Τον καλύτερο τρόπο να μιλήσουμε για τα οφέλη των εμβολίων σε όσους είναι διστακτικοί στο να προχωρήσουν στο… σωτήριο τσίμπημα ανακάλυψαν οι ερευνητές.
Συγκεκριμένα, το BBC, ζητώντας τη γνώμη ειδικών και συλλέγοντας στοιχεία από διάφορες μελέτες πάνω στις αποτελεσματικές μορφές επικοινωνίας, έφτιαξε μία λίστα με τους καλύτερους τρόπους για να συζητήσει κανείς την επιστήμη των εμβολίων, καθώς και με τις συμπεριφορές που πρέπει να αποφεύγονται.
Οι κανόνες είναι οι εξής:
1) Στοχεύστε στο σωστό ακροατήριο
Ο πρώτος κανόνας της αποτελεσματικής επικοινωνίας – σε κάθε τομέα – είναι η στόχευση στο σωστό ακροατήριο. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν μάλιστα ότι είναι πιθανόν, πολλοί από εμάς να αγνοούμε τα άτομα που είναι πιο πιθανό να ανταποκριθούν καλύτερα σε όσα έχουμε να πούμε.
Ας πάρουμε για παράδειγμα μια πρόσφατη έρευνα του Κρίστοφερ Μπέχλερ, βοηθού καθηγητή Μάρκετινγκ στο Πανεπιστήμιο του Νοτρ Νταμ της Ιντιάνα , στην οποία εξέτασε τη στάση κάποιων ανθρώπων απέναντι σε ζητήματα όπως η χρήση μάσκας. Σε ένα πείραμα, οι συμμετέχοντες είχαν την ευκαιρία να παράσχουν κάποιες πιθανόν χρήσιμες πληροφορίες πάνω στο θέμα σε μια ομάδα από άτομα με διαφορετικές απόψεις.
Οι συμμετέχοντες ήταν πολύ πιο πιθανό να στοχεύσουν σε εκείνους που είναι πιο αρνητικοί. Ωστόσο, ο Μπέχλερ διαπίστωσε ότι οι πληροφορίες είχαν πολύ μικρό αντίκτυπο στις απόψεις αυτών των ανθρώπων. Αντίθετα, το μήνυμα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό στο να ενισχύσει τις απόψεις των ατόμων που ήταν ήδη λίγο πολύ υπέρ του εν λόγω μέτρου ασφαλείας.
«Ήταν πολύ πιο δεκτικοί στο μήνυμα», αναφέρει ο ίδιος.
«Η γενικότερη στάση φαινόταν να είναι: “Θα προτιμούσαμε να αλλάξουμε την οπτική γωνία κάποιου και να τον κάνουμε από αντιεμβολιαστή, υπέρμαχο των εμβολίων”», αναφέρει η Βανέσα Μπονς, κοινωνική ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο Κόρνελ και συγγραφέας του «Έχεις μεγαλύτερη επιρροή από όσο νομίζεις».
«Μπορεί όμως να έχουμε μεγαλύτερη επιρροή αν μιλήσουμε σε κάποιον που ήδη τείνει προς τη δική μας πλευρά» προσθέτει.
2) Να είστε μετριόφρονες
Ο δεύτερος κανόνας αποτελεσματικής επικοινωνίας έχει να κάνει με την ταπεινοφροσύνη, να προσπαθούμε δηλαδή να αντιληφθούμε την οπτική γωνία του άλλου.
«Είναι σημαντικό ένας διάλογος να διεξάγεται [σωστά] και από τις δύο πλευρές, ακούγοντας με κατανόηση και προσπαθώντας να αντιληφθούμε ποιες είναι οι ενστάσεις» αναφέρει o Τζον Κουκ από το Πανεπιστήμιο Τζορτζ Μέισον της Βιρτζίνια, και ένας από τους συγγραφείς του Εγχειριδίου Επικοινωνίας για τα εμβόλια κατά της Covid-19.
«Το να προσπαθούμε να αλλάξουμε τη γνώμη κάποιου, κάνοντάς τον να αισθάνεται ανόητος δεν είναι ο σωστός δρόμος προς την επιτυχία» εξηγεί.
Η Μπονς συμφωνεί με αυτή την άποψη και σημειώνει επίσης ότι είναι πιθανό πολλοί από εμάς να είχαμε και τις δικές μας αμφιβολίες – παρ’ όλα αυτά τείνουμε να το ξεχνάμε αυτό αφότου πάρουμε την απόφαση να εμβολιαστούμε. «Και όταν προσπαθούμε να πείσουμε κάποιον άλλο, εκφραζόμαστε με μια βεβαιότητα που μας δυσκολεύει πολύ στο να έρθουμε πιο κοντά στην οπτική γωνία του» τονίζει.
Η ίδια αναφέρει επίσης ότι θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό να αναγνωρίσουμε τις αρχικές μας ανησυχίες και να εξηγήσουμε τι ήταν αυτό που μας οδήγησε τελικά στην απόφαση να εμβολιαστούμε.
«Οι άνθρωποι μπαίνουν σε θέση άμυνας όταν αισθάνονται ότι κάποιος τους κατακρίνει – και νομίζω πως αυτό είναι το μήνυμα που παίρνει κάποιος όταν εκφραζόμαστε με υπερβολική βεβαιότητα» λέει η Μπονς. «Είναι η διαφορά μεταξύ του να λέμε στους άλλους τι πρέπει να κάνουν, αντί να τους πούμε τι κάναμε εμείς, και γιατί».
