχει η μύτη μας ή να είμαστε μπουκωμένοι δεν θα μας σκοτώσει, θα επηρεάσει όμως την ποιότητα της ζωής μας και θα μας κάνει να ψάξουμε να βρούμε οπωσδήποτε έναν τρόπο να αντιμετωπίσουμε το τόσο ενοχλητικό αυτό σύμπτωμα.
Πώς θα τα καταφέρουμε; Αν – με τη βοήθεια των ειδικών – βρούμε ποια είναι η αιτία πίσω από τη ρινίτιδα που μας ταλαιπωρεί και προσπαθήσουμε να την αντιμετωπίσουμε κατάλληλα.
Οταν το συνάχι μάς επισκέπτεται την άνοιξη
Το πιο πιθανό είναι πίσω από αυτή τη ρινίτιδα να κρύβεται μια εποχική αλλεργία που σχετίζεται με την ανθοφορία των φυτών και τη γύρη που κυκλοφορεί στην ατμόσφαιρα εξαιτίας της.
Πώς θα την υποψιαστούμε: Εκτός από την έντονη και συνεχή καταρροή, ειδικά όταν είμαστε κοντά σε μέρη με πολλά φυτά, το συνάχι είναι πολύ πιθανό να συνοδεύεται από φταρνίσματα και μάτια που είναι κόκκινα, προκαλούν φαγούρα και τρέχουν.
Τι θα μας πει ο γιατρός μας: Ο γιατρός θα μας ρωτήσει πότε και υπό ποιες συνθήκες εμφανίζεται η πιθανώς αλλεργική ρινίτιδα και θα μας κάνει ειδικά τεστ (δερματικά ή / και αιματολογικά). Στη συνέχεια – εφόσον επιβεβαιωθεί η αλλεργία – θα χρειαστεί να πάρουμε αντισταμινικά φάρμακα και / ή στεροειδή σπρέι που εφαρμόζονται τοπικά στη μύτη.
Οταν η μύτη είναι συνεχώς «μπουκωμένη»
Και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να πρόκειται για κάποια αλλεργία, που είναι όμως χρόνια, γιατί οφείλεται σε κάποιο αλλεργιογόνο με το οποίο ερχόμαστε σε συχνή / καθημερινή επαφή, π.χ. η σκόνη, το τρίχωμα της γάτας ή του σκύλου κ.ά.
Πώς θα την υποψιαστούμε: Πρόκειται για μια πολύ ενοχλητική κατάσταση όπου έχουμε μόνιμα κλειστή / μπουκωμένη μύτη και η αναπνοή μας εμποδίζεται.
Τι θα μας πει ο γιατρός μας: Και σε αυτή την περίπτωση χρειάζονται ειδικά τεστ αλλεργίας (δερματικά ή / και αιματολογικά) ώστε να γίνει η διάγνωση. Η θεραπεία βασίζεται και πάλι σε αντισταμινικά φάρμακα και / ή στεροειδή σπρέι.
Αν τα συμπτώματα δεν υποχωρούν και η κατάσταση δεν βελτιώνεται παρά τα φάρμακα, ο γιατρός μπορεί να μας συστήσει και την ειδική διαδικασία της απευαισθητοποίησης.
Οταν εκτός από το συνάχι έχουμε βήχα, πονόλαιμο και κόπωση
Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για μια ίωση – κοινό κρυολόγημα, το οποίο θα περάσει ύστερα από λίγες ημέρες, αφού κάνει τον κύκλο του (αν τα συμπτώματα είναι πολύ έντονα και διαρκούν περισσότερο, η ίωση θα μπορούσε να είναι και κάτι πιο σοβαρό, όπως κορωνοϊός ή γρίπη).
Πώς θα την υποψιαστούμε: Μαζί με την καταρροή συνυπάρχουν συνήθως μπούκωμα, πονόλαιμος, βήχας, γενική κόπωση, πυρετός κ.ά.
Τι θα μας πει ο γιατρός μας: Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να πάρουμε αντιβίωση αν δεν μας πει ο γιατρός μας ότι τη χρειαζόμαστε.
