Την περίοδο της καραντίνας, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, «φέραμε» σε απόσταση λίγων εκατοστών το δάσκαλο, τον καθηγητή, τον συνάδελφο, τον πελάτη, τους φίλους μας, τη διασκέδαση.
Από τα αμφιθέατρα του πανεπιστημίου και τις κλινικές όπου κάνει την πρακτική της, η 22χρονη Κατερίνα, φοιτήτρια ιατρικής στο ΑΠΘ, το τελευταίο εξάμηνο, παρακολούθησε όλα τα μαθήματα – θεωρητικά και πρακτικά – από τον υπολογιστή της.
«Η προσπάθεια των καθηγητών μας να καλύψουμε τις ώρες που έχουμε χάσει, είχαν ως αποτέλεσμα ορισμένες μέρες να χρειάζεται να μείνουμε ακόμη και οκτώ ώρες μπροστά στην οθόνη. Υπό κανονικές συνθήκες, θα χρησιμοποιούσα τον υπολογιστή μου για μία ή το πολύ δύο ώρες ημερησίως», αναφέρει η 22χρονη.
«Μεγάλες έρευνες που έγιναν σε χιλιάδες άτομα, απέδειξαν ότι υπάρχει μία άμεση σχέση της ‘κοντινής εργασίας’ και της διάρκειάς της, με την αύξηση της μυωπίας. Αυτό συμβαίνει λόγω της πολύωρης προσαρμογής του ματιού, δηλαδή της ιδιότητάς του να ‘ζουμάρει’», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μικρόπουλος.
«Τα βλέφαρά μας λειτουργούν ως υαλοκαθαριστήρες και κάθε 2-3 δευτερόλεπτα κάνουν έναν βλεφαρισμό, προκειμένου να απλώσουν το δάκρυ σε όλη την επιφάνεια του ματιού, για να μην το αφήσουν να στεγνώσει. Όταν κρατάμε τα μάτια μας ανοιχτά περισσότερη ώρα απ’ όσο πρέπει, γιατί δεν θέλουμε να διακόψουμε αυτό στο οποίο είμαστε προσηλωμένοι, το δάκρυ εξατμίζεται, η περιοχή ξεραίνεται και αν αυτό γίνει για πάρα πολύ ώρα, στο τέλος έχουμε συμπτώματα ξηροφθαλμίας ή κοπιωπίας», όπως εξηγεί.
Για το λόγο αυτό, η απόστασή μας από την οθόνη, το βιβλίο ή το αντικείμενο κοντινής εργασίας, θα πρέπει να είναι περίπου μισό μέτρο, ενώ επιβάλλεται να διακόπτουμε την εργασία μας ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
«Όπως όταν τρέχουμε και πονούν τα πόδια μας, ξεκουραζόμαστε για λίγο πριν συνεχίσουμε, το ίδιο πρέπει να κάνουμε και στην κοντινή εργασία. Μετά από κάθε 20 λεπτά, θα πρέπει να σταματάμε για 20 δευτερόλεπτα για να ξεκουραστούν τα μάτια, πριν αρχίσουν να κοκκινίζουν, να δακρύζουν ή να νιώθουμε ότι θέλουμε να τα τρίψουμε», λέει ο κ. Μικρόπουλος.
Όσον αφορά στην κοντινή εργασία σε οθόνες, τονίζει ότι η φωτεινότητα θα πρέπει να μην είναι έντονη όταν ο γύρω φωτισμός είναι χαμηλός, ενώ η σωστή θέση της οθόνης είναι ευθεία και λίγο χαμηλότερα από το ύψος του κεφαλιού μας, ώστε το πάνω βλέφαρο να σκεπάζει μεγαλύτερο μέρος του βολβού, για να προστατεύει τον οφθαλμό από την εξάντληση.
Ο όρος «κοντινή εργασία» δεν αφορά μόνο τις οθόνες, αλλά κάθε δραστηριότητα στην οποία το μάτι εστιάζει για μεγάλο χρονικό διάστημα σε κοντινή απόσταση, όπως το διάβασμα βιβλίων, οι χειροτεχνίες και οτιδήποτε άλλο γίνεται με προσήλωση. Εκτός από μυωπία, η κατάσταση αυτή μπορεί να προκαλέσει και άλλα προβλήματα.
Τέλος, ο κ. Μικρόπουλος συστήνει, ως την καλύτερη λύση για την ξεκούραση των ματιών, βόλτες σε εξωτερικούς χώρους, προκειμένου να αφήσουμε το μάτι μας να… φύγει μακριά, να αγναντεύει.
Αν η συνθήκη του εγκλεισμού λόγω Covid-19 οδηγήσει σε αύξηση της μυωπίας στους νέους ενήλικες, θα αποδειχθεί μέσα στην επόμενη πενταετία. Μία πρώτη εικόνα της κατάστασης, θα μπορούσε να είχε αποτυπωθεί στα καταστήματα οπτικών, εφόσον την περίοδο αυτή λειτουργούσαν κανονικά.
«Αν είχαμε την κανονική προσέλευση κόσμου, θα είχαμε στατιστικά για το αν όντως στη διάρκεια της καραντίνας αυξήθηκαν τα οφθαλμολογικά προβλήματα, από τις πωλήσεις των γυαλιών οράσεως. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να αποδειχθεί, γιατί υπολειτουργούσαμε, καθώς τα καταστήματα ήταν κλειστά και εξυπηρετούσαμε μόνο με ραντεβού», δηλώνει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Οπτικών-Οπτομετρών Ελλάδας, Θωμάγγελος Μιχαλάκης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