Στην μετά lockdown εποχή άλλα στη συνεχιζόμενη COVID-19 πανδημία και έχοντας περάσει πάνω από 6 μήνες σε περιορισμό ή και απομόνωση καλούμαστε να επανεκκινήσουμε τις κοινωνικές μας δεξιότητες και να συγχρωτιστούμε ξανά λιγότερο ή περισσότερο με ανθρώπους σε χώρους και εκτός σπιτιού. Καλούμαστε ενδεχομένως να επιστρέψουμε σε εργασιακά περιβάλλοντα, σε κοινωνικές δραστηριότητες, π.χ. εστιατόρια, σινεμά, παραλίες κ.τ.λ.
Πρόσφατες κλινικές παρατηρήσεις πεδίου έδειξαν και δείχνουν όλο και περισσότερο ότι οι αγχώδεις διαταραχές έχουν μια ιδιαιτέρως έντονη αυξητική πορεία τον τελευταίο χρόνο. Η αγοραφοβία είναι μια αγχώδης διαταραχή όπου το κυρίαρχο σύμπτωμα είναι ο φόβος, η ανασφάλεια, το άγχος, ή ακόμη και η ελαφριά δυσφορία που βιώνει το άτομο όταν πρόκειται να βρεθεί ή βρίσκεται σε χώρους και καταστάσεις συνήθως με πολύ κόσμο, από τις οποίες θεωρεί ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα έγκαιρης διαφυγής σε περίπτωση που εμφανίσει συμπτώματα πανικού.
Επιπροσθέτως, το συναισθηματικό βίωμα επεκτείνεται σε σκέψεις όπως ότι δεν θα μπορεί να λάβει επαρκή και αποτελεσματική βοήθεια από ένα αξιόπιστο πρόσωπο και θα βρεθεί σε μία κοινωνικά δυσάρεστη κατάσταση όπου συναισθήματα ντροπής και αναξιότητας ως προς τον εαυτό του μεγεθύνονται. Τα αγοραφοβικά άτομα δεν αποφεύγουν μόνο την πολυκοσμία αλλά και κλειστούς και ανοιχτούς χώρους. Σε μερικές περιπτώσεις το άτομο δυσκολεύεται να βγει ακόμη και από το σπίτι του.
Τι προκαλεί την αγοραφοβία
Δεν υπάρχει συγκεκριμένη αιτιολογία για την εν λόγω διαταραχή, πολλά ψυχοπιεστικά ερεθίσματα μπορούν να καταστήσουν ευάλωτο κάποιον σε αυτήν, όπως είναι οι συγκρουσιακές σχέσεις, αλλά και άλλες καταστάσεις. Επιπλέον κάποιος μπορεί να έχει αγοραφοβία εξαιτίας κάποιας γονιδιακής ή μαθησιακής κληρονομικότητας.
Τα πιο συχνά συμπτώματα
Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι η ταχυπαλμία, η λιγότερο ή περισσότερο έντονη εφίδρωση, το τρέμουλο, η δυσφορία στην αναπνοή ή και η παρατεταμένη και έντονη δύσπνοια, τα μη ρεαλιστικά αισθήματα ζέστης ή κρύου, η ναυτία, η ζάλη ή η τάση για λιποθυμία.
Ολα τα παραπάνω προκαλούνται, συνδέονται, ενισχύονται, εντατικοποιούνται και συντηρούνται από τη σκέψη ότι η έκθεση σε ένα περιβάλλον είναι απειλητική τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Με άλλα λόγια το άτομο βιώνει ψυχικά την απειλή της έκθεσης και τον κίνδυνο με σωματικό τρόπο.
Τι κάνουμε
* Το πρώτο βήμα είναι η συνειδητοποίηση και η αποδοχή της κατάστασης. Η καλύτερη αντιμετώπιση είναι η αποσαφήνιση των φόβων και η σταδιακή τους επαναπλαισίωση σε μια πιο ρεαλιστική βάση.
* Στη συνέχεια, εξετάζουμε την εγκυρότητα της αυτόματης φοβικής σκέψης. Για παράδειγμα, αναρωτιόμαστε: «Αλήθεια, πόσο επικίνδυνο μπορεί να είναι να πάω σε ένα εστιατόριο; Ποιος είναι ο “κίνδυνος” και αν υφίσταται πώς μπορώ να τον αποτρέψω;».
* Εξερευνούμε την πιθανότητα άλλων ερμηνειών ή απόψεων. «Μήπως με φοβίζει κάτι άλλο που αρνούμαι να αποδεχθώ και να διαχειριστώ; Π.χ. τα παραπανίσια κιλά μου λόγω καραντίνας;».
* Κατακερματίζουμε την προβληματική κατάσταση. «Σπάω σε μικρά “κομμάτια” τον φόβο και τον αντιμετωπίζω ένα βήμα τη φορά».
* Αναγνωρίζουμε το μέγεθος της επίδρασης της πίστης στην αυτόματη σκέψη. «Μήπως είναι απλά στο μυαλό μου και αν αλλάξω την πεποίθηση/σκέψη μου τότε ο φόβος θα υποχωρήσει;».
Η γνωσιακή/συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία καθώς και κάποια φαρμακευτική αγωγή όπου κρίνεται απαραίτητο, είναι αποδεδειγμένα η βέλτιστη αντιμετώπιση της αγοραφοβίας.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία την κυρία Βάσω Μακαρώνη, κλινική ψυχολόγο, ψυχοθεραπεύτρια