Οσον αφορά τη ρινίτιδα, θα μας βοηθήσουν οι πλύσεις της μύτης με φυσιολογικό ορό, κάποιο αποσυμφορητικό (το οποίο δρα κάνοντας αγγειοσύσπαση) για λίγες ημέρες, ζεστά, σούπες, καραμέλες για τον λαιμό και παυσίπονα όταν έχουμε πυρετό, πονόλαιμο ή πονοκέφαλο.
Οταν το συνάχι συνοδεύεται από πόνο ή βάρος στο πρόσωπο
Πιθανώς να υπάρχει κάποιο μικρόβιο, είτε επειδή επρόκειτο για μια ιογενή ρινίτιδα που επιμολύνθηκε είτε για μια ρινίτιδα που ξεκίνησε λόγω κάποιου μικροβίου και που έχει ίσως απειλήσει και τους παραρρίνιους κόλπους προκαλώντας κάποια φλεγμονή στην περιοχή (π.χ. ιγμορίτιδα).
Πώς θα την υποψιαστούμε: Οι εκκρίσεις της μύτης θα είναι κίτρινες ή πράσινες. Πιθανώς θα συνυπάρχει πόνος και αίσθημα βάρους στο πρόσωπο – ειδικά όταν σκύβουμε –, ακόμα και πυρετός (αν υπάρχει κάποια φλεγμονή στην περιοχή, π.χ. ιγμορίτιδα).
Αν και οι ρινοπαραρρινοκολπίτιδες (π.χ. ιγμορίτιδα) στο 40% των περιπτώσεων γίνονται καλά χωρίς κάποια ειδική θεραπεία, θα πρέπει, αν δεν αμβλύνονται τα συμπτώματα (ύστερα από τέσσερις-πέντε ημέρες), να δούμε έναν γιατρό ο οποίος είναι πολύ πιθανό να μας χορηγήσει αντιβίωση.
Τι θα μας πει ο γιατρός μας: Θα μας εξετάσει ενδελεχώς (ιδιαίτερη σημασία έχει η ενδοσκόπηση της μύτης) για να διερευνηθεί το αν υπάρχει κάποια οξεία παραρρινοκολπίτιδα.
Οταν νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε αλλά δεν πρόκειται για αλλεργία
Τότε είναι πιθανό να πρόκειται για μια χρόνια μη αλλεργική ηωσινοφιλική ρινίτιδα, που δεν οφείλεται σε εξωγενείς αλλά σε ενδογενείς παράγοντες του οργανισμού.
Πώς θα την υποψιαστούμε: Το κυριότερο σύμπτωμά της είναι η απόφραξη της μύτης.
Τι θα μας πει ο γιατρός μας: Επειδή είναι δύσκολο να διαχωριστεί από την αλλεργική ρινίτιδα, χρειάζεται να γίνει κυτταρολογική εξέταση του ρινικού εκκρίματος για την ανίχνευση ηωσινοφίλων. Η θεραπεία έγκειται στο να βάζουμε στεροειδή σπρέι στη μύτη.
Αν εν τω μεταξύ έχουν δημιουργηθεί πολύποδες – μια συχνή επιπλοκή της εν λόγω ρινίτιδας –, ίσως χρειαστεί να αφαιρεθούν χειρουργικά.
Οταν η ρινίτιδα «ξυπνάει» με τις αλλαγές της θερμοκρασίας, το στρες και τις μυρωδιές
Σε αυτή την περίπτωση είναι πολύ πιθανό να πρόκειται για αγγειοκινητική ρινίτιδα.
Πώς θα την υποψιαστούμε: Το κυριότερο σύμπτωμα είναι η καταρροή που προκύπτει σε συγκεκριμένες συνθήκες και κατά συνέπεια το μπούκωμα.
Είναι πιθανό να πάσχουμε από αυτόν τον τύπο ρινίτιδας αν η καταρροή εμφανίζεται όταν υπάρχουν ξαφνικές αλλαγές στη θερμοκρασία, βρισκόμαστε σε κατάσταση στρες, κούρασης, στεναχώριας, ερχόμαστε σε επαφή με μυρωδιές και χημικά ή καταναλώνουμε αλκοόλ.
Τι θα μας πει ο γιατρός μας: Η ρινίτιδα αυτή οφείλεται σε μια ανωμαλία της ρύθμισης του αυτόνομου συστήματος στη μύτη και αντιμετωπίζεται συμπτωματικά. Οταν η καταρροή είναι έντονη, ο γιατρός θα μας συστήσει στεροειδή ή αντιχολινεργικά σπρέι (δρουν στο παρασυμπαθητικό).