3) Δώστε μια προσωπική νότα
Όταν ακούσουμε προσεκτικά αυτά που λέει ο συνομιλητής μας, ίσως να διαπιστώσουμε ότι οι ανησυχίες του είναι περισσότερο πρακτικής φύσεως. Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι ο καλύτερος τρόπος να αντιληφθούμε τους λόγους πίσω από τη διστακτικότητα κάποιου είναι να αναλογιστούμε πόσο εύκολη πρόσβαση έχει στα εμβόλια.
Στην περίπτωση που η πρόσβαση είναι δύσκολη, μπορούμε να τους προσφέρουμε τη βοήθειά μας προκειμένου να ξεπεραστούν πιθανά εμπόδια όπως το κλείσιμο του ραντεβού, ή η μεταφορά το εμβολιαστικό κέντρο. Σε άλλες περιπτώσεις, ίσως η διστακτικότητα έχει να κάνει με ορισμένες παρανοήσεις σε ό,τι αφορά την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των σκευασμάτων, τις οποίες μπορούμε επίσης να συζητήσουμε.
Εάν βρεθούμε σε μια συζήτηση με κάποιον ο οποίος αντιτίθεται έντονα στον εμβολιασμό, ίσως να είναι πιο αποτελεσματικό να δώσουμε έμφαση στα προσωπικά οφέλη που θα έχει από την ανοσοποίησή του, σύμφωνα με μελέτη της Σινέντ Λαμπ, κλινική ψυχολόγος και ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Νωρίτερα φέτος, η ομάδα της Λαμπ εξέτασε τη στάση πάνω από 15.000 ατόμων απέναντι στα εμβόλια. Στη συνέχεια, ο κάθε συμμετέχων είχε πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με το εμβόλιο, οι οποίες απαντούσαν στις ανησυχίες τους σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, τα συλλογικά οφέλη (όπως τη μειωμένη πιθανότητα μετάδοσης του ιού σε άλλους ανθρώπους) ή τα προσωπικά οφέλη.
Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν εκ νέου για τη διστακτικότητά τους απέναντι στα εμβόλια.
Συνολικά, οι πληροφορίες για τα προσωπικά οφέλη από τον εμβολιασμό αποδείχθηκαν οι πιο πειστικές για τους συμμετέχοντες που είχαν αρχικά εκφράσει τη μεγαλύτερη διστακτικότητα.
Η Λαμπ αναφέρει ότι στην αρχή εξεπλάγη από το αποτέλεσμα, αλλά ταιριάζει με εκείνα από προηγούμενες μελέτες, οι οποίες είχαν δείξει ότι οι διστακτικοί τείνουν να έχουν λιγότερη εμπιστοσύνη στην κοινωνία.
«Μπορεί να αισθάνονται ελαφρώς αποκλεισμένοι, και ίσως είναι λιγότερο πιθανό να αποτελέσουν κίνητρο για αυτούς τα συλλογικά οφέλη» εξηγεί.
4) Αναλύστε τα τεχνάσματα της παραπληροφόρησης
Μερικές φορές, ίσως διαπιστώσουμε ότι ένα άτομο που είναι διστακτικό έχει πέσει θύμα παραπληροφόρησης. Για παράδειγμα, ακούγεται συχνά ότι οι κλινικές μελέτες έγιναν «βιαστικά». Σε μια τέτοια περίπτωση, αξίζει να αναγνωρίσουμε τη χρησιμότητα του να θέτουμε υπό εξέταση την ποιότητα οποιασδήποτε επιστημονικής μελέτης, προτού περιγράψουμε τη μακροχρόνια ανάπτυξη της τεχνολογίας των εμβολίων, η οποία έχει δοκιμαστεί πολλά χρόνια πριν την εμφάνιση της Covid-19.
Μπορούμε, επίσης να εξηγήσουμε τις τακτικές που ακολουθούν οι προπαγανδιστές για να παραπληροφορούν. Για παράδειγμα, είναι συχνό φαινόμενο, άτομα να δίνουν ψευδή στοιχεία σε ό,τι αφορά το μορφωτικό τους επίπεδο και τις γνώσεις τους για να κάνουν τους ισχυρισμούς τους πιο πιστευτούς – ακόμη και αν δεν έχουν καμία εξειδίκευση πάνω σε κάποιο θέμα. Μερικές φορές, οι ομάδες πίεσης δημιουργούν ακόμη και έρευνες που φέρουν την υπογραφή πολλών από αυτών των ψευτο-ειδικών προκειμένου να αμφισβητήσουν τις θέσεις των επιστημόνων και να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση αντίλογου.
Είναι πολύ εύκολο κάποιος να ξεγελαστεί από τέτοιου είδους πληροφορίες. Η έρευνα του Κουκ, ωστόσο, δείχνει ότι το να εξηγούμε αυτές τις τεχνικές εξαπάτησης μπορεί να μας βοηθήσει στο να περιορίσουμε τις πιθανότητες να πέσει κάποιος θύμα παραπληροφόρησης, ειδικά αν δεν έχει διαμορφώσει ακόμη μια πλήρη άποψη πάνω σε ένα ζήτημα.
Δεν υπάρχει σίγουρος τρόπος να αλλάξουμε τη γνώμη κάποιου. Ακολουθώντας τις παραπάνω συμβουλές, ωστόσο, ίσως μπορέσουμε να κάνουμε πολύ πιο εποικοδομητικές συζητήσεις με τους ανθρώπους που συναντούμε. Αν μάλιστα καταφέρουμε να τους εξηγήσουμε επιτυχώς όσα δεν έχουν κατανοήσει σωστά, ίσως μετά κι εκείνοι να μεταπείσουν άλλους ανθρώπους. Με αυτό τον τρόπο γίνεται μεταδοτική και η ίδια η αλήθεια, σύμφωνα με τον Μπέχλερ.