Ο κίνδυνος που εγείρει η ιδιαίτερα μολυσματική παραλλαγή Ομικρον του νέου κορωνοϊού σε παγκόσμια κλίμακα παραμένει «πολύ υψηλός», προειδοποιεί σήμερα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
«Πολύ υψηλός»
«Ο παγκόσμιος κίνδυνος που συνδέεται με τη νέα παραλλαγή ανησυχίας Ομικρον παραμένει πολύ υψηλός», τονίζει ο ΠΟΥ στο εβδομαδιαίο επιδημιολογικό δελτίο του.
«Αξιόπιστα στοιχεία δείχνουν ότι η παραλλαγή Ομικρον έχει αναπτυξιακό πλεονέκτημα σε σχέση με την παραλλαγή Δέλτα, με ρυθμό διπλασιασμού δύο ως τριών ημερών», προσθέτει ο Οργανισμός, τονίζοντας πως παρατηρείται «ταχεία αύξηση της επίπτωσης σε ορισμένο αριθμό χωρών».
«Η ταχεία αύξηση πιθανόν οφείλεται στον συνδυασμό της απώλειας της ανοσίας και της εγγενούς αύξησης της μεταδοτικότητας της παραλλαγής Ομικρον», εξηγεί.
Η μείωση στη Νότια Αφρική
Ωστόσο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπογραμμίζει τη μείωση κατά 29% της επίπτωσης στη Νότια Αφρική, τη χώρα που ταυτοποίησε και ενημέρωσε πρώτη τον Οργανισμό για την παραλλαγή αυτήν, την 24η Νοεμβρίου.
Ο ΠΟΥ σημειώνει πως τα δεδομένα από τη Βρετανία, τη Νότια Αφρική και τη Δανία – όπου καταγράφεται ο υψηλότερος δείκτης μολύνσεων κατ’ αναλογία προς τον πληθυσμό – αφήνουν να εννοηθεί η μείωση του κινδύνου να χρειαστεί εισαγωγή σε νοσοκομείο σε περίπτωση μόλυνσης από την Ομικρον, σε σύγκριση με τη Δέλτα.
Ωστόσο, χρειάζονται περισσότερα δεδομένα για να κατανοηθεί η βαρύτητα της Ομικρον ως προς τους κλινικούς δείκτες, ιδίως τη χρήση οξυγόνου, τις διασωληνώσεις και τους θανάτους. Και επίσης, ο τρόπος που η βαρύτητα της ασθένειας μπορεί να επηρεάζεται από προηγούμενη μόλυνση ή από τον εμβολιασμό.
Αύξηση κρουσμάτων, μείωση θανάτων
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που ολοκληρώθηκε την Κυριακή, ο παγκόσμιος αριθμός των κρουσμάτων αυξήθηκε κατά 11% σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη, ενώ αυτός των θανάτων μειώθηκε κατά 4%.
«Αυτό αναλογεί σε λίγες λιγότερες από 5 εκατ. νέες μολύνσεις και σε λίγους περισσότερους από 44.000 νέους θανάτους», συνοψίζει ο ΠΟΥ.
Οι μεγαλύτεροι αριθμοί κρουσμάτων καταγράφηκαν στις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ιταλία.
Πηγή: ΑΠΕ