Κρίσιμος είναι ο εμβολιασμός των υγειονομικών, όχι μόνο για την προστασία του εαυτού τους, αλλά και για την προστασία των ασθενών, καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων που γιατροί και νοσηλευτές «κόλλησαν» την ασθένεια, ο ιός προήλθε από το οικογενειακό περιβάλλον και όχι από το νοσοκομείο, στο οποίο χρησιμοποιούνται ατομικά μέσα προστασίας και τηρούνται μέτρα προφύλαξης.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA και η οποία διερεύνησε τη σχέση των χαρακτηριστικών έκθεσης και κινδύνου λοίμωξης από κοροναϊό σε επαγγελματίες υγείας εμβολιασμένους και μη, στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Χαντάσα του Ισραήλ.
Οι ερευνητές συμπεριέλαβαν στη μελέτη εμβολιασμένους επαγγελματίες υγείας του παραπάνω ιατρικού κέντρου, οι οποίοι προσβλήθηκαν από τον ιό, παρότι είχαν περάσει δύο εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Παράλληλα, συμπεριέλαβαν και δύο ομάδες ελέγχου, μη εμβολιασμένους υγειονομικούς που διαγνώστηκαν θετικοί στο ιό και εμβολιασμένους υγειονομικούς που αποδείχθηκαν αρνητικοί στον ιό.
Στη μελέτη συμμετείχαν 171 εργαζόμενοι στην υγεία, εκ των οποίων οι 7, δηλαδή το 4%, ήταν ανοσοκατεσταλμένοι.
Από το προσωπικό του νοσοκομείου 5.312 είχαν εμβολιαστεί και 690 δεν είχαν εμβολιαστεί μέχρι την έναρξη της μελέτης στις 31 Μαρτίου 2021, αν και το εμβολιαστικό πρόγραμμα του νοσοκομείου, με την ολοκλήρωσή του, πέτυχε τον σχεδόν καθολικό εμβολιασμό των εργαζομένων σε αυτό.
Από το σύνολο των εργαζομένων που είχαν εμβολιαστεί, οι 27 ή το 0,5% αυτών βρέθηκαν θετικοί στο ιό, ενώ από εκείνους που δεν εμβολιάστηκαν, νόσησαν τελικά οι 69, δηλαδή το 10% αυτών.
Η αναλογία των γιατρών και νοσηλευτών που δούλευαν σε μονάδες COVID-19 ήταν ανάλογες και στις τρεις ομάδες της μελέτης. Στα περιστατικά που αναδείχθηκαν θετικά, η αιτία του τεστ ήταν τα συμπτώματα που ανέπτυξαν σε ποσοστό 62% των μη εμβολιασμένων και 63% των εμβολιασμένων.
Από τους εμβολιασμένους υγειονομικούς που νόσησαν, οι 15 ή το 56% αυτών, είχαν εκτεθεί σε κάποιο μέλος της οικογένειάς τους που είχε νοσήσει, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους μη εμβολιασμένους ήταν μόνο 38% (οι 24 υγειονομικοί), ενώ 7 από τους 81 εμβολιασμένους που δεν νόσησαν, επίσης είχαν εκτεθεί στο ιό από κάποιο μέλος της οικογένειάς τους.
Ο κίνδυνος νόσησης από την έκθεση σε ασθενή – μέλος της οικογένειας, κυμαινόταν για τους εμβολιασμένους που «κόλλησαν» τελικά από 0,74-5,62% με μέσο όρο το 2,03% έναντι 12,5% για τους μη εμβολιασμένους (η διακύμανση ήταν από 3,7-43,23%).
Στο μεταξύ, ο μέσος όρος των ασθενών- μελών της οικογένειας ανά περίπτωση ήταν υψηλότερο στους εμβολιασμένους που κόλλησαν (2,7 άτομα), έναντι των μη εμβολιασμένων που ήταν 1,7 άτομα, ενώ οι εμβολιασμένοι που δεν νόσησαν είχαν μόλις 1,3 άτομα.
Συνολικά, ένας από τους 27 εμβολιασμένους που νόσησαν, δηλαδή το 4% αυτών και 2 από τους 63 ανεμβολίαστους που νόσησαν (3%), χρειάστηκαν νοσηλεία. Κανείς δεν πέθανε.