Οταν φταίει το επάγγελμά μας
Οταν δουλεύουμε σε χώρους που έχουν καπνό, χημικά, έντονες μυρωδιές, είναι πιθανό να προκληθεί μια ρινίτιδα.
Τι θα μας πει ο γιατρός μας: Να προσπαθήσουμε να προλάβουμε το πρόβλημα. Εφόσον δεν μπορούμε να αποφύγουμε τις εν λόγω συνθήκες, χρειάζεται να φροντίσουμε για τον καλό εξαερισμό του χώρου.
Πολύ βοηθητικό θα είναι επίσης και το να φοράμε μάσκα. Αν κατά την εξέταση ο γιατρός μας διαπιστώσει ότι έχει προκληθεί καταστροφή του βλεννογόνου, θα μας συστήσει πλύσεις με φυσιολογικό ορό και στεροειδή σπρέι ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση.
Οταν φταίνε τα πολλά αποσυμφορητικά σπρέι
Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να προκληθεί μια φαρμακευτική ρινίτιδα.
Τι θα μας πει ο γιατρός μας: Τα αποσυμφορητικά σπρέι, που προκαλούν αγγειοσύσπαση, αν χρησιμοποιούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα στο βλεννογόνο της μύτης, προκαλώντας εφελκίδες και απόφραξη.
Οταν μας προκύψει μια τέτοια φαρμακευτική ρινίτιδα, χρειάζεται κατ’ αρχάς να διακόψουμε άμεσα τη χρήση των εν λόγω σπρέι και να γίνεται καλή ενυδάτωση της μύτης κυρίως με πλύσεις αλλά και με την εφαρμογή τοπικών λιπαντικών αλοιφών, που παρασκευάζονται στο φαρμακείο.
Οταν φταίει η εγκυμοσύνη
Υπάρχει ένας τύπος ρινίτιδας που απασχολεί τις μέλλουσες μητέρες στο 2ο και στο 3ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης και οφείλεται στην αύξηση των οιστρογόνων και στην κατακράτηση υγρών που προκύπτει αυτή την περίοδο.
Η ρινίτιδα αυτή, που παρουσιάζει έντονο μπούκωμα, μπορεί να αντιμετωπιστεί με ρινικές πλύσεις με φυσιολογικό ορό και με την τοπική χρήση στεροειδών σπρέι – με τη σύμφωνη γνώμη του γυναικολόγου –, ενώ τα αποσυμφορητικά σπρέι απαγορεύονται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Πρέπει να πάμε στον ωτορινολαρυγγολόγο όταν έχουμε ρινίτιδα;
Οι ρινίτιδες πρέπει να αντιμετωπίζονται επειδή μπορεί – όταν είναι χρόνιες ή βακτηριακές – να προκαλέσουν επιπλοκές (π.χ. πολύποδες στη μύτη, ωτίτιδες, παραρρινοκολπίτιδες, υπερτροφία των ρινικών κογχών, αλλεργικό άσθμα κ.ά.), να επηρεάζουν την ποιότητα ζωής (π.χ. τον ύπνο) και να εμποδίζουν τη ρινική αναπνοή, η οποία είναι πολύ σημαντική, επειδή ο αέρας περνώντας από τη μύτη φιλτράρεται, θερμαίνεται και υγραίνεται.
Αν το μπούκωμα επιμένει παρά τη φαρμακευτική αγωγή και διαγνωστεί υπερτροφία των κάτω ρινικών κογχών, θα χρειαστεί πιθανώς να επέμβει ο χειρουργός – ωτορινολαρυγγολόγος με καυτηριασμό ή μερική αφαίρεσή τους ώστε να μειωθεί ο όγκος τους και να βελτιωθεί η κατάσταση.
Προσοχή
Αν παρατηρήσουμε ότι από το ένα ρουθούνι της μύτης μας τρέχει άφθονο καθαρό υγρό – σαν νερό –, θα πρέπει να επισκεφθούμε άμεσα έναν ωτορινολαρυγγολόγο.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία την κυρία Ζηνοβία Αλατζίδου, χειρουργό – ωτορινολαρυγγολόγο, MSc Παθολογίας Φωνής.