Ένα βασικό εμπόδιο στο μαζικό εμβολιασμό είναι η διστακτικότητα των πολιτών να εμβολιαστούν.
Έτσι στις ΗΠΑ διενεργήθηκε μία μελέτη που μελετά το συσχετισμό μεταξύ τον αρχικό δισταγμό κάποιου να εμβολιαστεί και το αν τελικά εμβολιάστηκε.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τη σχετική πρόσφατη δημοσίευση στο περιοδικό JAMA.
Συνολικά συμπεριλήφθηκαν 4654 άτομα με 59% γυναίκες και μέση ηλικία τα 50,7 έτη και το 74% (3439 άτομα) ολοκλήρωσε την περίοδο παρακολούθησης.
Ανάμεσα σε όσους εκδήλωσαν αμφιβολίες για τον εμβολιασμό στην αρχή, μέσα στην περίοδο παρακολούθησης έως τον 4/2021, το 32% έκανε 1 ή περισσότερες δόσεις ενός εμβολίου, το 37% θεωρεί πιθανό να εμβολιαστεί στο άμεσο μέλλον, και το 32% θεωρεί μάλλον απίθανο να εμβολιαστεί.
Αντίθετα, από όσους αρχικά είχαν εκδηλώσει προθυμία να εμβολιαστούν, το 54% είχε λάβει τουλάχιστον μία δόση, το 39% θεωρούσε πιθανό μάλλον να εμβολιαστεί, και το 7% μη πιθανό να εμβολιαστεί.
Η προθυμία να εμβολιαστεί κανείς ήταν μεγαλύτερη σε όσους ήταν απόφοιτοι πανεπιστημίου σε σχέση με τους μη (76% έναντι 65%), και στην παρακολούθηση τους αυτό αντανακλάται στον εμβολιασμό με ποσοστό 54% έναντι 43%. Ανάμεσα σε όσους ήταν υποψήφιοι για εμβολιασμό και δεν είχαν αποκλειστεί για κάποιο λόγο από τον εμβολιασμό στην παρακολούθηση το 51% είχε κάνει μία δόση εμβολίου τουλάχιστον, το 22% θεωρεί πιθανό να εμβολιαστεί και το 27% μάλλον απίθανο.
Η αυτοαναφορά του εμβολιασμού (1949 άτομα) επιβεβαιώθηκε με την μελέτη των αντισωμάτων IgG έναντι της πρωτεΐνης spike του ιού. Η μελέτη αυτή έδειξε ότι η διστακτικότητα για τον εμβολιασμό δεν είναι σταθερή στο χρόνο αλλά μεταβλητή. Μειώθηκε από τα τέλη του 2020 στις αρχές του 2021, καθώς το 32% που ήταν διστακτικοί τελικά εμβολιάστηκαν, και το 37% άλλαξε από απρόθυμο να εμβολιαστεί σε πρόθυμο να εμβολιαστεί στο άμεσο μέλλον.